Με την προεκλογική περίοδο να βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη, ο ΣΥΡΙΖΑ διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να βρει τον τρόπο για να ανατρέψει τους σε βάρος του συσχετισμούς.
Οι δημοσκοπήσεις έχουν κάνει πια σαφές ότι η ΝΔ έχει μια αδιαμφισβήτητη πρωτιά η οποία στις ευρωεκλογές θα διαμορφώσει μια σαφή παράσταση νίκης για όποτε και εάν γίνουν οι βουλευτικές εκλογές.
Αυτό αποτυπώνει και την αποτυχία του σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ να διαμορφώσει μια δυναμική εκλογικής επιτυχίας με αφετηρία την ονομαστική έξοδο από τα μνημόνια, ενδιάμεσο σταθμό τη Συμφωνία των Πρεσπών ως «επίλυση εκκρεμότητας» κορύφωση την παροχή για πρώτη φορά από το 2010 «κοινωνικών παροχών» και αναγκαίο συμπλήρωμα ένα μπαράζ δικαστικών διώξεων που να υποστηρίζουν το αφήγημα για το «διεφθαρμένο παλαιό πολιτικό σύστημα».
Μόνο που η αποτυχία αυτού του σχεδίου οφείλεται ακριβώς στον τρόπο που ο Αλέξης Τσίπρας χειρίστηκε τους κεντρικούς κόμβους του, με αποτέλεσμα να βρεθεί εγκλωβισμένος στις ίδιες του τις επιλογές.
Τα όρια της «εξόδου από τα μνημόνια»
Ο πρώτος εγκλωβισμός ήταν ακριβώς στο ίδιο το σχήμα για την «έξοδο από τα μνημόνια».
Ο Αλέξης Τσίπρας ήθελε με κάθε κόστος να εγκαινιάσει τον «εκλογικό κύκλο» και να κηρύξει την έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας με τη διακήρυξη ότι είναι ο πρωθυπουργός που έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια.
Ακριβώς και για αυτό το λόγο και επέλεξε αφενός να απορρίψει κάθε ευρωπαϊκή πρόταση για ενδιάμεσες λύσεις όπως την προληπτική πιστοληπτική γραμμή, αφετέρου να μη φέρει αντιρρήσεις στις υπερβολικές απαιτήσεις των ευρωπαίων αλλά και του ΔΝΤ κυρίως για τα πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
Αυτό εκ των πραγμάτων διαμόρφωσε μια εκρηκτική αντίφαση ανάμεσα στη διακήρυξη περί «ανάκτησης του ελέγχου» της οικονομικής πολιτικής και την πραγματικότητα μιας συνεχιζόμενης διαρκούς επιτήρησης της ελληνικής οικονομίας από τους θεσμούς, συμπεριλαμβανομένης και της «αξιολόγησης» για να μπορέσουμε να πάρουμε τη «δόση» από τα διακρατημένα κέρδη των ελληνικών ομολόγων.
Είναι αυτή η αντίφαση που βγήκε στο προσκήνιο με το ζήτημα νόμου για το διάδοχο καθεστώς του Νόμου Κατσέλη. Σε ένα θέμα στο οποίο η κυβέρνηση είχε επενδύσει, μια που αφορά ένα σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα, τελικά ήταν οι απαιτήσει της Τρόικας που την υποχρέωσαν να προσφέρει τελικά προστασία πρώτης κατοικίας σε ένα πολύ μικρότερο αριθμό δανειοληπτών από ό,τι αρχικά είχε προβλέψει.
Οι δυσκολίες στο «κοινωνικό πρόσωπο»
Αυτό είχε και μια παρενέργεια ακόμη. Η κυβέρνηση διακήρυξε σε όλους τους τόνους ότι πλέον μπορεί να προσφέρει μέτρα κοινωνικού προφίλ. Ωστόσο, αυτό την έκανε να υποσχεθεί περισσότερα από όσα τελικά θα της άφηναν περιθώριο να κάνει οι θεσμοί.
Με αυτή την έννοια η κυβέρνηση μπόρεσε να εξασφαλίσει τη μη μείωση των παλαιών συντάξεων, αλλά με το τίμημα περικοπών στο δικό της κοινωνικό πρόγραμμα.
Μπόρεσε να περάσει την αύξηση του κατώτατου μισθού, αλλά την ίδια στιγμή συνάντησε μεγάλα εμπόδια στην προστασία της πρώτης κατοικίας.
Επέμεινε σε μέτρα όπως οι 120 δόσεις, αλλά στο βαθμό που ακόμη δεν έχει τη συναίνεση των θεσμών, φαίνεται ανακόλουθη ως προς αυτό το μέτρο.
Εξήγγειλε διορισμούς, αλλά την ίδια ώρα για να διατηρήσει τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα εξακολουθεί να διατηρεί υψηλό ποσοστό ανεξόφλητων ληξιπρόθεσμων οφειλών προς ιδιώτες.
Όλα αυτά φτιάχνουν μια εικόνα μιας κυβέρνησης που αδυνατεί να τηρήσει τις υποσχέσεις της και φαίνεται ασυνεπής, με τον πραγματικό πολιτικό χρόνο που έχει για να προλάβει έστω να τηρήσει κάποιες από αυτές να συρρικνώνεται.
Και σε όλα αυτά θα πρέπει να μπει η εξίσωση της καθημερινότητας. Ο ίδιος έλεγε ότι η οικονομία είναι το ατού του, όμως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Οι επενδύσεις δεν έρχονται, η απασχόληση αυξάνεται σε κρατικοδίαιτους οργανισμούς, οι αμοιβές είναι εξαιρετικά χαμηλές, η ανασφάλεια στον ιδιωτικό τομέα μεγάλη. Εδώ κατάφεραν να κάνουν όλο το λιμάνι του Πειραιά αρχαιολογικό χώρο ακυρώνοντας επενδύσεις ενώ το Ελληνικό έχει μετατραπεί σε ανέκδοτο…
Ακολουθήστε μας στο Twitter μιας και το Facebook έχει μπλοκάρει τις δημοσιεύσεις μας
Η μακεδονική εμπλοκή
Στην υπόθεση της Συμφωνίας των Πρεσπών, η κυβέρνηση εγκλωβίστηκε στον τρόπο που επέλεξε να το χειριστεί.
Και αυτό γιατί έχει γίνει πια φανερό ότι η κυβέρνηση είχε εξαρχής μια διπλή στοχοθεσία: όχι μόνο να επιλύσει το ζήτημα αλλά συνάμα να το αξιοποιήσει για να προκαλέσει διασπάσεις και έριδες στο χώρο της κεντροδεξιάς. Γι’ αυτό και απέφυγε να δοκιμάσει μορφές διακομματικής συναίνεσης και προτίμησε τη «μυστική διπλωματία».
Μόνο που αυτή η τακτική «γύρισε μπούμερανγκ». Καλώς ή κακώς το «μακεδονικό» έγινε ένα πεδίο όπου εκφράστηκε σημαντική δυσαρέσκεια και με εκλογικό κόστος για τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ η απρονοησία για ευρύτερη συνεννόηση σήμαινε ότι η κυβέρνηση δεχόταν μόνη της όλο το πολιτικό κόστος για τη συμφωνία με την αντιπολίτευση να κάνει πολεμική ενίοτε και εκ του ασφαλούς.
Όπως έχουν δείξει οι ποιοτικές έρευνες παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ κυριαρχεί στους υποστηρικτές της συμφωνίας, η συμφωνία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να παγιωθεί το ρήγμα του με τους ψηφοφόρους που απομακρύνθηκαν από αυτόν. Οι φιέστες, οι σέλφι και οι υποσχέσεις για ειρήνευση στην περιοχή και για καλή γειτονία χάνονται στις γκρίζες ζώνες της συμφωνίας των Πρεσπών και στην ανεξέλεγκτη χρήση του όρου «μακεδονικός», την ώρα που ο Τσίπρας ανασύρει το όνομα «αεροδρόμιο Μίκρας» για να μην προσβάλλει τον Ζόραν Ζάεφ λέγοντας «αεροδρόμιο Μακεδονίας».
Τα όρια της ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής
Η επιχείρηση «δικαστικής κάθαρσης» ήταν μία από τις πιο κομβικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ εξαρχής.
Είναι επίσης προφανές ότι η κλιμάκωση το τελευταίο διάστημα της προσπάθειας για δικαστικές διώξεις σχετίζεται και με την προεκλογική περίοδο. Μόνο που ο ΣΥΡΙΖΑ προσκρούει επίσης σε μια σημαντική αντίφαση. Την ώρα που θέλει με κάθε τρόπο να πάει έχοντας απέναντί του και υπόδικους πολιτικούς αντιπάλους, διαπιστώνει ότι αυτό μπορεί να γίνει μόνο με διώξεις «τραβηγμένες από τα μαλλιά», συχνά και με ατμόσφαιρα σκευωρίας, με αποτέλεσμα οριακά να «ηρωοποιήσει» πολιτικούς αντιπάλους που θα μπορούν να υποστηρίζουν ότι είναι θύματα μιας απόπειρας ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής.
Την ίδια στιγμή, τα σκάνδαλα απειλούν να εξελιχθούν και σε «αχίλλειο πτέρυγα» του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, όπως καταδεικνύει και ο θόρυβος για την υπόθεση Πετσίτη αλλά και η ανάδειξη της συμπόρευσης του ΣΥΡΙΖΑ με τον Όμιλο Κόκκαλη.
Και μέσα σε όλα αυτά, η αδυναμία συγκρότησης του λεγόμενου προοδευτικού μετώπου, εύρεσης προσώπων που θα συγκροτήσουν ένα ισχυρό ευρωψηφοδέλτιο, και αποτυχημένης προσπάθειας να… αποτινάξει ο ΣΥΡΙΖΑ από πάνω του την τετραετή συνεργασία με τους ΑΝΕΛ, δίνουν έναν τόνο ήττας στο κυβερνών κόμμα σε όποιες από τις εκλογές προηγηθούν.
Το σκηνικό είναι ζοφερό για τον Αλέξη Τσίπρα επαναφέρει τα σενάρια των εκλογών νωρίτερα, όσο κι αν ο πρωθυπουργός θέλει να εξαντλήσει την τετραετία. Αλλωστε, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις εξελίξεις στην υπόθεση Πετσίτη και μέχρι που μπορεί να φτάσει η υπόθεση του μαύρου πολιτικού χρήματος.
(Photo: Sooc)
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια