Το Διεθνές Νοµισµατικό Ταµείο επιδιώκει να χτίσει ένα αφήγηµα για την ελληνική οικονοµία µε παλιά υλικά και διαψευσµένες βεβαιότητες.
Σαν ριµέικ ενός έργου που έχουµε δει και ξαναδεί, το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο επανήλθε στα καθ’ ηµάς, έπειτα από πολύµηνη σιγή. Και τι είπε; Θυµίζοντας εκείνες τις αλήστου µνήµης εποχές, που οι ντιρεκτίβες του λειτουργούσαν ως επικοινωνιακές και πολιτικές ρουκέτες, γνωµάτευσε ότι η ελληνική οικονοµία δυσκολεύεται να βρει τον βηµατισµό της και προχώρησε σε µια σειρά συστάσεις.
Υπάρχει, ωστόσο, µια διαφορά: Όσο κι αν µια µερίδα της αντιπολίτευσης και του Τύπου αντιµετώπισαν την πρώτη µεταµνηµονιακή έκθεση του ∆ΝΤ για την πορεία της ελληνικής οικονοµίας µε το... δέος άλλων εποχών και την ελπίδα να στηρίξουν πάνω της τη δικαίωση του αφηγήµατός τους, η αλήθεια είναι ότι το Ταµείο δεν µπορεί πλέον να επιβάλει εξελίξεις ή να ανατρέψει όσα συνοµολογούν η ελληνική κυβέρνηση και οι ευρωπαϊκοί θεσµοί. Έχει αξία, πάντως, ότι οι οικονοµολόγοι της Ουάσιγκτον παραµένουν φανατικά προσηλωµένοι στις γνωστές δογµατικές προσεγγίσεις που χαρακτήρισαν οκτώ χρόνια τώρα τις αναλύσεις τους, λες και δεν άντλησαν κανένα δίδαγµα από την εµπειρία του ελληνικού προγράµµατος.
Επαναλαµβάνοντας λοιπόν τον εαυτό τους και κατά το πρότυπο όσων υποστήριζαν για τις συντάξεις, ζητούν για άλλη µια φορά να µη µαταιωθεί η µείωση των ορίων του αφορολόγητου, θεωρώντας την περικοπή αναγκαία και επιβεβληµένη. Αν και η επιλογή του ∆ΝΤ να ανακινήσει το θέµα προσφέρει µια πρώτης τάξεως ευκαιρία στην κυβέρνηση να φέρει -σύντοµα ενδεχοµένως- το αφορολόγητο στο τραπέζι, η προσέγγιση δείχνει να µη συνυπολογίζει σηµαντικές εξελίξεις που έχουν σηµειωθεί, όπως η πρόσφατη επιτυχηµένη έξοδος στις αγορές µε δεκαετές οµόλογο.
όπως τα ίδια τα στελέχη του IMF παραδέχτηκαν. Οι εκθέσεις είναι, πρωτίστως, το απόσταγµα µιας συγκεκριµένης ιδεολογικής προσέγγισης, που αντιλαµβάνεται την οικονοµία αποκοµµένη από τις κοινωνικές επιπτώσεις των όποιων µέτρων, προορισµένη να επαληθεύει άτεγκτα δηµοσιονοµικά δόγµατα. Η ίδια η στάση του ∆ΝΤ απέναντι στην αύξηση του κατώτατου µισθού και η αναπαραγωγή του φόβητρου της ανταγωνιστικότητας -άλλη µια φαντασίωση που ουδέποτε επαληθεύτηκε σε ευρωπαϊκή χώραόπως και η αντίθεση που εκφράζει για τις 120 δόσεις πείθουν ότι το Ταµείο επιδιώκει να χτίσει ένα αφήγηµα για την ελληνική οικονοµία µε παλιά υλικά και διαψευσµένες βεβαιότητες. Ευτυχώς που οι ευρωπαϊκοί θεσµοί προσεγγίζουν πλέον µε µεγάλη επιφύλαξη αυτές τις προτάσεις, κατανοώντας ότι η διάχυση του ευρωσκεπτικισµού και η έκρηξη του ακροδεξιού λαϊκισµού πατούν επάνω στα κοινωνικά αποτελέσµατα τέτοιου τύπου πολιτικών.
Σε κάθε περίπτωση, η βουή των περικοπών που έρχεται από το παρελθόν και η πιθανολόγηση νέων µνηµονίων αγνοούν την οικονοµική συγκυρία και αποσιωπούν το γεγονός ότι το πακέτο της µείωσης συντάξεων-αφορολόγητου είχε επιβληθεί κατόπιν της ασφυκτικής πίεσης του Ταµείου και της λανθασµένης, όπως αποδείχτηκε, πρόβλεψής του ότι δεν πρόκειται να επιτευχθεί ο προκαθορισµένος στόχος πλεονάσµατος. Οι εκθέσεις δεν είναι όµως µόνο αριθµοί. Αν ήταν έτσι το Ταµείο θα είχε ανασκευάσει όλη του τη συλλογιστική, µεγάλο µέρος της οποίας στηρίχτηκε σε λάθος πολλαπλασιαστές και αυθαίρετες παραδοχές.
(Foto: AP)
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια