Γράφει ο Μάκης Ανδρονόπουλος
Η αδυναμία του Κυριάκου Μητσοτάκη να εκφράσει το χώρο του κέντρου και της κεντροδεξιάς λόγω της υποταγής του στον εθνικολαϊκισμό των Σαμαρά-Γεωργιάδη-Βορίδη και η αδυναμία της Φώφης Γεννηματά να καλύψει το χώρο εξ αιτίας της ταύτισής της με τη ΝΔ και την εκφορά ενός κενού ηθικολογικού υποκριτικού λόγου τύπου ΚΚΕ, έχει ως αποτέλεσμα να διαμορφώνεται μια σημαντική πολιτική δυνατότητα στο χώρο αυτό, την οποία, υπό όρους, θα μπορούσε να καλύψει το Ποτάμι.
Η δυνατότητα αυτή υπερβαίνει τις συντεταγμένες και το στυλ του ιδεολογικού Κέντρου και ανέρχεται στο επίπεδο της εθνικής ανάγκης για ενότητα. Ο διχαστικός λόγος Μητσοτάκη-Γεννηματά που μόχλευσε μια ανούσια και οπισθοδρομική πόλωση γύρω από το λεγόμενο Μακεδονικό, αλλά και η αντεθνική καταστροφολογία για την οικονομία, έχουν υπονομεύσει την ενότητα των πολιτών.
Ταυτόχρονα ανεβάζει στα ύψη τον λαϊκισμό και τη φοβία για οτιδήποτε καινούργιο, με δραματικές πολιτικές επιπτώσεις. Γι’ αυτό και ο τόπος έχει ανάγκη ένα Εθνικό Ενωτικό Κόμμα, σαν κι αυτό που δημιούργησε τον Δεκέμβριο του 1935 ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος με στόχο να υπερβεί τον διχασμό που είχε προκαλέσει το Παλάτι και η Δεξιά.
Ήταν ένα δημοκρατικό προοδευτικό κόμμα, τη λειτουργία του οποίου ανέκοψε η δικτατορία του Μεταξά και ο πόλεμος. Ωστόσο, τόσο στις εκλογές του 1946 και του 1950 εκπροσωπήθηκε στη Βουλή και εκφραζόταν από την εφημερίδα «Ελληνική Φωνή», στην οποία έγραφαν οι Κωνσταντίνος Ι. Δεσποτόπουλος, Φαίδων Βεγλερής και Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος. Ένα τέτοιο κόμμα χρειάζεται ο τόπος, μετά τη λαίλαπα και τα τραύματα των μνημονίων και του τυχοδιωκτισμού των κομμάτων.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, τον χώρο της Κεντροαριστεράς και δικαίως τον καταλαμβάνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεδομένου ότι η Ένωση Κεντρώων δεν έχει μέλλον, ο μόνος σχηματισμός που μπορεί να παίξει αυτό τον ενωτικό ρόλο, υπό όρους, είναι το Ποτάμι. Αυτό το κόμμα, που βρίσκεται στα όρια της διάλυσης, θα μπορούσε θεωρητικά να αποτελέσει τον εξισορροπητικό παράγοντα στο νέο διπολισμό.
Το Ποτάμι έχει ένα μετριοπαθή μοντέρνο λόγο, δεν έχει ασκήσει εξουσία και είχε προσελκύσει σημαντικές ανεξάρτητες προσωπικότητες. Αν ο Σταύρος Θεοδωράκης υπερέβαινε την εγωπάθειά του, θα μπορούσε να παίξει αυτόν τον ενωτικό ρόλο, διαμορφώνοντας κατάλληλα τον λόγο και το πρόγραμμά του.
Θεωρώ ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι ο κορμός της νέας εθνικής προσπάθειας, ώστε να καταλυθεί οριστικά το παλιό καθεστώς. Ίσως ιστορικά και κοινωνικά να δικαιούται μια αυτοδυναμία ανάλογη με αυτές που απήλαυσαν ο Κώστας Καραμανλής και ο Γιώργος Παπανδρέου. Το πιθανότερο, όμως, είναι πως εάν την έπαιρνε ο κίνδυνος διολίσθησης σε ένα καθεστωτικό κομματισμό -συμπτώματα του οποίου έχουν ήδη εμφανιστεί- είναι μεγάλος. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να κυβερνήσει μόνος του. Ο Τσίπρας μάλλον δεν έχει πρόβλημα σε αυτό, ίσως και να το ονειρεύεται…
Στην πολιτική, όμως, το «πρέπει» του καθενός από εμάς μικρή σημασία έχει. Την τροπή των εξελίξεων θα καθορίσει η ψήφος των πολιτών. Αυτοί θα καθορίσουν τον συσχετισμό δυνάμεων στην επόμενη Βουλή και κατ’ επέκταση το πλαίσιο των πολιτικών εξελίξεων.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια