Η αντιπαράθεση για τη δεσµευτικότητα των αποφάσεων της παρούσας Βουλής δεν κρύβει µόνο νοµικές ανησυχίες
Γράφει ο Χρήστος Μαχαίρας
Με κάθε σεβασµό σε όσους καθηγητές Συνταγµατικού ∆ικαίου έσπευσαν να υποστηρίξουν τη θέση ότι η παρούσα Βουλή δεν δεσµεύει το περιεχόµενο της αναθεώρησης του Συντάγµατος –υπάρχουν, άλλωστε, και συνάδελφοί τους που εκφράζουν αντιρρήσεις–, η όλη υπόθεση εξελίσσεται σε ένα κοµµατικό «µπρα ντε φερ» µε νοµική υπόκρουση και έπαθλο τη δυνατότητα να ελεγχθούν οι µετεκλογικές εξελίξεις.
Τα πράγµατα µε τη σειρά: ΣΥΡΙΖΑ και Νέα ∆ηµοκρατία συµφωνούν ότι η εκλογή του Προέδρου της ∆ηµοκρατίας θα πρέπει να αποσυνδεθεί από τις πολιτικές εξελίξεις. Υποστηρίζουν, µε άλλα λόγια, ότι, αν το προτεινόµενο πρόσωπο δεν συγκεντρώνει στην τρίτη ψηφοφορία την απαιτούµενη πλειοψηφία των 180 εδρών, η Βουλή δεν θα πρέπει να διαλύεται, όπως προβλέπει το ισχύον Σύνταγµα, ούτε να προκαλούνται πρόωρες εκλογές. Κυβέρνηση και αξιωµατική αντιπολίτευση συµφωνούν, ωστόσο, κατά το ήµισυ, καθώς καταθέτουν δύο διαφορετικές προτάσεις άρσης του αδιεξόδου: Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τη διενέργεια έξι συνεχόµενων ψηφοφοριών, έως ότου σχηµατιστεί προεδρική πλειοψηφία, και εάν αυτό δεν καταστεί δυνατό, εκλογή Προέδρου από τον λαό, ενώ η Ν∆ εισηγείται το κατώφλι της εκλογής να κατέβει στην τρίτη και αποφασιστική ψηφοφορία από τις 180 στις 151 ψήφους. Ολα αυτά, προφανώς, δεν γίνονται µόνο χάριν της αναθεώρησης, ούτε υποκρύπτουν απλώς και µόνο συνταγµατικές ανησυχίες. Το διακύβευµα της πολιτικής και νοµικής αντιπαράθεσης που εκδηλώθηκε είναι να συντηρηθεί ανοιχτή ή να ελεγχθεί –εξαρτάται από την οπτική γωνία που το βλέπει κανείς– η προοπτική να παραµείνει στο Προεδρικό Μέγαρο ο Προκόπης Παυλόπουλος, η θητεία του οποίου λήγει τον Μάρτιο του 2020.
Σύµφωνα µε το Σύνταγµα, για να αναθεωρηθεί µια διάταξη απαιτούνται δύο Βουλές: η προτείνουσα και η αναθεωρητική. ∆ιάταξη που περνά από την πρώτη µε 180 ψήφους χρειάζεται από την επόµενη 151, ενώ διάταξη που περνάει µε 151 απαιτείται στη συνέχεια να συγκεντρώσει 180. Η νοµική αντιδικία που ξέσπασε σχετίζεται µε το αν η πρώτη Βουλή δεσµεύει τη δεύτερη όχι µόνο ως προς το ποια διάταξη θα αναθεωρηθεί, αλλά και ως προς την κατεύθυνση και το περιεχόµενο της αναθεώρησης. Με λίγα λόγια, ΣΥΡΙΖΑ και Ν∆ δεν διαφωνούν µόνο για την... επιστήµη, αλλά για το αν θα διευκολυνθεί η πιθανότητα επανεκλογής του σηµερινού Προέδρου της ∆ηµοκρατίας, όπως θα ήθελε η κυβέρνηση, ή αν θα δηµιουργηθούν οι όροι ώστε να παραµείνει ανοιχτό το ενδεχόµενο να αντικατασταθεί χάριν κάποιου άλλου υποψηφίου ακόµα και µε απλή πλειοψηφία της Βουλής, όπως ίσως σκέφτονται στην αξιωµατική αντιπολίτευση.
Ούτως ή άλλως, ποιος έχει δίκιο και ποιος δεν έχει, ποια Βουλή δεσµεύει και ποια δεσµεύεται, δεν πρόκειται να κριθεί ούτε σήµερα ούτε αύριο. Συνταγµατολόγοι και πολιτικοί θα πρέπει να περιµένουν τις κάλπες… ∆ιότι, ως γνωστόν, όποιος έχει το πεπόνι (της εκλογής) έχει και το µαχαίρι (της συνταγµατικής ερµηνείας).
(Φωτο: Eurokinissi)
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια