Sponsor

ATHENS WEATHER

Θεωρία Διαπραγματεύσεων και ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ: Mission Impossible...


Του Αλέξανδρου Δρίβα *

Ένα από τα συνθήματα που παρασκευάζονται και βάφονται σαν επιχειρήματα από τους κυβερνώντες και τις συν αυτώ ομάδες πίεσής τους (θεσμικές και εξωθεσμικές) είναι πως "ο συναισθηματισμός και ο εθνικισμός δίνουν μια παραμορφωμένη εικόνα ενός έντιμου συμβιβασμού που επετεύχθη μεταξύ δύο γειτονικών χωρών".

Η επιζήμια Συμφωνία των Πρεσπών η οποία κυρώθηκε προχθές Παρασκευή από την ελληνική Βουλή, δεν καταδικάζεται μόνο συναισθηματικά. Καταδικάζεται από την ίδια τη βιβλιογραφία και την διεθνή πρακτική. Οι "μελετημένοι" υπουργοί που υπήρξαν αρχιτέκτονες της παρανοϊκής συμφωνίας και είχαν και ακαδημαϊκές περγαμηνές, ίσως πιάστηκαν αδιάβαστοι.

Ας δούμε ορισμένα πράγματα που έρχονται από τη δυτική διεθνή βιβλιογραφία για το πιο σημαντικό ζήτημα της διεθνούς πολιτικής, που είναι η θεωρία της διαπραγμάτευσης η οποία για τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ θα έβγαζε ως συμπέρασμα το "Διαπραγματεύονται μόνοι τους και βγαίνουν δεύτεροι".

Τι είναι η διαπραγμάτευση και ποιές οι ορίζουσές της

Οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται καθημερινά σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Υπάρχουν κατ' αναγκαιότητα και αποτελούν θεμελιώδες συστατικό του ίδιου του κοινωνικού συμβολαίου. Η υπόθεση εργασίας με την οποία ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις είναι πως χρειάζεται μια βέλτιστη λύση για τους εμπλεκόμενους, τέτοια ώστε οι απώλειές τους (loss) θα είναι ποσοτικά λιγότερες (ή ποιοτικά μικρότερες) από τα κέρδη-οφέλη (benefits). Η διαπραγμάτευση έχει ανάγκη από ένα τουλάχιστον διακύβευμα, δύο τουλάχιστον διακυβευτές, ανάγκη για επίτευξη συμφωνίας και ύπαρξη ορισμένων διαφωνιών.

Οι ορίζουσες μιας διαπραγμάτευσεις (ή οι ειδικοί συντελεστές που τη συνθέτουν) μπορούν να καθορίσουν την έκβαση αυτών. Πρώτα από όλα, δε νοείται διαπραγμάτευση όταν υπάρχει μεγάλη απόκλιση ισχύος μεταξύ των διακυβευτών. Όπως υποστηρίζει ο βραβευμένος με Νόμπελ Οικονομικών Thomas Schelling, ''τα ισχυρά κράτη δεν χρειάζεται ορισμένες φορές να διαπραγματευτούν". Αυτό σημαίνει πρακτικά πως: Ο ισχυρός διακυβευτής μπορεί να προβάλλει ως επιχείρημα στον ανίσχυρο διακυβευτή οτι η διαθέσιμη ισχύς του, μπορεί να επιφέρει πλήγμα πολύ μεγαλύτερο από το κέρδος που μπορεί να διεκδικήσει ο ανίσχυρος διακυβευτής σε μια διαδικασία διαπραγμάτευσης.

Μια ακόμη σημαντική ορίζουσα για κάθε είδους διαπραγμάτευση, είναι η χρονική συγκυρία στην οποία γίνεται και ποιά πληροφόρηση έχουν οι διακυβευτές. Στη Συμφωνία των Πρεσπών και στην προ-διαπραγματευτική πορεία προς αυτήν, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν υπολόγισαν την ανάγκη για άμεση επίλυση της διαφοράς από την κυβέρνηση των Σκοπίων. Η κυβέρνηση των Σκοπίων, κινδύνευε με χρεωκοπία, με συνθήκες εμφυλίου πολέμου.

Ειδικότερα δε, η κυβέρνηση Ζάεφ κινδύνευε με ανατροπή από το VMRO. Μέχρι εδώ, αγνοήθηκαν τουλάχιστον τρεις παράμετροι. Ο ένας είναι η διαθέσιμη ισχύς που είναι υπέρ της Ελλάδας. Η δεύτερη παράμετρος που αγνοήθηκε, είναι η συγκυρία η οποία ήταν δυσμενής για τα Σκόπια και ευνοϊκή για την Ελλάδα.

Τα δύο επίπεδα διαπραγμάτευσης και η έννοια της απειλής

Ένας πολύ σημαντικός άνθρωπος για τη θεωρία των διαπραγματεύσεων, ο Robert Putnam στο έργο του ''Diplomacy and Domestic Politics: The Logic of the Two-Level Game", συνθέτει ένα πλαίσιο διαπραγματεύσεων το οποίο εξελίσσεται σε δύο επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο αλληλεπίδρασης μιας διαπραγμάτευσης είναι το εξωτερικό-διεθνές. Το δεύτερο επίπεδο, είναι το εσωτερικό.

Με άλλα λόγια, μια κυβέρνηση διαπραγματεύεται διεθνώς λαμβάνοντας υπόψιν το κοινοβούλιο, το νομοθετικό σώμα, τις ομάδες πίεσης, την κοινή γνώμη προκειμένου να θέσει όρια στη διαπραγμάτευση που γίνεται στο πρώτο επίπεδο.

Το γραφειοκρατικό μοντέλο το οποίο δημιούργησε ο Graham Allison προκειμένου να αποδείξει αυτό που ισχυρίζεται τελικά ο Putnam ("οτι η εποχή που οι διεθνείς σχέσεις αντιμετωπίζονται σαν ο κόσμος να αποτελούνταν από κράτη-μπάλες μπιλιάρδου που καθοδηγούνταν από βασιλείς-φιλοσόφους έχει παρέλθει"). Δηλαδή το ορθολογικό μοντέλο έχει περιορισμούς και αυτοί σχετίζονται με τη γραφειοκρατία ή και άλλα συμφέροντα που υπάρχουν σε μια δημοκρατία.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ όχι μόνο αγνόησε το δεύτερο επίπεδο αλληλεπίδρασης της διαπραγμάτευσης από το οποίο θα μεγιστοποιούσε τα οφέλη της, αλλά τις ομάδες πίεσης, τα κόμματα και κάθε φορέα που επηρέαζε προς μια άλλη κατεύθυνση της διαπραγμάτευσης, όλους και όλα κατηγόρησε είτε ως "εθνικιστές" είτε ως "όχλο", παραβιάζοντας ταυτόχρονα βασικές δημοκρατικές αξίες.

Το Plan B, η "σαλαμοποίηση" η επιρροή του διεθνούς παράγοντας και άλλα παιδαριώδη ολισθήματα

Σε μια διαπραγμάτευση το Plan A προσδιορίζεται από το Plan B. Με άλλα λόγια, η βέλτιστη εναλλακτική οδός -επιλογή που είναι διαθέσιμη από έναν διακυβευτή κατοχυρώνει σε αυτών μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας των στόχων του. 
Η σαλαμοποίηση, ακόμη δεν έχει γίνει κατανοητό γιατί επελέγη από την κυβέρνηση. Γιατί είναι διαφορετικό το όνομα της γειτονικής χώρας από την ιθαγένεια και τη γλώσσα των πολιτών;

Σε ποιά γλώσσα θα εκδίδονται έγγραφα διοικητικά της γειτονικής χώρας τα οποία θα πιστοποιούν τη διεθνή νομική της προσωπικότητα; Αν το διακύβευμα είναι το όνομα μιας χώρας, ταυτόχρονα, γίνονται διακυβεύματα όλα τα παράγωγα της ονομασίας. Η κυβέρνηση ''τεμάχισε" αυθαίρετα ένα ζήτημα το οποίο είναι μόνο εξωτερικά ονοματολογικό και κατατάσσεται στην κατηγορία "territorial disputes" (εδαφικές διαφορές) καθώς το όνομα της χώρας προσδιορίζει έδαφος, πληθυσμό και αποτελεσματική εξουσία (όλα τα νομικά και θεσμικά χαρακτηριστικά ενός κράτους).

Αν δεχτούμε ότι κάποιος άλλος ή άλλοι παράγοντες μεσολάβησαν για μια τέτοια πρόχειρη συμφωνία, τότε πρόκειται για μια προκατασκευασμένη διαδικασία η οποία δεν μπορεί να ονομαστεί διαπραγμάτευση. Ο αρχιτέκτονας της συμφωνίας, είπε δημόσια πολλές φορές (το ίδιο και ο πρωθυπουργός) οτι κανείς δεν πίεσε την ελληνική πλευρά. Αν κάποιος δεν πίεσε λοιπόν την ελληνική πλευρά, τότε παραμένει άξιον απορίας το γιατί η κυβέρνηση κατανάλωσε τόσο μεγάλο διπλωματικό κεφάλαιο για το Σκοπιανό, βγάζοντας κοινώς "βούκινο" τη ρωσική επιρροή πάνω στο ζήτημα.

Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αφόπλισε τη χώρα προκειμένου να έχει καλύτερη θέση στο τραπέζι. Τόσο απέναντι σε εταίρους και συμμάχους της Δύσης, όσο και απέναντι στα Σκόπια. Αντίθετα, η ελληνική κυβέρνηση (όπως δείχνει η αποστολή του προοιμίου του Σκοπιανού Συντάγματος) θυμήθηκε τον Putnam μόνο αναφορικά με το εσωτερικό επίπεδο των Σκοπίων όπου τελικά, φαίνεται, ότι παραχώρησαν μόνο έναν προσδιορισμό (Βόρεια) και πήραν υπέρ τους όλα τα παράγωγα τα οποία αφορούν τον όρο ''Μακεδονία".

Απουσία ρητρών που θα θωράκιζαν τη διαδικασία συνταγματικής αλλαγής στα Σκόπια

Η μυστική διπλωματία δεν είναι μόνο αντιδημοκρατική. Ο συγκεντρωτισμός είναι τελικά και επιρρεπείς στις ανοησίες. Όσο περισσότερο συζητούνται έγγραφα, τόσο περισσότερο αναδύονται κάποιες πτυχές τους. Το βέβαιο είναι πως αυτό προϋποθέτει να μιλούμε για διαπραγμάτευση και όχι για τη Συμφωνία των Πρεσπών η οποία φαίνεται πως ήταν ακόμη ένα θέατρο σκιών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με συμπρωταγωνιστή τον πρωθυπουργό των Σκοπίων.

Είχαμε ρήτρες που εξασφάλιζαν την ορθή συνταγματική αλλαγή των Σκοπίων; Αν ναι, πώς αφήσαμε το "προοίμιο"; Το προοίμιο ενός Συντάγματος αποτελεί την πρώτη απεύθυνση του κράτους προς τους αρχόμενούς του. Η φιλολογική και σχετικολογική οδός που επιλέχθηκαν αντί της σαφήνειας, καταλήγει σε προπαγάνδα η οποία "σαλαμοποιεί" και το Σύνταγμα, καθιστώντας το προοίμιό του, ένα...διαφορετικό κείμενο. Μια διαπραγμάτευση χρειάζεται επομένως πλαίσια τα οποία είναι από την αρχή συμφωνημένα και νομικά κατοχυρωμένα σε βαθμό που ο ένας διακυβευτής και υποψήφιος συμβαλλόμενος, να μπορεί να προχωρήσει σε καταγγελία της.

Δημιουργία δεδικασμένων και μη κατοχύρωση άλλων παρεπόμενων συμφερόντων

Το άλλο σύνθημα που χρησιμοποίησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ήταν πως το διπλωματικό μας κεφάλαιο εξαντλείται από το χρονίζον Σκοπιανό Ζήτημα και ότι πρέπει να ασχοληθούμε με την Τουρκία.

Οποιοσδήποτε πολίτης με πρωτογενή διεθνολογική παιδεία θα μπορούσε να ρωτήσει, απαντώντας στο παραπάνω: Αφού η Ελλάδα έχει διπλωματικές αποστολές σε ΗΠΑ, Ε.Ε, Κίνα και Ρωσία, γιατί να αναλώνει διπλωματικό κεφάλαιο με άλλες χώρες; Οι διενέξεις στη διεθνή πολιτική χρονίζουν ακριβώς επειδή ισχύουν τα παραπάνω θεωρητικά μοντέλα.

Η χρυσή τομή δύσκολα επιτυγχάνεται καθώς οι κυβερνώντες δίνουν πρώτα λόγο στους πολίτες που τους εκλέγουν. Αυτό βέβαια ισχύει στις δημοκρατίες. Στα απολυταρχικά καθεστώτα, το πολιτικό κόστος του δευτέρου επιπέδου ανάλυσης διαπραγμάτευσης, δεν παίζει ρόλο καθώς ο εσωτερικός παράγοντας ελέγχεται πλήρως από το εκάστοτε καθεστώς.

Τα προβλήματα εξωτερικής πολιτικής δε συνιστούν βαρίδια για να τα αποφύγουμε. Το δεδικασμένο της παράνοιας των Πρεσπών, όχι μόνο θα μας κάνει να ασχολούμαστε με τα απόνερα που θα δημιουργηθούν στα Βαλκάνια αλλά και εντός της χώρας όπου υπάρχουν αρκετοί παράφρονες που επιθυμούν επανάληψη των Βαλκανικών Πολέμων (μιας και θέτει ανοικτά ζητήματα ταυτότητας λαών) αλλά και θα γίνει πρότυπο για την Άγκυρα η οποία μπορεί να γίνει πολύ σαφέστερη από τα Σκόπια, σε σειρά διεκδικήσεών της στη Θράκη. Επομένως, τα "ξεφτέρια" των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ νομιμοποιούν εμμέσως τις τουρκικές διεκδικήσεις.

Το δεύτερο σκέλος του ιλαρού συνθήματος-επιχειρήματος του πρώην ΥΠΕΞ και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που αφορά την Τουρκία, ανοίγει το δεύτερο ζήτημα το οποίο δεν υπολογίστηκε από την "μελετημένη...-αμελέτητη" κυβέρνηση. Σύμφωνα με αυτό, η Ελλάδα σε μια συμφωνία με τα Σκόπια, θα εκτόπίζε την Τουρκία από τα Βαλκάνια και από τα Σκόπια.

Μάλλον η μελέτη των αριθμών και των δεδομένων, δεν είναι το φόρτε της κυβέρνησης που όταν διαπραγματέυεται, τρέχουν πολίτες και φορείς να κρυφτούν. Η τουρκική παρουσία στα Σκόπια είναι μεγάλη και σε στρατηγικούς τομείς, όπως η εκπαίδευση στρατού, οι επενδύσεις σε καζίνο, το χτίσιμο τζαμιών ενώ λίγες μέρες πριν, Τουρκία και Σκόπια μίλησαν για την περαιτέρω αναβάθμιση των σχέσεών τους. Γιατί θα γίνει αυτό;

Η είσοδος στο ΝΑΤΟ των Σκοπίων θα λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής ισχύος του κράτους. Επιπρόσθετα, τα Σκόπια θα μπορούν να νομιμοποιούν κάθε περαιτέρω σχέση τους με την Τουρκία, μέσω συμμαχικών σχέσεων που θα διατηρούν, στο ΝΑΤΟ. Με άλλα λόγια, αφού υπήρχε αυτό το αφήγημα για περιορισμό της τουρκικής παρουσίας στην περιοχή, γιατί δεν πήρε μορφή σε έγγραφο κείμενο μέσω κάποιων έμμεσων άρθρων/παραγράφων οι οποίες θα οδηγούσαν σε κάποιες παραλείψεις δράσεων το συμβαλλόμενο μέρος (Σκόπια); Μα γιατί πολύ απλά, δε γινόταν.

Κάθε κράτος έχει το δικαίωμα να ασκεί ελεύθερα και ανεμπόδιστα από τρίτες χώρες, εξωτερική πολιτική. Δικαίωμα κατοχυρωμένο από το Διεθνές Δίκαιο το οποίο -και- με αυτόν τον τρόπο, αναγνωρίζει διεθνή νομική προσωπικότητα σε ένα κράτος (υπογραφή συνθηκών, σύναψη διπλωματικών σχέσεων κτλ).

* O κ. Αλέξανδρος Δρίβας είναι PhD Cand. ''Ελληνοαμερικανικές Σχέσεις", Γραμματέας ΑΗΕΡΑ Solon HJ04.


** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια