Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Επιστρέφοντας από το Νταβός της Ελβετίας, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας τα έκανε όλα. Είδε και συνομίλησε με τον κυβερνητικό του εταίρο, ο οποίος έχει άλλη άποψη από αυτόν για το Σκοπιανό και το αντιμετωπίζει ως ευκαιρία πολιτικής επιβίωσης.
Είδε και ενημέρωσε τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Κάλεσε, δε, στο Μέγαρο Μαξίμου και όλους τους επικεφαλής των κομμάτων της αντιπολίτευσης, προκειμένου να συζητήσουν για το διημείφθη στην Ελβετία και ποιες προσπάθειες θα αναληφθούν από εδώ και πέρα.
Υπάρχει κανείς που επί της αρχής να διαφωνεί ότι για μείζονα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής πρέπει να υπάρχει ενιαίο μέτωπο του πολιτικού κόσμου; Και αν υπάρχει, είναι ανόητος. Ειδικά για τα σοβαρά εθνικά θέματα, είναι απαραίτητο να υπάρχει κοινή στάση ή έστω ένα ελάχιστο συναίνεσης, διότι οι κυβερνήσεις έρχονται και παρέρχονται, αλλά οι εθνικές εκκρεμότητες παραμένουν. Και είναι σε έναν βαθμό και στοιχείο ωριμότητας του πολιτικού συστήματος, κατά πόσο μπορεί να καθίσει γύρω από το ίδιο τραπέζι, να βάλει στην άκρη τις κομματικές στρατηγικές και να συνεννοηθεί για πέντε βασικά πράγματα.
Όλα αυτά είναι ένα θεωρητικό πλαίσιο. Στην πράξη, όπως και όλες οι θεωρίες, δοκιμάζεται και αυτό. Δεν υπάρχει συναίνεση-φασόν. Επίσης, δεν υπάρχει πάντα η δυνατότητα συναίνεσης, επειδή κάποιος πολιτικός την επικαλείται ρητορικά, αλλά στην πράξη κάνει κάτι εντελώς διαφορετικό.
Παρεμπίπτουσα συζήτηση
Το αν θα λυθεί ή όχι το Σκοπιανό είναι, εν προκειμένω μια παρεμπίπτουσα συζήτηση. Ας ξεκινήσουμε με το δεδομένο ότι η κυβέρνηση επιδιώκει να το λύσει και εγώ δεν έχω καμία αμφιβολία για το γνήσιο της πρόθεσής της. Ποιος άλλωστε δεν θα ήθελε να πιστωθεί επί των ημερών του μια εθνική επιτυχία; Μέχρι εδώ καλά. Η διαπραγμάτευση για το Σκοπιανό, όμως, έχει ξεκινήσει ουσιαστικά εδώ και πάνω από έναν μήνα. Τον Δεκέμβριο οι εθνικοί διαπραγματευτές δεν μπήκαν σε συζήτηση ουσίας. Μετά, καθ’ όλες τις γιορτές, ξεκίνησε μια έντονη συζήτηση, λόγω της σαφούς στάσης των ΑΝΕΛ περί της μη χρήσης του όρου Μακεδονία στο όνομα. Μεσολάβησε ένα μαζικό συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη και κυοφορείται ένα μαζικότερο στην Αθήνα και, εν τέλει, ο πρωθυπουργός πήγε στο Νταβός, όπου και συζήτησε με τον Σκοπιανό ομόλογό του Ζόραν Ζάεφ, στο πλαίσιο των προτάσεων που κατέθεσε ο ειδικός διαπραγματευτής του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς.
Μια χαμένη ευκαιρία
Πολλά βήματα μέσα σε ενάμιση μήνα. Αν ρωτούσε, όμως, κάποιος στα κόμματα της αντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος, τι εικόνα έχουν για τη διαπραγμάτευση όλο το προηγούμενο διάστημα, η απάντηση θα ήταν ότι ενημερώνονται από τα ΜΜΕ και από δικές τους πηγές. Για να είμαστε σαφείς: όλο το προηγούμενο διάστημα χαρακτηρίστηκε από απουσία θεσμικής ενημέρωσης.
Η κυβέρνηση έκανε, δε, μια μετατόπιση στη διαπραγματευτική της στρατηγική, πηγαίνοντας από τη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό στη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό ή χρονικό προσδιορισμό, χωρίς να έχει μεσολαβήσει κάποια ενημέρωση του πολιτικού κόσμου.
Μέχρι που ο πρωθυπουργός κάλεσε τους αρχηγούς στο Μέγαρο Μαξίμου. Κάλλιο αργά παρά ποτέ, όπως εύστοχα του είπε ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας, καθώς θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει από τη θεσμική ενημέρωση των πολιτικών αρχηγών. Και, καθώς αυτό δεν έγινε, η δημόσια συζήτηση εξελίχθηκε, τα δεδομένα άλλαξαν και οι πολιτικοί αρχηγοί αποκρυστάλλωσαν ο καθένας τη δική του στρατηγική. Τώρα, συνεπώς, συναίνεση σε τι ζητά ο πρωθυπουργός; Άλλωστε, κανένας πολιτικός αρχηγός δεν έφυγε από το Μέγαρο Μαξίμου πιο πεπεισμένος ότι μια λύση του ονοματολογικού είναι προ των πυλών, όπως παρουσιαζόταν σχεδόν πριν το Νταβός.
Κάπως έτσι, πέρασε άλλη μια ευκαιρία συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων σε μια ελάχιστη κοινή συνισταμένη. Η επίκληση της χρείας συναίνεσης αφού χύθηκε το γάλα από την καρδάρα, τώρα, είναι μεν ένα πολιτικό εργαλείο, χωρίς αντίκρισμα δε.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Επιστρέφοντας από το Νταβός της Ελβετίας, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας τα έκανε όλα. Είδε και συνομίλησε με τον κυβερνητικό του εταίρο, ο οποίος έχει άλλη άποψη από αυτόν για το Σκοπιανό και το αντιμετωπίζει ως ευκαιρία πολιτικής επιβίωσης.
Είδε και ενημέρωσε τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Κάλεσε, δε, στο Μέγαρο Μαξίμου και όλους τους επικεφαλής των κομμάτων της αντιπολίτευσης, προκειμένου να συζητήσουν για το διημείφθη στην Ελβετία και ποιες προσπάθειες θα αναληφθούν από εδώ και πέρα.
Υπάρχει κανείς που επί της αρχής να διαφωνεί ότι για μείζονα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής πρέπει να υπάρχει ενιαίο μέτωπο του πολιτικού κόσμου; Και αν υπάρχει, είναι ανόητος. Ειδικά για τα σοβαρά εθνικά θέματα, είναι απαραίτητο να υπάρχει κοινή στάση ή έστω ένα ελάχιστο συναίνεσης, διότι οι κυβερνήσεις έρχονται και παρέρχονται, αλλά οι εθνικές εκκρεμότητες παραμένουν. Και είναι σε έναν βαθμό και στοιχείο ωριμότητας του πολιτικού συστήματος, κατά πόσο μπορεί να καθίσει γύρω από το ίδιο τραπέζι, να βάλει στην άκρη τις κομματικές στρατηγικές και να συνεννοηθεί για πέντε βασικά πράγματα.
Όλα αυτά είναι ένα θεωρητικό πλαίσιο. Στην πράξη, όπως και όλες οι θεωρίες, δοκιμάζεται και αυτό. Δεν υπάρχει συναίνεση-φασόν. Επίσης, δεν υπάρχει πάντα η δυνατότητα συναίνεσης, επειδή κάποιος πολιτικός την επικαλείται ρητορικά, αλλά στην πράξη κάνει κάτι εντελώς διαφορετικό.
Παρεμπίπτουσα συζήτηση
Το αν θα λυθεί ή όχι το Σκοπιανό είναι, εν προκειμένω μια παρεμπίπτουσα συζήτηση. Ας ξεκινήσουμε με το δεδομένο ότι η κυβέρνηση επιδιώκει να το λύσει και εγώ δεν έχω καμία αμφιβολία για το γνήσιο της πρόθεσής της. Ποιος άλλωστε δεν θα ήθελε να πιστωθεί επί των ημερών του μια εθνική επιτυχία; Μέχρι εδώ καλά. Η διαπραγμάτευση για το Σκοπιανό, όμως, έχει ξεκινήσει ουσιαστικά εδώ και πάνω από έναν μήνα. Τον Δεκέμβριο οι εθνικοί διαπραγματευτές δεν μπήκαν σε συζήτηση ουσίας. Μετά, καθ’ όλες τις γιορτές, ξεκίνησε μια έντονη συζήτηση, λόγω της σαφούς στάσης των ΑΝΕΛ περί της μη χρήσης του όρου Μακεδονία στο όνομα. Μεσολάβησε ένα μαζικό συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη και κυοφορείται ένα μαζικότερο στην Αθήνα και, εν τέλει, ο πρωθυπουργός πήγε στο Νταβός, όπου και συζήτησε με τον Σκοπιανό ομόλογό του Ζόραν Ζάεφ, στο πλαίσιο των προτάσεων που κατέθεσε ο ειδικός διαπραγματευτής του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς.
Μια χαμένη ευκαιρία
Πολλά βήματα μέσα σε ενάμιση μήνα. Αν ρωτούσε, όμως, κάποιος στα κόμματα της αντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος, τι εικόνα έχουν για τη διαπραγμάτευση όλο το προηγούμενο διάστημα, η απάντηση θα ήταν ότι ενημερώνονται από τα ΜΜΕ και από δικές τους πηγές. Για να είμαστε σαφείς: όλο το προηγούμενο διάστημα χαρακτηρίστηκε από απουσία θεσμικής ενημέρωσης.
Η κυβέρνηση έκανε, δε, μια μετατόπιση στη διαπραγματευτική της στρατηγική, πηγαίνοντας από τη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό στη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό ή χρονικό προσδιορισμό, χωρίς να έχει μεσολαβήσει κάποια ενημέρωση του πολιτικού κόσμου.
Μέχρι που ο πρωθυπουργός κάλεσε τους αρχηγούς στο Μέγαρο Μαξίμου. Κάλλιο αργά παρά ποτέ, όπως εύστοχα του είπε ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας, καθώς θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει από τη θεσμική ενημέρωση των πολιτικών αρχηγών. Και, καθώς αυτό δεν έγινε, η δημόσια συζήτηση εξελίχθηκε, τα δεδομένα άλλαξαν και οι πολιτικοί αρχηγοί αποκρυστάλλωσαν ο καθένας τη δική του στρατηγική. Τώρα, συνεπώς, συναίνεση σε τι ζητά ο πρωθυπουργός; Άλλωστε, κανένας πολιτικός αρχηγός δεν έφυγε από το Μέγαρο Μαξίμου πιο πεπεισμένος ότι μια λύση του ονοματολογικού είναι προ των πυλών, όπως παρουσιαζόταν σχεδόν πριν το Νταβός.
Κάπως έτσι, πέρασε άλλη μια ευκαιρία συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων σε μια ελάχιστη κοινή συνισταμένη. Η επίκληση της χρείας συναίνεσης αφού χύθηκε το γάλα από την καρδάρα, τώρα, είναι μεν ένα πολιτικό εργαλείο, χωρίς αντίκρισμα δε.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια