Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Τι θα γινόταν σε άλλες εποχές, αν υπήρχε η υπόνοια ότι κάποιος έμπορος όπλων χρησιμοποιήθηκε ως μεσάζοντας σε μια συμφωνία για πώληση οπλισμού μεταξύ δύο χωρών; Δεν μιλώ καν για αποδείξεις, σε πρώτη φάση, αλλά για υπόνοια.
Τι θα γινόταν, επίσης, αν αποδεικνυόταν πως, ενώ είναι παράνομο να είναι μεσάζοντας, ο άνθρωπος αυτός ήταν, καθώς δεν είχε νόμιμη εξουσιοδότηση. Πάλι για ενδείξεις μιλάμε, όχι για αποδείξεις. Και, τέλος, τι θα γινόταν, αν φαινόταν πως ο άνθρωπος με τον οποίο είχε συναλλαγές με το ΥΠΕΘΑ, έχει κατασκευάσει οπλισμό που εντοπίζεται στο οπλοστάσιο του ISIS; Τα γνωστά, ενδείξεις και όχι αποδείξεις.
Η απάντηση είναι μια: θα είχε γίνει πάταγος. Οι εφημερίδες θα έγραφαν, οι τηλεοράσεις θα έκαναν αλλεπάλληλα ρεπορτάζ και το πολιτικό σκηνικό θα κλυδωνιζόταν έντονα. Ίσως να προκαλούνταν και πολιτικές εξελίξεις. Να, για παράδειγμα το Βατοπαίδι αποτέλεσε ουσιαστικά τη θρυαλλίδα της πτώσης της κυβέρνησης Καραμανλή, χωρίς ποτέ να αποδειχθεί πολιτικός δόλος για τα επίμαχα ζητήματα της υπόθεσης. Σήμερα, όμως, δεν συμβαίνει τίποτε. Ούτε εντυπωσιακό μιντιακό μπαράζ, ούτε πολύ περισσότερο κάποιος ουσιαστικός κλυδωνισμός.
Το σημείωμα δεν έχει να κάνει αυστηρά με την υπόθεση Παπαδόπουλου. Η ΝΔ, φυσικά, και συντηρεί την υπόθεση στην επικαιρότητα, γιατί εκτιμά πως η ταύτιση του πρωθυπουργού με μια σκανδαλώδη υπόθεση του προκαλεί κλιμακούμενη πολιτική φθορά. Εδώ δεν θα βγάλουμε την ετυμηγορία, αλλά είναι εντυπωσιακό ότι ο κόσμος μπορεί να αισθάνεται πως κάτι έχει πάει λάθος σε αυτή την υπόθεση, αλλά γενικά είναι…αλλού. Μετά από τη μνημονιακή οχταετία, η πολιτική κόπωση των πολιτών είναι αξιοπρόσεκτη. Καμία αντίδραση, καμία διαφωνία. Ο καθένας προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες στη ζωή του, να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται και να βγάλει τον μήνα. Λίγοι και σαφώς προσδιορισμένοι παραμένουν ενταγμένοι με σαφήνεια και προσπαθούν να κινητοποιήσουν τους υπόλοιπους.
Ο κόσμος, όμως, εν πολλοίς δεν ακούει. Αυτή η απάθεια που απλώνεται όλο και ευρύτερα, είναι πολύ πιθανό να έχει αντίκτυπο στην ήδη μειωμένη πολιτική συμμετοχή. Ο κόσμος αισθάνεται αποξενωμένος από την πολιτική συζήτηση. Σαν αυτό που λέγεται να μην τον αφορά. Επομένως, αφού δεν τον αφορά, δεν πρόκειται και να ασχοληθεί, ανεξάρτητα από το πολιτικό μήνυμα που εκπέμπει ο καθένας. Και κάπως έτσι καταλήγουμε να μην ανοίγει ρουθούνι και να περνούν με χαρακτηριστική ευκολία πράγματα που σε άλλες περιπτώσεις και περιόδους θα προκαλούσαν εμφύλιο πόλεμο. Φυσικά, για την εκάστοτε πολιτική εξουσία, η γνώση ότι οι πολιτικές αποφάσεις θα έχουν περιορισμένο αντίκτυπο μπορεί να λειτουργεί και λυτρωτικά.
Στο τέλος, όμως, αυτό που θα μείνει θα είναι η χαμηλή συμμετοχή και άρα ο χαμηλός βαθμός της ανάγκης λογοδοσίας των εκπροσώπων που εκλέγουμε. Χρειάζεται επειγόντως, μιας και βαδίζουμε προς την τυπική ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος, να βρεθεί κάποιος που θα εκπέμψει ένα πολιτικό μήνυμα, το οποίο θα είναι τόσο πειστικό, ώστε να δημιουργήσει και πάλι κινητικότητα μέσα στην κοινωνία υπέρ του. Με άλλα λόγια, πρέπει να βρεθεί κάποιος να προβάλλει ένα πρόγραμμα, το οποίο θα ψηφιστεί, επειδή οι πολίτες θεωρούν ότι μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα και όχι απλώς να καταψηφίσουν κάτι που δοκιμάστηκε και απέτυχε.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Τι θα γινόταν σε άλλες εποχές, αν υπήρχε η υπόνοια ότι κάποιος έμπορος όπλων χρησιμοποιήθηκε ως μεσάζοντας σε μια συμφωνία για πώληση οπλισμού μεταξύ δύο χωρών; Δεν μιλώ καν για αποδείξεις, σε πρώτη φάση, αλλά για υπόνοια.
Τι θα γινόταν, επίσης, αν αποδεικνυόταν πως, ενώ είναι παράνομο να είναι μεσάζοντας, ο άνθρωπος αυτός ήταν, καθώς δεν είχε νόμιμη εξουσιοδότηση. Πάλι για ενδείξεις μιλάμε, όχι για αποδείξεις. Και, τέλος, τι θα γινόταν, αν φαινόταν πως ο άνθρωπος με τον οποίο είχε συναλλαγές με το ΥΠΕΘΑ, έχει κατασκευάσει οπλισμό που εντοπίζεται στο οπλοστάσιο του ISIS; Τα γνωστά, ενδείξεις και όχι αποδείξεις.
Η απάντηση είναι μια: θα είχε γίνει πάταγος. Οι εφημερίδες θα έγραφαν, οι τηλεοράσεις θα έκαναν αλλεπάλληλα ρεπορτάζ και το πολιτικό σκηνικό θα κλυδωνιζόταν έντονα. Ίσως να προκαλούνταν και πολιτικές εξελίξεις. Να, για παράδειγμα το Βατοπαίδι αποτέλεσε ουσιαστικά τη θρυαλλίδα της πτώσης της κυβέρνησης Καραμανλή, χωρίς ποτέ να αποδειχθεί πολιτικός δόλος για τα επίμαχα ζητήματα της υπόθεσης. Σήμερα, όμως, δεν συμβαίνει τίποτε. Ούτε εντυπωσιακό μιντιακό μπαράζ, ούτε πολύ περισσότερο κάποιος ουσιαστικός κλυδωνισμός.
Το σημείωμα δεν έχει να κάνει αυστηρά με την υπόθεση Παπαδόπουλου. Η ΝΔ, φυσικά, και συντηρεί την υπόθεση στην επικαιρότητα, γιατί εκτιμά πως η ταύτιση του πρωθυπουργού με μια σκανδαλώδη υπόθεση του προκαλεί κλιμακούμενη πολιτική φθορά. Εδώ δεν θα βγάλουμε την ετυμηγορία, αλλά είναι εντυπωσιακό ότι ο κόσμος μπορεί να αισθάνεται πως κάτι έχει πάει λάθος σε αυτή την υπόθεση, αλλά γενικά είναι…αλλού. Μετά από τη μνημονιακή οχταετία, η πολιτική κόπωση των πολιτών είναι αξιοπρόσεκτη. Καμία αντίδραση, καμία διαφωνία. Ο καθένας προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες στη ζωή του, να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται και να βγάλει τον μήνα. Λίγοι και σαφώς προσδιορισμένοι παραμένουν ενταγμένοι με σαφήνεια και προσπαθούν να κινητοποιήσουν τους υπόλοιπους.
Ο κόσμος, όμως, εν πολλοίς δεν ακούει. Αυτή η απάθεια που απλώνεται όλο και ευρύτερα, είναι πολύ πιθανό να έχει αντίκτυπο στην ήδη μειωμένη πολιτική συμμετοχή. Ο κόσμος αισθάνεται αποξενωμένος από την πολιτική συζήτηση. Σαν αυτό που λέγεται να μην τον αφορά. Επομένως, αφού δεν τον αφορά, δεν πρόκειται και να ασχοληθεί, ανεξάρτητα από το πολιτικό μήνυμα που εκπέμπει ο καθένας. Και κάπως έτσι καταλήγουμε να μην ανοίγει ρουθούνι και να περνούν με χαρακτηριστική ευκολία πράγματα που σε άλλες περιπτώσεις και περιόδους θα προκαλούσαν εμφύλιο πόλεμο. Φυσικά, για την εκάστοτε πολιτική εξουσία, η γνώση ότι οι πολιτικές αποφάσεις θα έχουν περιορισμένο αντίκτυπο μπορεί να λειτουργεί και λυτρωτικά.
Στο τέλος, όμως, αυτό που θα μείνει θα είναι η χαμηλή συμμετοχή και άρα ο χαμηλός βαθμός της ανάγκης λογοδοσίας των εκπροσώπων που εκλέγουμε. Χρειάζεται επειγόντως, μιας και βαδίζουμε προς την τυπική ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος, να βρεθεί κάποιος που θα εκπέμψει ένα πολιτικό μήνυμα, το οποίο θα είναι τόσο πειστικό, ώστε να δημιουργήσει και πάλι κινητικότητα μέσα στην κοινωνία υπέρ του. Με άλλα λόγια, πρέπει να βρεθεί κάποιος να προβάλλει ένα πρόγραμμα, το οποίο θα ψηφιστεί, επειδή οι πολίτες θεωρούν ότι μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα και όχι απλώς να καταψηφίσουν κάτι που δοκιμάστηκε και απέτυχε.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια