Νέα στοιχεία από αρχαία σεληνιακά πετρώματα δείχνουν ότι ένα ενεργό φυσικό «δυναμό» που υπήρχε μέσα στον λιωμένο μεταλλικό πυρήνα του φεγγαριού, δημιουργούσε ένα μαγνητικό πεδίο που διήρκεσε από ένα έως 2,5 δισεκατομμύρια περισσότερα χρόνια σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις.
Η Σελήνη σήμερα έχει ένα σχεδόν μηδενικό μαγνητικό πεδίο, αλλά αυτό δεν συνέβαινε πάντα. Στην πραγματικότητα, κάποτε ο δορυφόρος της Γης διέθετε ισχυρό μαγνητικό πεδίο και αυτό, έστω και εξασθενημένο στη συνέχεια, διατηρήθηκε επί πολύ περισσότερο χρόνο από ό,τι πίστευαν έως τώρα οι επιστήμονες, σύμφωνα με νέες εκτιμήσεις Αμερικανών ειδικών.
Πριν από περίπου 3,6 δισεκατομμύρια χρόνια το σεληνιακό μαγνητικό πεδίο είχε περίπου την ίδια ισχύ με αυτό της Γης σήμερα (κατά μέσο όρο γύρω στα 50 μικροτέσλα). Νωρίτερα, πριν τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια, εκτιμάται ότι είχε φθάσει ακόμη και τα 100 έως 110 μικροτέσλα, ήταν δηλαδή διπλάσιο του σημερινού γήινου.
Μέχρι τώρα οι επιστήμονες θεωρούσαν ότι, για άγνωστο λόγο, το αρχικό ισχυρό σεληνιακό μαγνητικό πεδίο είχε σχεδόν εξαφανισθεί πριν από 3,2 έως 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια. Η νέα μελέτη όμως συμπεραίνει, ότι τελικά, αν και εξασθενημένο, το πεδίο αυτό διήρκεσε για άλλο ένα έως 2,5 δισ. έτη. Οι ερευνητές των πανεπιστημίων ΜΙΤ και Ράτγκερς, με επικεφαλής την επίκουρη καθηγήτρια γεωεπιστημών και πλανητικών επιστημών Σόνια Τίκου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science Advances» μελέτησαν σεληνιακά δείγματα, που είχαν φέρει οι Αμερικανοί αστροναύτες της αποστολής «Απόλλων 15» το 1971.
Στο σεληνιακό πέτρωμα, του οποίου η ηλικία εκτιμήθηκε ότι ήταν ενός έως 2,5 δισεκατομμυρίων ετών, η ανάλυση με μαγνητόμετρα και άλλα όργανα έδειξε την ύπαρξη ενός μαγνητικού πεδίου περίπου πέντε μικροτέσλα. Δηλαδή η Σελήνη συνέχιζε να έχει ένα μαγνητικό πεδίο γύρω της, έστω και κατά πολύ ασθενέστερο, περίπου το ένα δέκατο αυτού που είχε παλαιότερα, το οποίο παρόλα αυτά ήταν 1.000 φορές μεγαλύτερο από τα σημερινά μαγνητικά πεδία στο διαπλανητικό χώρο.
Σύμφωνα με τα νέα ευρήματα, το σεληνιακό μαγνητικό πεδίο άρχισε να εξασθενεί σημαντικά πριν από περίπου 3 δισ. χρόνια, αλλά διατηρήθηκε για τουλάχιστον άλλο ένα δισ. χρόνια σε πιο εξασθενημένη κατάσταση, έχοντας έτσι μια συνολική διάρκεια τουλάχιστον δύο δισ. ετών. Σήμερα πια η Σελήνη δεν έχει σχεδόν καθόλου μαγνητικό πεδίο που να γεννιέται από το «δυναμό» του πυρήνα της (όπως συμβαίνει ακόμη στο κέντρο της Γης) και οι επιστήμονες δεν ξέρουν πότε ακριβώς αυτό «έσβησε».
Οι αστροβιολόγοι θεωρούν το μαγνητικό πεδίο βασικό παράγοντα κατοικησιμότητας και κριτήριο για την πιθανότητα εύρεσης ζωής σε έναν εξωπλανήτη. Το πεδίο αυτό στη Γη προστατεύει τους ανθρώπους και τα άλλα έμβια όντα από τα επικίνδυνα σωματίδια του ηλιακού «ανέμου» και την ιοντίζουσα ακτινοβολία του διαστήματος, που μπορούν να προκαλέσουν γενετικές μεταλλάξεις.
Όπως είπε η Τίκου, όταν το μαγνητικό πεδίο ενός πλανήτη ή δορυφόρου πεθαίνει, τότε τα ιοντίζοντα σωματίδια του Ήλιου μπορούν να οδηγήσουν σε διάσπαση και οριστική εξαφάνιση τα μόρια του νερού μέσα σε διάστημα μερικών εκατοντάδων ετών, καθιστώντας έτσι άνυδρο ένα ουράνιο σώμα.
Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο γειτονικός Άρης που είχε κάποτε μαγνητικό πεδίο και πολύ νερό, αλλά το τελευταίο εξαφανίσθηκε σχεδόν όλο, όταν η μαγνητική «ασπίδα» του χάθηκε πριν από περίπου τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια. Όμως η νέα ανακάλυψη οδηγεί τους επιστήμονες σε νέες πιο ελπιδοφόρες υποθέσεις για τις δυνατότητες των φεγγαριών άλλων πλανητών να έχουν συνθήκες δυνητικά κατάλληλες για την ανάπτυξη ζωής, χάρη στην παρατεταμένη προστατευτική «ασπίδα» ενός μαγνητικού πεδίου.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Η Σελήνη σήμερα έχει ένα σχεδόν μηδενικό μαγνητικό πεδίο, αλλά αυτό δεν συνέβαινε πάντα. Στην πραγματικότητα, κάποτε ο δορυφόρος της Γης διέθετε ισχυρό μαγνητικό πεδίο και αυτό, έστω και εξασθενημένο στη συνέχεια, διατηρήθηκε επί πολύ περισσότερο χρόνο από ό,τι πίστευαν έως τώρα οι επιστήμονες, σύμφωνα με νέες εκτιμήσεις Αμερικανών ειδικών.
Πριν από περίπου 3,6 δισεκατομμύρια χρόνια το σεληνιακό μαγνητικό πεδίο είχε περίπου την ίδια ισχύ με αυτό της Γης σήμερα (κατά μέσο όρο γύρω στα 50 μικροτέσλα). Νωρίτερα, πριν τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια, εκτιμάται ότι είχε φθάσει ακόμη και τα 100 έως 110 μικροτέσλα, ήταν δηλαδή διπλάσιο του σημερινού γήινου.
Μέχρι τώρα οι επιστήμονες θεωρούσαν ότι, για άγνωστο λόγο, το αρχικό ισχυρό σεληνιακό μαγνητικό πεδίο είχε σχεδόν εξαφανισθεί πριν από 3,2 έως 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια. Η νέα μελέτη όμως συμπεραίνει, ότι τελικά, αν και εξασθενημένο, το πεδίο αυτό διήρκεσε για άλλο ένα έως 2,5 δισ. έτη. Οι ερευνητές των πανεπιστημίων ΜΙΤ και Ράτγκερς, με επικεφαλής την επίκουρη καθηγήτρια γεωεπιστημών και πλανητικών επιστημών Σόνια Τίκου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science Advances» μελέτησαν σεληνιακά δείγματα, που είχαν φέρει οι Αμερικανοί αστροναύτες της αποστολής «Απόλλων 15» το 1971.
Στο σεληνιακό πέτρωμα, του οποίου η ηλικία εκτιμήθηκε ότι ήταν ενός έως 2,5 δισεκατομμυρίων ετών, η ανάλυση με μαγνητόμετρα και άλλα όργανα έδειξε την ύπαρξη ενός μαγνητικού πεδίου περίπου πέντε μικροτέσλα. Δηλαδή η Σελήνη συνέχιζε να έχει ένα μαγνητικό πεδίο γύρω της, έστω και κατά πολύ ασθενέστερο, περίπου το ένα δέκατο αυτού που είχε παλαιότερα, το οποίο παρόλα αυτά ήταν 1.000 φορές μεγαλύτερο από τα σημερινά μαγνητικά πεδία στο διαπλανητικό χώρο.
Σύμφωνα με τα νέα ευρήματα, το σεληνιακό μαγνητικό πεδίο άρχισε να εξασθενεί σημαντικά πριν από περίπου 3 δισ. χρόνια, αλλά διατηρήθηκε για τουλάχιστον άλλο ένα δισ. χρόνια σε πιο εξασθενημένη κατάσταση, έχοντας έτσι μια συνολική διάρκεια τουλάχιστον δύο δισ. ετών. Σήμερα πια η Σελήνη δεν έχει σχεδόν καθόλου μαγνητικό πεδίο που να γεννιέται από το «δυναμό» του πυρήνα της (όπως συμβαίνει ακόμη στο κέντρο της Γης) και οι επιστήμονες δεν ξέρουν πότε ακριβώς αυτό «έσβησε».
Οι αστροβιολόγοι θεωρούν το μαγνητικό πεδίο βασικό παράγοντα κατοικησιμότητας και κριτήριο για την πιθανότητα εύρεσης ζωής σε έναν εξωπλανήτη. Το πεδίο αυτό στη Γη προστατεύει τους ανθρώπους και τα άλλα έμβια όντα από τα επικίνδυνα σωματίδια του ηλιακού «ανέμου» και την ιοντίζουσα ακτινοβολία του διαστήματος, που μπορούν να προκαλέσουν γενετικές μεταλλάξεις.
Όπως είπε η Τίκου, όταν το μαγνητικό πεδίο ενός πλανήτη ή δορυφόρου πεθαίνει, τότε τα ιοντίζοντα σωματίδια του Ήλιου μπορούν να οδηγήσουν σε διάσπαση και οριστική εξαφάνιση τα μόρια του νερού μέσα σε διάστημα μερικών εκατοντάδων ετών, καθιστώντας έτσι άνυδρο ένα ουράνιο σώμα.
Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο γειτονικός Άρης που είχε κάποτε μαγνητικό πεδίο και πολύ νερό, αλλά το τελευταίο εξαφανίσθηκε σχεδόν όλο, όταν η μαγνητική «ασπίδα» του χάθηκε πριν από περίπου τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια. Όμως η νέα ανακάλυψη οδηγεί τους επιστήμονες σε νέες πιο ελπιδοφόρες υποθέσεις για τις δυνατότητες των φεγγαριών άλλων πλανητών να έχουν συνθήκες δυνητικά κατάλληλες για την ανάπτυξη ζωής, χάρη στην παρατεταμένη προστατευτική «ασπίδα» ενός μαγνητικού πεδίου.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια