Γράφει ο Μενέλαος Τασιόπουλος
|
Παράλληλα οι Έλληνες πολίτες από το 2010, που ξεκινά η περίοδος της ελεγχόμενης χρεοκοπίας εντός ευρωζώνης, έχουν χάσει ένα ολόκληρο ΑΕΠ. Η απώλεια αυτή δεν έχει ισοσκελιστεί από μια συνολική αναδιάρθρωση της οικονομικής, κοινωνικής συγκρότησης και πολύ περισσότερο από μια αναδόμηση και επαναδιαμόρφωση της παραγωγικής βάσης, ούτως ώστε αυτή να έχει προοπτικές ανταγωνιστικής - κανονικής χώρας εντός ευρώ ή περιθώρια βιωσιμότητας εκτός ευρώ. Την ίδια στιγμή τόσο η τάχα πολιτική διαπραγμάτευση με την ευρωπαϊκή δομή όσο και η «λογιστική» εργαλειακή εμπλοκή του ΔΝΤ δεν οδηγούν πουθενά.
Υπάρχουν διάφορες κοινοτοπίες που ακούγονται και ξανακούγονται, όπως ότι η λύση για τη μείωση της φορολογίας βρίσκεται στη μείωση των δαπανών, αλλά οι δαπάνες έχουν συρρικνωθεί και οι υποχρεώσεις που δημιουργούνται απέναντι στην Ευρώπη και το ΔΝΤ είναι τέτοιες, που το μόνο το οποίο εγγυώνται είναι η αύξηση της φορολογίας και η λειτουργία των χρήσιμων σε άλλες περιπτώσεις «κοφτών» στις δαπάνες.
Επίσης, ότι η λύση για την Ελλάδα είναι η προσέλκυση ξένων επενδύσεων, κάτι που στις συγκεκριμένες περιστάσεις είναι μη ρεαλιστικό. Φυσικά και δεν θα υπάρξουν σημαντικές επενδύσεις ξένων στη σημερινή εχθρική προς τις επιχειρήσεις και τις επενδύσεις Ελλάδα, με το τραπεζικό σύστημά της να έχει τεθεί εκτός παραγωγικής λειτουργίας. Άλλωστε, ακόμη και σε αναπτυσσόμενες χώρες με πολύ πιο ευνοϊκές στις ξένες επενδύσεις συνθήκες αυτές αφορούν το 20% του συνόλου και συνήθως ακολουθούν εγχώριες επενδύσεις κεφαλαίων.
Στην Ελλάδα το μόνο ενδιαφέρον που μπορεί να υπήρχε και να υπάρχει αφορά τις υποδομές ή τον τουρισμό. Οι υποδομές κοντεύουν στο σύνολό τους να απεθνικοποιηθούν -αεροδρόμια, επικοινωνίες, λιμάνια, τρένα-, χωρίς να έχουν ευνοήσει την επανεκκίνηση της εσωτερικής οικονομίας στη χώρα. Αρα όλα τα παραπάνω λειτουργούν ως «οργανική μυθολογία» από τις κυβερνήσεις και την Ευρώπη για να κερδίζεται χρόνος και να διατηρείται η κοινή γνώμη σε καταστολή. Είναι προτάσεις που δεν δίνουν λύση. Αλλά και η βασική επιδίωξη να επιστρέψουμε για δανεισμό στις αγορές είναι παρωχημένη. Ήταν ένας στόχος για το 2010-2011, όχι για το 2017-2018.
Όταν επιστρέψουμε στις αγορές, θα δανειζόμαστε πιο ακριβά από ό,τι μας δάνειζαν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, και οι δεσμεύσεις μας στους σημερινούς πιστωτές θα είναι τόσο ισχυρές, που δεν θα επιτρέπουν στην οικονομία μας να κινηθεί, άρα και στη χώρα να αποκτήσει ανταγωνιστικότητα.
Πού καταλήγουμε; Χρειαζόμαστε μια νέα πρόταση. Και αυτή δεν μπορεί να προκύψει παρά μόνον αν χρησιμοποιήσουμε τις αγορές για να αποκτήσουμε πάλι πατρίδα. Και ποιες είναι οι αγορές;
Χρειαζόμαστε έναν κύριο σύμβουλο, ο οποίος να γνωρίζει την πραγματικότητά μας και να είναι τόσο ισχυρός στον κόσμο που, αν τον «προσλάβουμε», θα έχει -πέρα από τις αμοιβές και τα κέρδη από τα εργαλεία του- λόγους «υπεροψίας» και γοήτρου για να πετύχει την παραγωγική αναδιάρθρωση μιας προβληματικής χώρας ολόκληρης, και όχι μιας επιχείρησης μόνον. Ο σύμβουλος αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από την περίφημη Goldman Sachs, με τα «τρικ» της οποίας ο κ. Σημίτης έβαλε την Ελλάδα στο ευρώ, ως μη όφειλε, και με τις διαδικασίες της οποίας δεν θα είχαμε φτάσει στη χρεοκοπία το 2009-2010, αλλά οι «υπόγειες διαδρομές» στην Αθήνα του Γ. Παπανδρέου δεν το επέτρεψαν.
Σήμερα πλέον με τη συνδρομή της Goldman Sachs σε επίσημη συνεργασία, ως «πελάτες» της, μπορούμε να πετύχουμε καλύτερη διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους και το ΔΝΤ αλλά και να συγκροτήσουμε ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας. Έστω και αν ο κ. Κον είναι πλέον απασχολημένος στον Λευκό Οίκο, η Ελλάδα έτσι θα αποκτήσει πιθανότητες…
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια