Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Μπορεί να ακούγεται απίστευτο, αλλά αποτελεί γεγονός. Εδώ και αρκετό διάστημα ο Πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού στη Μεγάλη Διεθνή Σκακιέρα.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης είναι Διεθνολόγος Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University και Δημοσιογράφος
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Μπορεί να ακούγεται απίστευτο, αλλά αποτελεί γεγονός. Εδώ και αρκετό διάστημα ο Πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού στη Μεγάλη Διεθνή Σκακιέρα.
Η Ρωσία έχει χρησιμοποιήσει και χρησιμοποιεί τις ένοπλες δυνάμεις της εκτός των συνόρων της πολύ συχνά, ειδικά μετά την επέμβαση στην Κριμαία το Φεβρουάριο του 2014.
Το Μάρτιο του 2014, υποστήριξε στρατιωτικά το αντάρτικο στο Ντονμπάς. Άμεση στρατιωτική επέμβαση στο Ιλοβάϊσκ, στα τέλη Αυγούστου του 2014. Επέμβαση που κατέληξε στην κατάληψη από αποσχιστές του Ντεβαλτσίβ, τον Ιανουάριο του 2015. Επέμβαση στη Συρία το Σεπτέμβριο του 2015. Αμφισβήτηση και προκλήσεις στον αέρα και τη θάλασσα έναντι του ΝΑΤΟ και στρατιωτικών δυνάμεων διαφόρων χωρών της Δύσης.
Η στρατηγική αυτή του Ρώσου Προέδρου, έχει προκαλέσει ανησυχία, ειδικά μετά την επέμβαση στη Συρία, η οποία αποτελεί την πρώτη μεγάλη στρατιωτική εμπλοκή εκτός συνόρων μετά από αυτή στο Αφγανιστάν.
Μια προσεκτική ανάλυση των παραπάνω περιπτώσεων και της τακτικής που εφαρμόζει ο Πούτιν, δείχνει ότι υπάρχει μια αλληλουχία και μια λογική στην συμπεριφορά της Μόσχας.
Όλες οι περιπτώσεις στρατιωτικής εμπλοκής της Ρωσίας από το 2014 και μετά έχουν μια σημαντική ομοιότητα. Η Μόσχα χρησιμοποιεί τις ένοπλες δυνάμεις της με στόχο την επίτευξη πολιτικού στόχου. Οι τακτικές κινήσεις σε στρατιωτικό επίπεδο, κατευθύνονται από την πολιτικό στόχο.
Πολύ απλά η Ρωσία χρησιμοποιεί στρατιωτική δύναμη ως μέσο καταναγκασμού. Στις διεθνείς σχέσεις οι στρατιωτικές δράσεις καταναγκασμού εξηγούνται είτε ως μέσο αποτροπής και πρόληψης δράσεων των αντιπάλων, είτε ως μέσο εξαναγκασμού – απειλής και ανάληψης δράσης για να δοθεί ώθηση στον αντίπαλο να κάνει κάτι συγκεκριμένο. Περιληπτικά, πλήττεις τον αντίπαλο τόσο όσο χρειάζεται για να τον εξαναγκάσεις να πράξει αυτό που επιδιώκεις.
Όλες αυτές οι στρατιωτικές κινήσεις του Προέδρου της Ρωσίας από το 2014 και μετά, είναι δράσεις εξαναγκασμού των αντιπάλων της Ρωσίας. Η δράση στο Ιλοβαϊσκ και το βαρύ πλήγμα έναντι των Ουκρανικών δυνάμεων δεν οδήγησε σε πλήρη ήττα τους, αλλά κατέδειξε με σαφήνεια την πρόθεση του Κρεμλίνου να πονέσει το Κίεβο, με αποτέλεσμα να το εξαναγκάσει να αλλάξει συμπεριφορά. Στο τέλος, οδήγησε τον Πρόεδρο της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο, στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης και στην συμφωνία Μίνσκ 1.
Είναι ξεκάθαρο και πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι το στρατιωτικό σκέλος της πολιτικής Πούτιν αποτελεί μέρος μιας διαπραγματευτικής διαδικασίας καταναγκασμού η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με πολιτικούς στόχους.
Σε αυτή τη στρατηγική δεν υπάρχει σαφής γραμμή μεταξύ πολέμου και διπλωματίας. Μέσα από αυτό το πρίσμα όλες οι στρατιωτικές δράσεις της Ρωσίας που αναφέρονται πιο πάνω αποδεικνύουν την εφαρμογή τριών διαφορετικών στρατηγικών καταναγκασμού από τον κ. Πούτιν.
Όλες οι στρατιωτικές δράσεις στην Ουκρανία ήταν κινήσεις για να μπλοκαριστεί η ενσωμάτωση της Ουκρανίας στη Δύση, η οποία ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2013. Η επέμβαση στη Συρία, εντάσσεται σε μια διαδικασία διεθνούς διαπραγμάτευσης επί του εμφυλίου πολέμου στη χώρα, που έχει ξεκινήσει από το 2011. Οι προκλήσεις σε αέρα και θάλασσα έναντι του ΝΑΤΟ και άλλων Δυτικών δυνάμεων, εντάσσεται στην προσπάθεια της Ρωσίας για πολλά χρόνια να αποκρούσει την αυξανόμενη στρατιωτική κινητικότητα, ειδικά από τις ΗΠΑ, κοντά στα σύνορά της.
Και οι τρείς στρατηγικές έχουν κάποια χαρακτηριστικά κοινά σημεία. Πρώτον και κυριότερο, η χρήση της στρατιωτικής επιλογής είναι η έσχατη λύση. Και έρχεται μόνο όταν η διπλωματικές και οικονομικές πιέσεις, αλλά και οι απειλές έχουν αποτύχει. Όταν η Μόσχα αποτυγχάνει να πάρει αυτό που θέλει χρησιμοποιώντας τα παραπάνω, αποτελεί ένδειξη για πιθανή χρήση στρατιωτικών μέσων.
Η Ρωσία αποτυγχάνει να πάρει αυτό που θέλει. Έχει επέμβει μόνο όταν το στοίχημα και οι κίνδυνοι είναι ιδιαίτερα υψηλοί για τα εθνικά της συμφέροντα και την ασφάλεια της, όπως την αντιλαμβάνεται το Κρεμλίνο. Η Μόσχα επιδιώκει να μην έχει απώλειες σε γεωπολιτικό επίπεδο και όχι να έχει γεωπολιτικά κέρδη. Μέχρι στιγμής δεν έχουμε δει τη Ρωσία να χρησιμοποιεί στρατιωτικά μέσα για να επεκτείνει την επιρροή της εκεί που δεν είχε ή για να αλλάξει δραματικά την υπάρχουσα ισορροπία προς το συμφέρον της.
Όλες οι στρατιωτικές δράσεις της Μόσχας έχουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά. Χρησιμοποιεί την απαιτούμενη στρατιωτική δύναμη για να επιτύχει τον πολιτικό στόχο και όχι παραπάνω. Αυτό αποτελεί κατεξοχήν χαρακτηριστικό της στρατηγικής καταναγκασμού. Ο εξαναγκασμός βασίζεται περισσότερο στην απειλή του τι πρόκειται να ακολουθήσει, παρά σε αυτό που έχει ήδη συμβεί. Η δυναμική της διπλωματίας, και όχι η δυναμική της μάχης καθορίζει τη δράση. Και αν δεν απαιτείται η διπλωματία να προχωράει αργά, απαιτείται η διατήρηση μια εντυπωσιακής δυνατότητας για ζημιά ως εφεδρεία.
Η σύντομη χρήση μαζικής στρατιωτικής δύναμης απαιτείται στην επίτευξη στρατιωτικών στόχων, αλλά όχι στις περιπτώσεις επίτευξης πολιτικών στόχων.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η Μόσχα έχει παρουσιάσει τη χρήση στρατιωτικής δύναμης ως συμβαδίζουσα με το διεθνές δίκαιο. Σύμφωνα με την οπτική Πούτιν, τα Πέντε Μόνιμα Μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, έχουν το δικαίωμα να τεντώνουν τους κανόνες όταν είναι απαραίτητο, αλλά θα πρέπει πάντα να επικαλούνται ότι τους ακολουθούν. Οπότε οι δράσεις της Ρωσίας δεν είναι ανατρεπτικές. Ο αναθεωρητισμός, σε αυτή την συλλογιστική, συνεπάγεται όχι μόνο παραβίαση των κανόνων, αλλά εκθειασμό της παραβίασης.
Βέβαια, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η στρατηγική του καταναγκασμού με χρήση στρατιωτικών μέσων δε αποδίδει τα αναμενόμενα. Ένα καλό τέτοιο παράδειγμα είναι ο βομβαρδισμός του Βορείου Βιετνάμ από τις ΗΠΑ, ο οποίος δεν πέτυχε το στόχο άρσης της υποστήριξης προς του Βιετκόνγκ.
Με βάση την παραπάνω ανάλυση μπορούμε να εξάγουμε τα ακόλουθα συμπεράσματα. Το ένα καθησυχαστικό και το άλλο ανησυχητικό. Τα κοινά χαρακτηριστικά στην στρατηγική – τακτική του Πούτιν, καταδεικνύουν μια λογική από την πλευρά του Κρεμλίνου, η οποία αποκλείει την ανάληψη περαιτέρω στρατιωτικής δράσης. Είναι, δηλαδή, δυνατόν να εντοπιστούν οι περιπτώσεις που το στοίχημα είναι μεγάλο για τη Ρωσία, και το Κρεμλίνο επιδιώκει να αποτρέψει γεωπολιτικές απώλειες. Σε περιπτώσεις που δεν έχουν να κάνουν με περιοχές που βρίσκονται κοντά στα σύνορα της Ρωσίας, είναι δύσκολο να έχουμε σύγκρουση, ειδικά με τις ΗΠΑ. Παρόλα αυτά, σε περιπτώσεις περιφερειακών κρίσεων στη Μέση Ανατολή – Συρία και την Ανατολική Ευρώπη, μπορεί να δημιουργηθούν συνθήκες σύγκρουσης.
Την ίδια στιγμή, η άποψη ότι η τακτική Πούτιν μπορεί να οδηγήσει σε αναπάντεχη και πιθανή σύγκρουση μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ, είναι πολύ πιθανή και αυξανόμενη. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε μια εν εξελίξει στρατηγική καταναγκασμού μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ στην περιοχή της Βαλτικής. Οι τακτικές εξαναγκασμού του Κρεμλίνου δεν έχουν αποδώσει μέχρι στιγμής. Αντιθέτως, έχουν προκαλέσει σθεναρή αντίσταση. Το ΝΑΤΟ απάντησε στην στρατηγική καταναγκασμού ενίσχυση στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή. Ταυτόχρονα με την στρατηγική καταναγκασμού, το Κρεμλίνο ενισχύει τις δυνάμεις του και τις υποδομές του στην Δυτική Στρατιωτική Περιφέρεια. Εάν ισχύσει η λογική της στρατηγικής καταναγκασμού – εξαναγκασμού που εφαρμόζει από το 2014 και μετά ο Βλαντιμίρ Πούτιν, θα πρέπει να αναμένουμε μια αλλαγή στη συμπεριφορά του ΝΑΤΟ. Σε αντίθετη περίπτωση θα πρέπει να είμαστε έτοιμο για επικίνδυνα πυροτεχνήματα.
Μετά τις προεδρικές εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες, θα δούμε την επίδραση που έχει η Δια Χειρός Πούτιν στρατηγική της Ρωσίας στο διεθνές σύστημα. Είναι βέβαιο επίσης, ότι το ποιος από τους δυο διεκδικητές θα είναι ο επόμενος ένοικος του Λευκού Οίκου θα έχει σημαντική επιρροή στο που θα γείρει η πλάστιγγα. Το μόνο βέβαιο μέχρι αυτή τη στιγμή είναι ότι ο Ρώσος Πρόεδρος είναι αυτός που κατευθύνει την παρτίδα.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης είναι Διεθνολόγος Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University και Δημοσιογράφος
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια