Ρευστότητα στο Βερολίνο

Γράφει ο Γιώργος Καπόπουλος
Το αξίωμα του Ομοσπονδιακού Προέδρου στη Γερμανία είναι συμβολικό, με ελάχιστες έως μηδενικές ρυθμιστικές αρμοδιότητες. Όμως, για δεύτερη φορά στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας η εκλογή στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα μπορεί να είναι μήνυμα για αλλαγή στην Καγκελαρία.

Την άνοιξη του 1969 εξελέγη πρόεδρος ο φιλελεύθερος Χάινεμαν με τις ψήφους των Σοσιαλδημοκρατών και των Φιλελευθέρων και τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς συγκροτήθηκε κυβέρνηση συνασπισμού των δύο κομμάτων με καγκελάριο τον Μπραντ.
Η κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών - Φιλελευθέρων αντικατέστησε τον υπό τον Κίζιγκερ μεγάλο Συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών -Σοσιαλδημοκρατών που είχε σχηματισθεί το 1966 για την αντιμετώπιση της πρώτης οικονομικής ύφεσης μετά την ίδρυση της Δυτικής Γερμανίας το 1949. Προχθές οι Σοσιαλδημοκράτες ανακοίνωσαν την υποψηφιότητα του υπουργού Εξωτερικών Σταϊνμάγιερ για την προεδρία, θέτοντας τέρμα στην αναζήτηση κοινού υποψηφίου που προωθούσε η Μέρκελ. Εστω και σε συμβολικό-επικοινωνιακό επίπεδο, το μήνυμα του ηγέτη του SPD, αντικαγκελάριου Γκάμπριελ, είναι απαρχή αποστασιοποίησης από τους Χριστιανοδημοκράτες, με την υπόμνηση ότι όλα τα μετεκλογικά ενδεχόμενα είναι ανοικτά.
Ο Σταϊνμάγιερ, υπουργός Εξωτερικών και στις δύο κυβερνήσεις Μεγάλου Συνασπισμού 2005-09 και 2013, μέχρι σήμερα υπήρξε ο πιο στενός συνεργάτης του καγκελαρίου Σρέντερ και η υποψηφιότητά του έχει το στίγμα καθαρής κομματικής επιλογής. Αν η Μέρκελ ήθελε να ανταποδώσει την κίνηση Γκάμπριελ στο ίδιο επίπεδο συσπείρωσης της κομματικής βάσης και καταγραφή συμπλεύσεων από άλλες δυνάμεις στην ψηφοφορία, λογικά η επιλογή δεν θα ήταν άλλη από τον Σόιμπλε με άγνωστη μεταβλητή την προθυμία ή όχι του ενδιαφερόμενου να ανταλλάξει πραγματική εξουσία με συμβολική.
Οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν ως προτεραιότητα να αποτρέψουν περαιτέρω εκλογική τους αποδυνάμωση, μια επικίνδυνη συνεχή πτωτική τάση που θα μπορούσε να τους οδηγήσει στην τρίτη θέση μετά τους Πράσινους. Το μεγάλο τους πρόβλημα είναι η διακριτή προγραμματική ταυτότητα ύστερα από δύο τετραετίες συγκυβέρνηση με τη Χριστιανοδημοκρατία στον δρόμο που χάραξε η κυβέρνηση Σρέντερ με την επώδυνη Ατζέντα 2010, με επώδυνες αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και στο κράτος πρόνοιας.
Το ένστικτο αυτοσυντήρησης των Σοσιαλδημοκρατών αλλά και μια αποδυνάμωση της Χριστιανοδημοκρατίας από τα δεξιά με διεμβολισμό της εκλογικής της βάσης από την Εναλλακτική και διαρροές προς τους Φιλελεύθερους δεν αποκλείεται να οδηγήσει και σε μια δυνητική μετεκλογική πλειοψηφία Σοσιαλδημοκρατών - Πρασίνων - Linke (Αριστεράς), ένας συνδυασμός γνωστός ως «Κόκκινο - Πράσινο - Κόκκινο». Θα πρόκειται για μια αλλαγή βαρύνουσας σημασίας για τη Γερμανία και την Ευρώπη, εξίσου σημαντικής, αν όχι σημαντικότερης από την ανάληψη της Καγκελαρίας από τον Μπραντ τον Οκτώβριο του 1969.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια