Γράφει ο Αλέξανδρος Τάρκας
Η ελληνική διπλωματία (όσο και αν οι χειρισμοί γίνονται περισσότερο από το Μέγαρο Μαξίμου και λιγότερο από το υπουργείο Εξωτερικών) προσέρχεται σε μία από τις σημαντικότερες μάχες της ιστορίας της κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Πέμπτης και της Παρασκευής για την εξέταση του Προσφυγικού και των σχέσεων Ε.Ε. - Τουρκίας.
Η χώρα μας αντιμετωπίζει τρία μειονεκτήματα, που δεν επιτρέπουν αισιοδοξία ούτε για την εξέλιξη των συζητήσεων στη Σύνοδο Κορυφής ούτε για τους συσχετισμούς των επόμενων εβδομάδων και μηνών:
- Πρώτον, όπως έχει παραδεχθεί σε φιλικούς ξένους αξιωματούχους πολύ πριν από την κορύφωση της μεταναστευτικής κρίσης κορυφαίο και ικανότατο στέλεχος του υπουργείου Εξωτερικών (με στενούς δεσμούς με τη νυν κυβέρνηση), η Ελλάδα σπατάλησε ολόκληρο το διπλωματικό της κεφάλαιο πέρυσι, πριν από το δημοψήφισμα. Οσο θεμελιωμένα και αν είναι τα ελληνικά επιχειρήματα στο Προσφυγικό - Μεταναστευτικό, η αξιοπιστία τους έχει υπονομευθεί από τις κυβερνητικές επιδόσεις στην οικονομική κρίση ή -ακόμα κι αν η Κομισιόν και τα μέλη της Ε.Ε. δεν έχουν δίκιο- το Μαξίμου τούς έχει «δωρίσει» την τέλεια δικαιολογία προς επίκληση.
- Δεύτερον, η κατάσταση στην Τουρκία «υποχρεώνει» την Ε.Ε. να επιθυμεί τη σταθερότητά της περισσότερο από ποτέ και (λόγω πολιτικών υπολογισμών ή φόβου ή και των δύο) είναι έτοιμη να παράσχει στην Αγκυρα πλήθος ανταλλαγμάτων. Ταυτόχρονα, η ίδια εκρηκτική κατάσταση επιτρέπει στους Ρ. Ερντογάν - Α. Νταβούτογλου να τονίζουν το -αληθοφανές, αλλά όχι αληθές- επιχείρημα ότι δεν υπάρχουν περιθώρια μεταβολής της τουρκικής πολιτικής στη Συρία, στην Κύπρο και στο Αιγαίο.
- Τρίτον, η Αθήνα δεν μπορεί να ελπίζει σε παρέμβαση των ΗΠΑ. Η Ουάσινγκτον, όπως είχε αποκαλύψει η «δημοκρατία» και επιβεβαιώθηκε με την τυπική και άνευ ουσίας περιοδεία της βοηθού υπουργού Εξωτερικών Β. Νούλαντ, διαμήνυσε ότι θα συνδράμει στην αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης μόνον αν προηγουμένως έχει υιοθετηθεί κοινή στάση ολόκληρης της Ε.Ε. Οσο συνεχίζονται οι διχογνωμίες Ελλάδας, Γερμανίας, Γαλλίας, Αυστρίας και ομάδας του Βίσεγκραντ, δεν θα εκδηλωθεί καμία αμερικανική πρωτοβουλία, όπως συνέβη και συμβαίνει στην οικονομία με τις παρεμβάσεις της Ουάσινγκτον για υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων εκ μέρους της Αθήνας και χαλάρωση των απαιτήσεων (και του χρέους) εκ μέρους των εταίρων.
Το τριπλό διαπραγματευτικό μειονέκτημα επιβαρύνεται από την εσωτερική βόμβα της παρουσίας των -αυξανόμενων- δεκάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών στον ελληνικό χώρο. Η εκτίμηση των σημαντικότερων πρεσβειών είναι ότι, και αν ακόμα οι κρατικές δομές αντεπεξέλθουν σε θέματα δημόσιας τάξης, στέγασης και σίτισης όσων (κατατρεγμένων και μη) εισέρχονται παράνομα στο ελληνικό έδαφος, οι αναταράξεις θα είναι πολλές και για μακρό διάστημα.
Οι τελευταίες πληροφορίες έγκυρων πηγών αναφέρουν πως η κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας. Η πρώτη υπογραμμίζει ότι δεν θα ικανοποιηθούν οι τουρκικές απαιτήσεις για ελεύθερη βίζα και «στραβά μάτια» στο θέμα των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Η δεύτερη δηλώνει μεν ότι δεν θα δοθεί λευκή επιταγή στην Αγκυρα, αλλά είναι πρόθυμη να παραχωρήσει όλα τ' άλλα, ενώ -κατά τις ίδιες πηγές- Παρίσι και Βερολίνο συμφωνούν στο άνοιγμα πολλών διαπραγματευτικών κεφαλαίων με την Τουρκία. Επίσης, η γαλλική πλευρά έχει τονίσει στην Αθήνα ότι πρέπει να ληφθεί μέριμνα για την Τουρκία (και, επίσης, για το Λίβανο και την Ιορδανία), ώστε στα εκεί στρατόπεδα προσφύγων να μην αναπτυχθούν φαινόμενα ισλαμικής ριζοσπαστικοποίησης. Η δε καγκελαρία επιμένει (και μετά την ήττα Μέρκελ στις τοπικές εκλογές) πως είναι σκόπιμη η στενή επαφή με την Αγκυρα, παρά τις δυσκολίες αποδοχής αυτής της πολιτικής από τη γερμανική κοινή γνώμη.
Ασφαλώς, ελάχιστοι αμφιβάλλουν ότι ο πρωθυπουργός θα αυτοπαρουσιαστεί -πάλι- σαν νικητής επιστρέφοντας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ωστόσο οι δηλώσεις εσωτερικής κατανάλωσης εκλαμβάνονται στο εξωτερικό ως ένδειξη αδυναμίας όχι μόνον της εκάστοτε κυβέρνησης, αλλά ολόκληρης της χώρας.
* Ο Αλέξανδρος Τάρκας είναι εκδότης του περιοδικού «Άμυνα και Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Η ελληνική διπλωματία (όσο και αν οι χειρισμοί γίνονται περισσότερο από το Μέγαρο Μαξίμου και λιγότερο από το υπουργείο Εξωτερικών) προσέρχεται σε μία από τις σημαντικότερες μάχες της ιστορίας της κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Πέμπτης και της Παρασκευής για την εξέταση του Προσφυγικού και των σχέσεων Ε.Ε. - Τουρκίας.
Η χώρα μας αντιμετωπίζει τρία μειονεκτήματα, που δεν επιτρέπουν αισιοδοξία ούτε για την εξέλιξη των συζητήσεων στη Σύνοδο Κορυφής ούτε για τους συσχετισμούς των επόμενων εβδομάδων και μηνών:
- Πρώτον, όπως έχει παραδεχθεί σε φιλικούς ξένους αξιωματούχους πολύ πριν από την κορύφωση της μεταναστευτικής κρίσης κορυφαίο και ικανότατο στέλεχος του υπουργείου Εξωτερικών (με στενούς δεσμούς με τη νυν κυβέρνηση), η Ελλάδα σπατάλησε ολόκληρο το διπλωματικό της κεφάλαιο πέρυσι, πριν από το δημοψήφισμα. Οσο θεμελιωμένα και αν είναι τα ελληνικά επιχειρήματα στο Προσφυγικό - Μεταναστευτικό, η αξιοπιστία τους έχει υπονομευθεί από τις κυβερνητικές επιδόσεις στην οικονομική κρίση ή -ακόμα κι αν η Κομισιόν και τα μέλη της Ε.Ε. δεν έχουν δίκιο- το Μαξίμου τούς έχει «δωρίσει» την τέλεια δικαιολογία προς επίκληση.
- Δεύτερον, η κατάσταση στην Τουρκία «υποχρεώνει» την Ε.Ε. να επιθυμεί τη σταθερότητά της περισσότερο από ποτέ και (λόγω πολιτικών υπολογισμών ή φόβου ή και των δύο) είναι έτοιμη να παράσχει στην Αγκυρα πλήθος ανταλλαγμάτων. Ταυτόχρονα, η ίδια εκρηκτική κατάσταση επιτρέπει στους Ρ. Ερντογάν - Α. Νταβούτογλου να τονίζουν το -αληθοφανές, αλλά όχι αληθές- επιχείρημα ότι δεν υπάρχουν περιθώρια μεταβολής της τουρκικής πολιτικής στη Συρία, στην Κύπρο και στο Αιγαίο.
- Τρίτον, η Αθήνα δεν μπορεί να ελπίζει σε παρέμβαση των ΗΠΑ. Η Ουάσινγκτον, όπως είχε αποκαλύψει η «δημοκρατία» και επιβεβαιώθηκε με την τυπική και άνευ ουσίας περιοδεία της βοηθού υπουργού Εξωτερικών Β. Νούλαντ, διαμήνυσε ότι θα συνδράμει στην αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης μόνον αν προηγουμένως έχει υιοθετηθεί κοινή στάση ολόκληρης της Ε.Ε. Οσο συνεχίζονται οι διχογνωμίες Ελλάδας, Γερμανίας, Γαλλίας, Αυστρίας και ομάδας του Βίσεγκραντ, δεν θα εκδηλωθεί καμία αμερικανική πρωτοβουλία, όπως συνέβη και συμβαίνει στην οικονομία με τις παρεμβάσεις της Ουάσινγκτον για υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων εκ μέρους της Αθήνας και χαλάρωση των απαιτήσεων (και του χρέους) εκ μέρους των εταίρων.
Το τριπλό διαπραγματευτικό μειονέκτημα επιβαρύνεται από την εσωτερική βόμβα της παρουσίας των -αυξανόμενων- δεκάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών στον ελληνικό χώρο. Η εκτίμηση των σημαντικότερων πρεσβειών είναι ότι, και αν ακόμα οι κρατικές δομές αντεπεξέλθουν σε θέματα δημόσιας τάξης, στέγασης και σίτισης όσων (κατατρεγμένων και μη) εισέρχονται παράνομα στο ελληνικό έδαφος, οι αναταράξεις θα είναι πολλές και για μακρό διάστημα.
Οι τελευταίες πληροφορίες έγκυρων πηγών αναφέρουν πως η κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας. Η πρώτη υπογραμμίζει ότι δεν θα ικανοποιηθούν οι τουρκικές απαιτήσεις για ελεύθερη βίζα και «στραβά μάτια» στο θέμα των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Η δεύτερη δηλώνει μεν ότι δεν θα δοθεί λευκή επιταγή στην Αγκυρα, αλλά είναι πρόθυμη να παραχωρήσει όλα τ' άλλα, ενώ -κατά τις ίδιες πηγές- Παρίσι και Βερολίνο συμφωνούν στο άνοιγμα πολλών διαπραγματευτικών κεφαλαίων με την Τουρκία. Επίσης, η γαλλική πλευρά έχει τονίσει στην Αθήνα ότι πρέπει να ληφθεί μέριμνα για την Τουρκία (και, επίσης, για το Λίβανο και την Ιορδανία), ώστε στα εκεί στρατόπεδα προσφύγων να μην αναπτυχθούν φαινόμενα ισλαμικής ριζοσπαστικοποίησης. Η δε καγκελαρία επιμένει (και μετά την ήττα Μέρκελ στις τοπικές εκλογές) πως είναι σκόπιμη η στενή επαφή με την Αγκυρα, παρά τις δυσκολίες αποδοχής αυτής της πολιτικής από τη γερμανική κοινή γνώμη.
Ασφαλώς, ελάχιστοι αμφιβάλλουν ότι ο πρωθυπουργός θα αυτοπαρουσιαστεί -πάλι- σαν νικητής επιστρέφοντας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ωστόσο οι δηλώσεις εσωτερικής κατανάλωσης εκλαμβάνονται στο εξωτερικό ως ένδειξη αδυναμίας όχι μόνον της εκάστοτε κυβέρνησης, αλλά ολόκληρης της χώρας.
* Ο Αλέξανδρος Τάρκας είναι εκδότης του περιοδικού «Άμυνα και Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια