Γράφει ο Alexandros Raskolnick
Ακούς εκεί! Είμαστε, λέει, μια χώρα έντεκα εκατομμυρίων ανθρώπων, από τους οποίους σχεδόν τα επτά εκατομμύρια αποτελούν τον οικονομικά ανενεργό πληθυσμό: συνταξιούχοι, άνεργοι και άεργοι.
Εκ πρώτης όψεως η αναλογία 7 προς 11 ακούγεται εξωπραγματική και τρομακτική, αλλά ευτυχώς για όλα υπάρχουν εξηγήσεις: Κύριος οίδε πόσοι μέσα σ’ αυτά τα 7 εκατομμύρια είναι οι νεότατοι και ακμαίοι συνταξιούχοι που παρέχουν στο μουλωχτό τις υπηρεσίες τους, πόσοι είναι οι επαγγελματίες που δε δηλώνουν τη δραστηριότητά τους, πόσοι είναι οι ανασφάλιστοι και οι μαύροι εργαζόμενοι, άλλοι γιατί έτσι πιέζονται ή εκβιάζονται από τους εργοδότες τους, αφού άλλωστε οι εισφορές είναι παράλογα υψηλές -κι άλλοι, γιατί ξέρουν ότι ισοδύναμο της καταβολής εισφορών σε συνταξιοδοτικά προγράμματα του πτωχού ελληνικού Δημοσίου, δεν είναι, παρά ως να ανοίγεις και να πετάς τα λεφτά σου έξω από το παράθυρο.
Έτσι, μετά από αμέτρητα χρόνια κακής διοίκησης, αισχρής κατάχρησης και ατιμώρητης κλεπτοκρατίας, το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, για να μην ξεχνάμε, βγήκε πριν από λίγο καιρό knock-out από το χτύπημα κάτω από τη ζώνη που του έδωσε εκείνος ο αχαρακτήριστος παρασυνταγματολόγος με το περίφημο P.S.I. που θα μείνει στην ιστορία ως ένα ντροπιαστικό κούρεμα του ελληνικού κράτους πρόνοιας. Κούρεμα με την ψιλή μηχανή και με τιμωρητικούς όρους, εις βάρος του δημόσιου συμφέροντος κι υπέρ αλλότριων ιδιωτικών.
Είναι, βέβαια, γεγονός αναμφισβήτητο ότι παρόλο που το πραγματικό ύψος της ανεργίας είναι άγνωστο στο πραγματικό του ποσοστό, δεν παύει κατά γενική ομολογία να βρίσκεται σε δυσθεώρητα ύψη και να συνεισφέρει κι αυτή σημαντικά στο γρηγορότερο βούλιαγμα των καταληστευμένων και άδειων ασφαλιστικών ταμείων.
Μια ανεργία που, όπως τουλάχιστον προκύπτει από τις έρευνες, στους νέους αγγίζει το συνταρακτικό ποσοστό του 51,8% που είναι, λέει, το υψηλότερο ποσοστό παγκοσμίως, με περισσότερους από τον έναν στους δύο νέους να είναι άνεργοι.
Εξίσου συνταρακτική όμως, δείχνει να είναι και η δύναμη των παραδοσιακών οικογενειακών δεσμών μας. Έτσι οι γιαγιάδες και οι παππούδες, φαίνεται πως κρατάνε τα γκέμια των πιο ατίθασων σβήνοντας με το υστέρημά τους τις φωτιές στους κάδους σκουπιδιών και στα παρακείμενα σταθμευμένα αυτοκίνητα∙ φωτιές που συνήθως ανάβει η ανέχεια και η ανεργία των νέων.
Οι συνταξιούχοι που βάζουν πλάτη στην ανεργία των παιδιών και των εγγόνων τους, βλέπουν τις συντάξεις τους να συρρικνώνονται, βλέπουν το κομπόδεμα μιας ζωής, που το ανέλαβαν από την τράπεζα και που το φυλάνε κάτω από το στρώμα τους, να συρρικνώνεται κι αυτό και μέρα με την ημέρα να λιγοστεύει, όσο τα χαράτσια πληθαίνουν.
Κι όσο πληθαίνουν τα χαράτσια, το περίγραμμα της ζωής μας ορίζεται από την έλλειψη ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο, την ύφεση, την έλλειψη σχεδιασμού, την αδυναμία και την ατολμία διαχείρισης των χρόνιων προβλημάτων. Ίντριγκες, άσκοποι βυζαντινισμοί και επικοινωνιακά λάθη το ένα πίσω από το άλλο και άναρθρες κραυγές από όλες τις γωνιές του παραπαίοντος πολιτικού μας συστήματος.
Εν τέλει, στο δια ταύτα, φόροι και άλλοι φόροι και περισσότεροι φόροι για να πληρωθεί ένα χρέος που αφενός είναι ύποπτο αλλά παρά τις δεσμεύσεις δεν έχει ακόμα ελεγχθεί κι αφετέρου ειδεχθές, επειδή δεν μπορεί να αποπληρωθεί.
Όμως οι ράχες των υποζυγίων δεν αντέχουν άλλο κι είναι έτοιμες να σπάσουν από τα ασήκωτα βάρη. Παρά τις έωλες διαβεβαιώσεις για ελάφρυνση του δημοσίου χρέους στο επέκεινα, η παραπομπή του θέματος στις ελληνικές καλένδες, δεν ανακουφίζει καθόλου τα βάρη που επιβάλλει η ζοφερή μας πραγματικότητα, την ώρα που το ιδιωτικό χρέος τρίζει απαίσια τα κοφτερά του δόντια.
Εν τω μεταξύ, όσο η νομοθετική εξουσία, αντί να καταργεί επονείδιστες πράξεις ασυλίας του πρόσφατου παρελθόντος, ποιεί την νήσσαν, τόσο τα νεύρα μας θα τεντώνονται.
Όσο η εκτελεστική εξουσία, ξεχνώντας αίφνης τα προεκλογικά πυροτεχνήματα, συνεχίζει να εθελοτυφλεί, παρέχοντας ακατανόητη ασυλία στον παράνομα αποθησαυρισμένο πλούτο δεκαετιών, τόσο οι αντοχές μας και τα αποθέματα της υπομονής μας θα εξαντλούνται.
Όσο συμβαίνουν όλα αυτά υπό την προστασία της ετέρας εταίρας, της δικαστικής εξουσίας, τόσο θα αισθανόμαστε όλοι μας την αδικία να μας πνίγει για την ανομία που επικρατεί και για την ατιμωρησία των υπαιτίων της τραγωδίας που ζούμε.
Όσο οι διαπλεγμένες και καθόλου ανεξάρτητες μεταξύ τους εξουσίες, μας αντιμετωπίζουν σαν μια κοινωνία ραγιάδων, τόσο κι εμείς θα απαντάμε με οικειοθελώς αδήλωτη εργασία, ώστε να φιγουράρουμε ως πρωταθλητές κόσμου και θα αμυνόμαστε με αποφυγή έκδοσης παραστατικών, για να ταράζουμε τα νεύρα των οικονομετρών και των στατιστικολόγων. Θα αντιστεκόμαστε με όποιον τρόπο μας είναι προσφορότερος, προκειμένου να επιβιώσουμε. Ακόμα περισσότερο που η αδυναμία πληρωμής των χαρατσιών, είναι για όλο και περισσότερους πια και πραγματική και αντικειμενική. Μια συνεχώς αυξανόμενη αδυναμία να αντεπεξέλθουμε σε αυτόν τον παραλογισμό που βιώνουμε.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οικονομικής, κοινωνικής και ηθικής σήψης, με τη λέξη «ισοδύναμο» να ακούγεται πια στ’ αυτιά μας σαν κακόγουστο αστείο, είναι μόνο θέμα χρόνου να ξεσπάσει η λαϊκή οργή που συσσωρεύεται, γιατί σε όλες τις εποχές και σε όλα τα μέρη του κόσμου το καθήκον ενός πατέρα είναι πρώτα να ταΐσει το παιδί του και μετά να πληρώσει τα παράνομα και αντισυνταγματικά χαράτσια που επιμένουν να μας λένε ότι είναι πατριωτικό μας καθήκον να καταβάλλουμε.
Το κομπόδεμα του παππού, πάει κι αυτό, το εξάντλησαν οι φοροεισπράκτορες και οι μαυραγορίτες που πρωτοδεύτερη φορά αριστερά, συνεχίζουν να λυμαίνονται ανενόχλητοι την αγορά και τις ζωές μας∙ κι όλοι πορευόμαστε από το πουθενά προς το τίποτα, ακριβώς όπως μας συνέβαινε και πριν έναν χρόνο.
Μόνο που, πριν από έναν χρόνο, υπήρχε η ελπίδα ότι τα πράγματα θα πήγαιναν καλύτερα, με τη διαφαινόμενη πολιτική αλλαγή.
Τα έφεραν έτσι τα πράγματα, που γίνεται κάθε μέρα όλο και πιο ξεκάθαρο, ότι πρωτοδεύτερη φορά αριστερά, τίποτα δεν πηγαίνει προς το καλύτερο κι όλα τα ίδια μένουν.
Όμως το καζάνι βράζει και κάποια στιγμή, ίσως καθόλου μακρινή, θα λογαριαστούμε.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Ακούς εκεί! Είμαστε, λέει, μια χώρα έντεκα εκατομμυρίων ανθρώπων, από τους οποίους σχεδόν τα επτά εκατομμύρια αποτελούν τον οικονομικά ανενεργό πληθυσμό: συνταξιούχοι, άνεργοι και άεργοι.
Εκ πρώτης όψεως η αναλογία 7 προς 11 ακούγεται εξωπραγματική και τρομακτική, αλλά ευτυχώς για όλα υπάρχουν εξηγήσεις: Κύριος οίδε πόσοι μέσα σ’ αυτά τα 7 εκατομμύρια είναι οι νεότατοι και ακμαίοι συνταξιούχοι που παρέχουν στο μουλωχτό τις υπηρεσίες τους, πόσοι είναι οι επαγγελματίες που δε δηλώνουν τη δραστηριότητά τους, πόσοι είναι οι ανασφάλιστοι και οι μαύροι εργαζόμενοι, άλλοι γιατί έτσι πιέζονται ή εκβιάζονται από τους εργοδότες τους, αφού άλλωστε οι εισφορές είναι παράλογα υψηλές -κι άλλοι, γιατί ξέρουν ότι ισοδύναμο της καταβολής εισφορών σε συνταξιοδοτικά προγράμματα του πτωχού ελληνικού Δημοσίου, δεν είναι, παρά ως να ανοίγεις και να πετάς τα λεφτά σου έξω από το παράθυρο.
Έτσι, μετά από αμέτρητα χρόνια κακής διοίκησης, αισχρής κατάχρησης και ατιμώρητης κλεπτοκρατίας, το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, για να μην ξεχνάμε, βγήκε πριν από λίγο καιρό knock-out από το χτύπημα κάτω από τη ζώνη που του έδωσε εκείνος ο αχαρακτήριστος παρασυνταγματολόγος με το περίφημο P.S.I. που θα μείνει στην ιστορία ως ένα ντροπιαστικό κούρεμα του ελληνικού κράτους πρόνοιας. Κούρεμα με την ψιλή μηχανή και με τιμωρητικούς όρους, εις βάρος του δημόσιου συμφέροντος κι υπέρ αλλότριων ιδιωτικών.
Είναι, βέβαια, γεγονός αναμφισβήτητο ότι παρόλο που το πραγματικό ύψος της ανεργίας είναι άγνωστο στο πραγματικό του ποσοστό, δεν παύει κατά γενική ομολογία να βρίσκεται σε δυσθεώρητα ύψη και να συνεισφέρει κι αυτή σημαντικά στο γρηγορότερο βούλιαγμα των καταληστευμένων και άδειων ασφαλιστικών ταμείων.
Μια ανεργία που, όπως τουλάχιστον προκύπτει από τις έρευνες, στους νέους αγγίζει το συνταρακτικό ποσοστό του 51,8% που είναι, λέει, το υψηλότερο ποσοστό παγκοσμίως, με περισσότερους από τον έναν στους δύο νέους να είναι άνεργοι.
Εξίσου συνταρακτική όμως, δείχνει να είναι και η δύναμη των παραδοσιακών οικογενειακών δεσμών μας. Έτσι οι γιαγιάδες και οι παππούδες, φαίνεται πως κρατάνε τα γκέμια των πιο ατίθασων σβήνοντας με το υστέρημά τους τις φωτιές στους κάδους σκουπιδιών και στα παρακείμενα σταθμευμένα αυτοκίνητα∙ φωτιές που συνήθως ανάβει η ανέχεια και η ανεργία των νέων.
Οι συνταξιούχοι που βάζουν πλάτη στην ανεργία των παιδιών και των εγγόνων τους, βλέπουν τις συντάξεις τους να συρρικνώνονται, βλέπουν το κομπόδεμα μιας ζωής, που το ανέλαβαν από την τράπεζα και που το φυλάνε κάτω από το στρώμα τους, να συρρικνώνεται κι αυτό και μέρα με την ημέρα να λιγοστεύει, όσο τα χαράτσια πληθαίνουν.
Κι όσο πληθαίνουν τα χαράτσια, το περίγραμμα της ζωής μας ορίζεται από την έλλειψη ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο, την ύφεση, την έλλειψη σχεδιασμού, την αδυναμία και την ατολμία διαχείρισης των χρόνιων προβλημάτων. Ίντριγκες, άσκοποι βυζαντινισμοί και επικοινωνιακά λάθη το ένα πίσω από το άλλο και άναρθρες κραυγές από όλες τις γωνιές του παραπαίοντος πολιτικού μας συστήματος.
Εν τέλει, στο δια ταύτα, φόροι και άλλοι φόροι και περισσότεροι φόροι για να πληρωθεί ένα χρέος που αφενός είναι ύποπτο αλλά παρά τις δεσμεύσεις δεν έχει ακόμα ελεγχθεί κι αφετέρου ειδεχθές, επειδή δεν μπορεί να αποπληρωθεί.
Όμως οι ράχες των υποζυγίων δεν αντέχουν άλλο κι είναι έτοιμες να σπάσουν από τα ασήκωτα βάρη. Παρά τις έωλες διαβεβαιώσεις για ελάφρυνση του δημοσίου χρέους στο επέκεινα, η παραπομπή του θέματος στις ελληνικές καλένδες, δεν ανακουφίζει καθόλου τα βάρη που επιβάλλει η ζοφερή μας πραγματικότητα, την ώρα που το ιδιωτικό χρέος τρίζει απαίσια τα κοφτερά του δόντια.
Εν τω μεταξύ, όσο η νομοθετική εξουσία, αντί να καταργεί επονείδιστες πράξεις ασυλίας του πρόσφατου παρελθόντος, ποιεί την νήσσαν, τόσο τα νεύρα μας θα τεντώνονται.
Όσο η εκτελεστική εξουσία, ξεχνώντας αίφνης τα προεκλογικά πυροτεχνήματα, συνεχίζει να εθελοτυφλεί, παρέχοντας ακατανόητη ασυλία στον παράνομα αποθησαυρισμένο πλούτο δεκαετιών, τόσο οι αντοχές μας και τα αποθέματα της υπομονής μας θα εξαντλούνται.
Όσο συμβαίνουν όλα αυτά υπό την προστασία της ετέρας εταίρας, της δικαστικής εξουσίας, τόσο θα αισθανόμαστε όλοι μας την αδικία να μας πνίγει για την ανομία που επικρατεί και για την ατιμωρησία των υπαιτίων της τραγωδίας που ζούμε.
Όσο οι διαπλεγμένες και καθόλου ανεξάρτητες μεταξύ τους εξουσίες, μας αντιμετωπίζουν σαν μια κοινωνία ραγιάδων, τόσο κι εμείς θα απαντάμε με οικειοθελώς αδήλωτη εργασία, ώστε να φιγουράρουμε ως πρωταθλητές κόσμου και θα αμυνόμαστε με αποφυγή έκδοσης παραστατικών, για να ταράζουμε τα νεύρα των οικονομετρών και των στατιστικολόγων. Θα αντιστεκόμαστε με όποιον τρόπο μας είναι προσφορότερος, προκειμένου να επιβιώσουμε. Ακόμα περισσότερο που η αδυναμία πληρωμής των χαρατσιών, είναι για όλο και περισσότερους πια και πραγματική και αντικειμενική. Μια συνεχώς αυξανόμενη αδυναμία να αντεπεξέλθουμε σε αυτόν τον παραλογισμό που βιώνουμε.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οικονομικής, κοινωνικής και ηθικής σήψης, με τη λέξη «ισοδύναμο» να ακούγεται πια στ’ αυτιά μας σαν κακόγουστο αστείο, είναι μόνο θέμα χρόνου να ξεσπάσει η λαϊκή οργή που συσσωρεύεται, γιατί σε όλες τις εποχές και σε όλα τα μέρη του κόσμου το καθήκον ενός πατέρα είναι πρώτα να ταΐσει το παιδί του και μετά να πληρώσει τα παράνομα και αντισυνταγματικά χαράτσια που επιμένουν να μας λένε ότι είναι πατριωτικό μας καθήκον να καταβάλλουμε.
Το κομπόδεμα του παππού, πάει κι αυτό, το εξάντλησαν οι φοροεισπράκτορες και οι μαυραγορίτες που πρωτοδεύτερη φορά αριστερά, συνεχίζουν να λυμαίνονται ανενόχλητοι την αγορά και τις ζωές μας∙ κι όλοι πορευόμαστε από το πουθενά προς το τίποτα, ακριβώς όπως μας συνέβαινε και πριν έναν χρόνο.
Μόνο που, πριν από έναν χρόνο, υπήρχε η ελπίδα ότι τα πράγματα θα πήγαιναν καλύτερα, με τη διαφαινόμενη πολιτική αλλαγή.
Τα έφεραν έτσι τα πράγματα, που γίνεται κάθε μέρα όλο και πιο ξεκάθαρο, ότι πρωτοδεύτερη φορά αριστερά, τίποτα δεν πηγαίνει προς το καλύτερο κι όλα τα ίδια μένουν.
Όμως το καζάνι βράζει και κάποια στιγμή, ίσως καθόλου μακρινή, θα λογαριαστούμε.
Η σύνθεση είναι από την OKTANA
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια