SOS: Μεθοδευμένος ο πόλεμος Ε.Ε. κατά της Ελλάδας
Γράφει ο Σταύρος Λυγερός
|
Η άμεση πρόσκληση του πρωθυπουργού στο Παρίσι και κυρίως η πρωτοφανής προσωπική παρέμβαση του Αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, σε συνδυασμό με ένα πλήθος ευνοϊκών αναφορών στα διεθνή ΜΜΕ, δημιούργησαν την εντύπωση ότι η πρώτη κρίσιμη μάχη κερδίζεται. Το σενάριο των διαπραγματεύσεων με σκοπό μια νέα συμφωνία-πακέτο, που εκ των πραγμάτων θα αποτυπώνει έναν συμβιβασμό, φάνηκε ότι κερδίζει έδαφος απομακρύνοντας το ενδεχόμενο της ρήξης.
Το Βερολίνο, βεβαίως, συνέχιζε να λέει ότι η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει στο μνημονιακό πρόγραμμα, αλλά δεν επηρέασε το κλίμα αισιοδοξίας των πρώτων ημερών. Αυτό άρχισε να αλλάζει μετά τις συναντήσεις του κ. Αλέξη Τσίπρα με τον κ. Ματέο Ρέντσι και τον κ. Φρανσουά Ολάντ. Και οι δύο του κατέστησαν σαφή δύο πράγματα:
Πρώτον, ότι δεν συζητούν καν το ενδεχόμενο μιας σύμπραξης του ευρωπαϊκού Νότου με σκοπό να ασκηθούν πιέσεις προς το Βερολίνο - κι αυτό παρότι και η Ρώμη και το Παρίσι υποστηρίζουν την έξοδο από τη λιτότητα. Ο κ. Ολάντ, μάλιστα, συνέστησε στον κ. Τσίπρα να ζητήσει συνάντηση με την κυρία Ανγκελα Μέρκελ, διαβεβαιώνοντάς τον ότι θα τον δεχτεί!
Δεύτερον, ότι η Ελλάδα πρέπει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της, χωρίς, όμως, να επιμείνουν στην εφαρμογή του μνημονιακού προγράμματος. Εμμέσως πλην σαφώς αποδέχτηκαν την έναρξη διαπραγματεύσεων με σκοπό μια νέα συμφωνία-πακέτο. Οπως χαρακτηριστικά δήλωσε η γαλλική πλευρά, πρέπει να βρεθεί η χρυσή τομή ανάμεσα στις ανειλημμένες δεσμεύσεις της Ελλάδας και στο αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών.
Οπως ήταν εξαρχής αναμενόμενο, η ελπίδα του ΣΥΡΙΖΑ πως η εκλογική νίκη του θα λειτουργήσει ως καταλύτης για να συγκροτηθεί ένα μέτωπο του Νότου εναντίον της τοξικής λιτότητας διαψεύστηκε. Ας σημειωθεί ότι οι κυβερνήσεις των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας που εφαρμόζουν μνημονιακές πολιτικές είναι οι πιο σκληροί αντίπαλοι της πολιτικής του.
Οι κατηγορηματικά αρνητικές αντιδράσεις και της Μαδρίτης και της Λισσαβόνας είναι χαρακτηριστικές. Εχουν συνείδηση πως εάν η Αθήνα φέρει αποτελέσματα θα καταρρεύσει το ιδεολόγημα του μονόδρομου και οι ίδιες θα εκτεθούν ανεπανόρθωτα στους δικούς τους ψηφοφόρους. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, μάλιστα, φρόντισαν να διαμηνύσουν την ανησυχία τους προς το ευρωιερατείο.
Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τη Γαλλία και την Ιταλία. Οχι μόνο επειδή έχουν σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις, αλλά και επειδή είναι άλλου μεγέθους και άλλου πολιτικού ειδικού βάρους από την Ελλάδα. Επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν την «ανταρσία» Τσίπρα για να παίξουν τον ρόλο του ενδιάμεσου και να τη χρησιμοποιήσουν εμμέσως ως διαπραγματευτικό όπλο στη διελκυστίνδα τους με το Βερολίνο αναφορικά με τη λήψη μέτρων λιτότητας.
Καλά πληροφορημένες πηγές υποστηρίζουν ότι η σπουδή Ολάντ να καλέσει τον νέο Ελληνα πρωθυπουργό και η πρωτοφανής παρέμβαση του Αμερικανού προέδρου θορύβησαν το δίδυμο Μέρκελ - Σόιμπλε, πολύ περισσότερο επειδή επρόκειτο για συντονισμένες κινήσεις. Στο δείπνο του Στρασβούργου η καγκελάριος έβαλε στο ευρύτερο παζάρι με τον Γάλλο πρόεδρο και το ελληνικό ζήτημα, προσφέροντας ανταλλάγματα. Το ίδιο έπραξε στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον κ. Ρέντσι λίγο πριν αυτός δεχτεί τον κ. Τσίπρα. Για τον ίδιο λόγο (όπως επιβεβαίωσε ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου) βρίσκεται σε στενή επαφή με τον κ. Ομπάμα, τον οποίο και (με δική της πρωτοβουλία) θα επισκεφτεί αύριο στην Ουάσινγκτον.
Το κεντρικό επιχείρημα του Βερολίνου και προς τους τρεις είναι πως, εάν η κυβέρνηση Τσίπρα θεωρήσει πως διαθέτει ομπρέλα προστασίας, όχι μόνο δεν πρόκειται να υλοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις για τις οποίες έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση Σαμαρά, αλλά και θα εκτροχιάσει δημοσιονομικά την Ελλάδα, επαναφέροντάς την στον φαύλο κύκλο των ελλειμμάτων. Η κυρία Μέρκελ (και ο κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο δικό του επίπεδο) επικαλείται τις εξαγγελίες των υπουργών αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων τους.
Το γερμανικό επιχείρημα έπιασε τόπο. Οι κύριοι Ρέντσι και Ολάντ παρέμειναν σταθεροί στην επιλογή τους να αποφύγουν τη ρήξη με την Αθήνα. Στις συνομιλίες τους με τον κ. Τσίπρα, όμως, χρησιμοποίησαν αυστηρή γλώσσα όσον αφορά στην τήρηση των συμφωνηθέντων. Στην πραγματικότητα, τα όσα του είπαν ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα των διαπραγματεύσεων. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και στη συνάντηση με τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Οταν πλέον ο νέος Ελληνας πρωθυπουργός είχε προσγειωθεί μάλλον ανωμάλως όσον αφορά στην προσδοκία του να βρει ισχυρούς συμμάχους στους κόλπους της Ευρωζώνης, εκδηλώθηκε η γερμανική επίθεση. Το Reuters αποκάλυψε το έγγραφο με το οποίο το Βερολίνο ουσιαστικά απαιτεί από την κυβέρνηση Τσίπρα όχι μόνο να παραμείνει απολύτως στον μνημονιακό δρόμο και να αποδεχτεί την τρόικα των υπαλλήλων, αλλά και να εφαρμόσει τα επώδυνα μέτρα που η κυβέρνηση Σαμαρά δίσταζε να εφαρμόσει από το φθινόπωρο. Στην πραγματικότητα, Μέρκελ και Σόιμπλε ζητούν από τον κ. Τσίπρα να παραδοθεί άνευ όρων.
Στη συνάντησή του με τον κ. Βαρουφάκη, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών χρησιμοποίησε μετριοπαθείς εκφράσεις και άφησε κάποιες χαραμάδες, αλλά δεν προέκυψε συμφωνία ούτε καν για τη διαδικασία. Για να ενταθεί η πίεση προς την Αθήνα, μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε ότι από τις 11 Φεβρουαρίου (17 ημέρες νωρίτερα) θα σταματήσει να δίνει ρευστότητα στις ελληνικές τράπεζες με αντάλλαγμα ομόλογα εγγυημένα από το Ελληνικό Δημόσιο.
Αν και το επιτελείο Τσίπρα αντέδρασε καθησυχαστικά, είναι ξεκάθαρο ότι ο κ. Ντράγκι έριξε μια προειδοποιητική βολή, απολύτως ενταγμένη στην τακτική διαπραγματευτικής εξουθένωσης της νέας ελληνικής κυβέρνησης. Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν θα αντιμετωπίσει πρόβλημα ρευστότητας επειδή μπορεί να δανείζεται μέσω του έκτακτου μηχανισμού (ΕLA) με πολύ ακριβότερο επιτόκιο (1,55% έναντι 0,05%). Το πολιτικό μήνυμα, ωστόσο, είναι σαφές: αν δεν αποδεχτείτε γρήγορα ένα νέο πρόγραμμα, θα περιέλθετε σε κατάσταση χρηματοδοτικής ασφυξίας. Ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, μάλιστα, το είπε ρητά.
Η Αθήνα αρνείται να ζητήσει παράταση του μνημονιακού προγράμματος για να μην το αποδεχτεί έστω και εμμέσως. Αντιπροτείνει τη σύναψη μιας ενδιάμεσης συμφωνίας εντός του Φεβρουαρίου, με την οποία θα δοθεί χρόνος για την επίτευξη μέχρι το καλοκαίρι μιας συμφωνίας-πακέτο.
Αν και ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών προσπάθησε να αποσπάσει από τον Γερμανό ομόλογό του το πράσινο φως για τη συμφωνία-γέφυρα όπως την αποκαλεί ώστε να δρομολογηθούν οι διαπραγματεύσεις σε καθορισμένο πλαίσιο και ήρεμο κλίμα, ο κ. Σόιμπλε δεν έκανε βήμα πίσω. Ουσιαστικά ζητάει από την Αθήνα να υποβάλει αίτημα παράτασης του υφιστάμενου μνημονιακού προγράμματος για να την αναγκάσει να κάνει την πρώτη υποχώρηση και να υποστεί την πρώτη ήττα της στο επίπεδο των εντυπώσεων.
Ο κ. Τσίπρας απάντησε ότι η κυβέρνησή του δεν εκβιάζει, αλλά ούτε και εκβιάζεται. Εχει ήδη αποδεχτεί την αρχή των πρωτογενώς ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και επίσης αντί για άμεσο κούρεμα του ελληνικού χρέους, μορφές αναδιάρθρωσής του που διευκολύνουν πολιτικά τις κυβερνήσεις των χωρών-μελών της Ευρωζώνης, αλλά και ανακουφίζουν οικονομικά την Ελλάδα. Απορρίπτει κατηγορηματικά, όμως, τη συνέχιση της λιτότητας.
Ο επόμενος γύρος
Ο επόμενος γύρος θα λάβει χώρα στην έκτακτη σύνοδο του Eurogroup στις 11 Φεβρουαρίου. Εκτός από το να ζητάει ελληνικό αίτημα για παράταση, το ευρωιερατείο ζητάει από την Αθήνα να καταθέσει στην τακτική σύνοδο του Eurogroup στις 16 Φεβρουαρίου κοστολογημένες προτάσεις για τις προθέσεις της και στο δημοσιονομικό επίπεδο και αναλυτικές προτάσεις για τις προθέσεις της στο επίπεδο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Στόχος του Βερολίνου είναι να αποτρέψει τη συνολική πολιτική διαπραγμάτευση και να εγκλωβίσει την κυβέρνηση Τσίπρα κατά το δυνατόν στο προηγούμενο ασφυκτικό πλαίσιο, όπου η μόνη ελευθερία της Αθήνας θα είναι να επιλέγει δημοσιονομικά ισοδύναμα. Η πρόθεση αυτή φάνηκε καθαρά στη συνεδρίαση του Euroworking Group (επίπεδο εμπειρογνωμόνων), όπου η Ελλάδα ουσιαστικά βρέθηκε απομονωμένη.
Ολα δείχνουν ότι η κυρία Μέρκελ και ο κ. Σόιμπλε κατάφεραν να ενοποιήσουν το ευρωιερατείο στη γραμμή «διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά με το μαχαίρι στον λαιμό της». Στην ίδια γραμμή έφεραν και την Ουάσινγκτον. Η ανακοίνωση τής εδώ αμερικανικής πρεσβείας μετά τις επαφές που είχαν οι Αμερικανοί αξιωματούχοι με το κυβερνητικό επιτελείο την Παρασκευή δεν αφήνει περιθώριο αμφιβολιών. Μόνο παράθυρο ελπίδας είναι οι μετριοπαθείς τόνοι της Κομισιόν, η οποία μιλάει για αμοιβαίως επωφελή συμφωνία.
Αν και η κυβέρνηση Τσίπρα προσπαθεί επικοινωνιακά να αποδραματοποιήσει την κατάσταση, είναι προφανές ότι βρίσκεται σε δυσχερή θέση. Ηδη επεξεργάζεται τις προτάσεις που θα καταθέσει στο Eurogroup, αλλά είναι εκ των προτέρων δεδομένο πως, εάν έστω και στοιχειωδώς παραμείνει πιστή στις δεσμεύσεις της και τη λαϊκή εντολή, στις Βρυξέλλες θα προσκρούσει σε τοίχο.
Το δίλημμά της, έτσι όπως εμφανίζεται αυτή τη στιγμή, είναι επώδυνο, αλλά απολύτως αναμενόμενο. Ή θα αποδεχτεί να διαπραγματευτεί γονατισμένη όπως επιδιώκει το ευρωιερατείο, ή θα απορρίψει τις ασφυκτικές πιέσεις ανεβάζοντας το διακύβευμα του πολιτικού πόκερ.
Η τροπή που έχουν πάρει οι εξελίξεις έχουν ενισχύσει τις φωνές που υποστηρίζουν ότι εάν σφίξουν τη θηλιά γύρω από τον λαιμό της κυβέρνησης Τσίπρα, αυτή θα κάνει τελικώς την περιβόητη κωλοτούμπα. Είναι αξιοσημείωτο ότι ήδη γίνεται λόγος για συντεταγμένη αναδίπλωση, όπως κομψά την αποκαλούν όσοι θέλουν να χρυσώσουν το χάπι.
Οι προγραμματικές δηλώσεις
Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, οι κυβερνώντες θεωρούν ότι το σημερινό σκηνικό είναι η πρώτη πράξη των διαπραγματεύσεων και ως εκ τούτου οι θέσεις του ευρωιερατείου δεν έχουν την ισχύ τελεσιγράφου. Ως εκ τούτου, εκτιμούν ότι μετά την πρώτη αναμέτρηση οι εκατέρωθεν θέσεις θα διαφοροποιούνται προς την κατεύθυνση ενός συμβιβασμού.
Σ’ αυτές τις συνθήκες, οι προγραμματικές δηλώσεις που θα παρουσιάσει ο πρωθυπουργός στη Βουλή αποκτούν κρίσιμη σημασία. Από το περιεχόμενό τους θα διαφανούν όχι γενικά οι προθέσεις της κυβέρνησης, αλλά ειδικά οι εκπτώσεις που είναι διατεθειμένη να κάνει στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης προκειμένου να βρει έδαφος συμβιβασμού με το ευρωιερατείο.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν το ευρωιερατείο θα αρχίσει τη διαπραγμάτευση ή αντιθέτως, υπό την επήρεια του Βερολίνου, θα τηρήσει αδιάλλακτη στάση για να εκβιάσει την Αθήνα. Το Παρίσι και η Ουάσινγκτον θα επιτρέψουν άραγε στη Μέρκελ να εξωθήσει τα πράγματα στα άκρα, ή αντιθέτως όταν προκύψει αδιέξοδο θα παρέμβουν για να γεφυρώσουν το χάσμα;
Αν και τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί, υπάρχουν ενδείξεις ότι θα πράξουν το δεύτερο. Η γερμανική κυβέρνηση θα εξαντλήσει τα περιθώρια, αλλά είναι μάλλον απίθανο να προκαλέσει ρήξη, ειδικά εάν η κυβέρνηση Τσίπρα καταθέσει εποικοδομητικές προτάσεις.
Η αδιέξοδη συνάντηση Γερούν Ντάισελμπλουμ και Γιάνη Βαρουφάκη. Τώρα ο Ολλανδός την έχει στημένη στην Ελλάδα στο Eurogroup της 11ης Φεβρουαρίου
Ο κ. Τσίπρας είναι εξαρχής πρόθυμος να διαπραγματευτεί έναν συμβιβασμό, αλλά τίποτα δεν δείχνει ότι είναι διατεθειμένος να παραδοθεί άνευ όρων. Η ρήξη, άλλωστε, θα είναι όχι μόνο δραματικά επώδυνη για την Ελλάδα, αλλά κατά πάσα πιθανότητα θα αποσταθεροποιήσει και την Ευρωζώνη. Οπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο πρώην Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Γιόσκα Φίσερ, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ανοίγει εκ των πραγμάτων το επόμενο κεφάλαιο της κρίσης του ευρώ.
Εάν σφίξουν τη θηλιά γύρω από τον λαιμό της Αθήνας, μπορεί να φέρουν το ακριβώς αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Προφανώς, η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να λάβει μέτρα περιορισμού και για την κίνηση των κεφαλαίων και για τις αναλήψεις από τις τράπεζες προκειμένου να αντιμετωπίσει τον αναπόφευκτο οικονομικό πανικό.
Ο κ. Τσίπρας θα περιέλθει σε δυσχερή θέση, αλλά έχει ένα βέλος στη φαρέτρα του. Εάν η κατάσταση καταστεί πολιτικά μη διαχειρίσιμη, θα προκηρύξει δημοψήφισμα με ερώτημα την απαλλαγή ή όχι από τις μνημονιακές πολιτικές. Το δημοψήφισμα έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να αθροίσει πολιτικά τις αντιμνημονιακές ψήφους, κάτι που είναι αδύνατο στο κοινοβουλευτικό επίπεδο.
Δεδομένου ότι οι αντιμνημονιακοί είναι ευρεία πλειοψηφία στο εκλογικό σώμα, η κυβέρνηση δικαιολογημένα ελπίζει ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θα είναι θετικό και θα εδραιώσει πολιτικά την κυβέρνηση, εξουδετερώνοντας τις αντιδράσεις. Ταυτοχρόνως, θα μετέφερε στο ευρωιερατείο το δίλημμα. Στο τραπέζι θα έμπαινε πλέον η σχέση της Ελλάδας με την Ευρώπη και στην Αθήνα θα ελάμβαναν αποφάσεις πολεμικού χαρακτήρα.
Μπορεί το Βερολίνο να είναι πολιτικά κοντόθωρο και επιρρεπές στην ανελαστικότητα, αλλά στην Ουάσινγκτον έχουν επίγνωση ότι εάν φέρουν την κυβέρνηση Τσίπρα σε απόγνωση δεν αποκλείεται τίποτα. Οχι μόνο να προκηρύξει δημοψήφισμα, αλλά και για να επιβιώσει να στραφεί προς τη Ρωσία και την Κίνα. Ο κ. Βλαντιμίρ Πούτιν έχει ήδη προσκαλέσει τον κ. Τσίπρα στη Μόσχα και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς θα πάει εκεί τις επόμενες ημέρες.
Το έγκυρο αμερικανικό ινστιτούτο Stratfor κατηγόρησε ευθέως το Βερολίνο ότι με την πολιτική του εξωθεί την Ελλάδα στην αγκαλιά της Ρωσίας. Είναι το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε η Ουάσινγκτον. Το ανησυχητικό είναι πως οι Γερμανοί αξιωματούχοι επιβεβαιώνουν με κινήσεις τους ότι δεν ξέρουν πού να σταματήσουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Γερμανίδα υπουργός Αμυνας Ούρσουλα Φον Ντερ Λάινεν.
Στην προσπάθειά της να πιέσει την κυβέρνηση Τσίπρα, έφτασε να απειλήσει την Αθήνα ότι θέτει σε κίνδυνο τη σχέση της με το ΝΑΤΟ! Ο κ. Πάνος Καμμένος, ωστόσο, της έδωσε την πρέπουσα απάντηση. Το σημαντικότερο, όμως, είναι πως οι εν λόγω δηλώσεις προκάλεσαν δυσαρέσκεια σε ηγετικούς κύκλους της Συμμαχίας, οι οποίοι δικαιολογημένα θεώρησαν ότι κάκιστα το Βερολίνο ανέμειξε τη Συμμαχία στη διελκυστίνδα της Ευρωζώνης με την Ελλάδα.
protothema.gr
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια