Γράφει ο Μιχαήλ Βασιλείου
Ολόκληρη η χώρα περιμένει να ακούσει τις προγραμματικές δηλώσεις της
κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, παρότι στο παρελθόν, επρόκειτο μάλλον για
μια τυπική διαδικασία. Ο λόγος είναι προφανής.
Η χώρα κρέμεται σε μια κλωστή και οι «εταίροι» και δανειστές, την περιμένουν «στη γωνία» έτοιμοι – έτσι δηλώνουν – να τραβήξουν το χαλί κάτω από τα πόδια της, εάν δεν συμφωνήσει στη συνέχιση του προγράμματος, το οποίο είτε ονομάζεται Μνημόνιο είτε όχι, θα έχει την ίδια ακριβώς ουσία…
Η χώρα κρέμεται σε μια κλωστή και οι «εταίροι» και δανειστές, την περιμένουν «στη γωνία» έτοιμοι – έτσι δηλώνουν – να τραβήξουν το χαλί κάτω από τα πόδια της, εάν δεν συμφωνήσει στη συνέχιση του προγράμματος, το οποίο είτε ονομάζεται Μνημόνιο είτε όχι, θα έχει την ίδια ακριβώς ουσία…
Ο κυβερνητικός συνασπισμός του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ καλείται να
ισορροπήσει επικίνδυνα ανάμεσα στις προεκλογικές υποσχέσεις για τις
οποίες έχει ήδη καταστεί σαφές ακόμα και στους πιο δύσπιστους ότι δεν
βγαίνει ο λογαριασμός και την εξάρτηση της χώρας από την εξωτερική
χρηματοδότηση, η οποία συνδέεται με την εφαρμογή πολιτικής η οποία θα
έχει σαν στόχο να εξορθολογήσει τη λειτουργία του κράτους και να βάλει
τέρμα στο «πάρτι με δανεικά» της περασμένης δεκαετίας, για το οποίο οι
ευθύνες του πολιτικού συστήματος, από το ένα άκρο του φάσματος έως το
άλλο, ασχέτως διαβαθμίσεων στην ευθύνη των επιμέρους κομμάτων, είναι
τεράστιες.
Η συμβατική – αριστερής προελεύσεως – σοφία, θέλει το κυβερνών κόμμα
να αντιμετωπίζει πρόβλημα με την αριστερή του «πτέρυγα», καθώς η στροφή
προς τον ρεαλισμό και τη δυσμενή πραγματικότητα που αργά αλλά σταθερά
υλοποιεί, την αποξενώνει, με αποτέλεσμα να εγείρονται ανησυχίες ότι
είναι υπαρκτός ο κίνδυνος «αποσταθεροποίησης εκ των έσω».
Δεν χρησιμοποιούμε τον όρο «κωλοτούμπα», καθότι θα πρέπει να
εντοπίσουμε πρώτα, έστω ένα κόμμα που να κυβέρνησε και να μην έκανε το
ίδιο και μάλιστα σε πολύ πιο ευνοϊκές οικονομικά συνθήκες. Σε κάθε όμως
περίπτωση, το επιχείρημα του παρόντος σχόλιου, είναι ότι οι ψύχραιμοι
και νουνεχείς στο κυβερνητικό στρατόπεδο, θα πρέπει να αναλύσουν την
κατάσταση ορθά και να αποφύγουν λάθος υπολογισμούς τους οποίους έκανε το
κόμμα της Νέας Δημοκρατίας.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν πρέπει να διστάσει να πει την αλήθεια που
συνάντησε από τη στιγμή που ανέλαβε τα ηνία της χώρας. Είναι ίσως η
πρώτη φορά, που ένα σημαντικό – και εκλογικά κρίσιμο – τμήμα της χώρας
δεν ακούν με ενδιαφέρον την επιχειρηματολογία περί «κωλοτούμπας», καθώς
ορθά διαγιγνώσκουν ότι είτε ισχύει είτε δεν ισχύει, στη σημερινή
συγκυρία είναι παντελώς αδιάφορο, αφού το μέλλον όλων μας είναι κατά
πολύ σημαντικότερο από τις πολιτικές «ξιφομαχίες», τις οποίες, λόγω του
ανερμάτιστου ενίοτε περιεχομένου τους, τις πλήρωσε ο τόπος και η
ελληνική κοινωνία πολύ ακριβά, καθότι κακοποιούσαν τη λογική και
οδηγούσαν σε μονοπάτια άκρατου λαϊκισμού.
Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, κυρίως μετά τη στάση που τήρησαν
κυβερνητικοί αξιωματούχοι – κυρίως ο Γιάνης Βαρουφάκης – στις πρώτες
διεθνείς επαφές, έχουν οδηγήσει σε θεαματική διείσδυση του ΣΥΡΙΖΑ στον
κρίσιμο εκλογικά χώρο του κέντρου, κάτι το οποίο μπορεί να αποδειχθεί
πολλαπλώς επωφελές για τον Αλέξη Τσίπρα. Αρκεί να δει την ευκαιρία.
Είχαμε υποστηρίξει πριν αρκετό διάστημα, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα
πρέπει κάποια στιγμή να προσδιορίσει την πολιτική του ταυτότητα,
υπογραμμίζοντας ότι δεν είναι δυνατό ένα κόμμα να καταλαμβάνει όλο το
πολιτικό φάσμα από το κέντρο μέχρι την άκρα Αριστερά και πως θα πρέπει
να επιλέξει που θα εστιάσει: Στο κέντρο, ή στην άκρα Αριστερά, η οποία,
παρεμπιπτόντως, εκπροσωπείται από διάφορες «συνιστώσες» που ενσυνειδήτως
έχουν ψυχοπαθητικά χαρακτηριστικά, σε διάφορα επίπεδα της «ιδεολογίας»
τους.
Με απλά λόγια, η συγκυρία έχει δώσει μια τεράστια ευκαιρία, η οποία
δεν θα παραμείνει στο διηνεκές. Λέγοντας ξεκάθαρα πόσα από αυτά που
υποσχόταν ότι θα κάνει, μπορεί υπό τις συνθήκες να υλοποιήσει και πόσα
όχι, θα εξασφαλίσει την υποστήριξη πολλών «νοικοκυραίων» οι οποίοι το
τελευταίο διάστημα, χτυπημένοι άγρια από τη φορολογία, δείχνουν να έχουν
αλλάξει τρόπο σκέψης.
Όσο συντηρητικοί και να είναι, δεν έμειναν καθόλου αδιάφοροι
στο θέαμα ενός «χαλαρού» Έλληνα πολιτικού να υποστηρίζει «εκτός έδρας»
στη σε μια ξένη γλώσσα, όσα η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων θεωρεί
σωστά, ασχέτως εάν τα θεωρεί ή όχι εφικτά.
Το να λέει κάποιος κατάμουτρα στον εξαιρετικά αντιπαθή στην ελληνική
κοινωνία Σόιμπλε, ότι η Γερμανία ενώ ευαγγελίζεται την κάθαρση έχει
παίξει και ρόλο «διαφθορέα», εξακολουθώντας να μη συνεργάζεται σε
υποθέσεις υψηλής συμβολικής σημασίας (βλ. Χριστοφοράκος), αλλά και να
σπάει ένα διεθνές «ταμπού», αυτό μιας αναφοράς που αφορά το ναζιστικό
της παρελθόν, συγκλόνισε μεγάλα στρώματα του πληθυσμού.
Η ειλικρίνεια που απέπνεε η στάση του Γιάνη Βαρουφάκη,
μεταλαμπάδευσε τον χαρακτηρισμό και στις κυβερνητικές προθέσεις. Ακόμα
και άνθρωποι που σε καμία των περιπτώσεων δεν επρόκειτο να ψηφίσουν τον
ΣΥΡΙΖΑ, λένε σήμερα «άσε τους να κυβερνήσουν να τους δούμε». Δηλαδή,
έχει διαμορφωθεί ένα σκηνικό «ανοχής» από τμήματα του εκλογικού σώματος
που δεν διάκεινται φιλικά προς την ιδεολογία που εκπροσωπεί συνολικότερα
το κυβερνών κόμμα.
Οι αμφιλεγόμενες δηλώσεις των υπουργών έχουν αρχίσει σταδιακά να
μαζεύονται και όλοι θα καταλάβουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ότι
πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού και όχι του ευκταίου.
Άλλο η αντιπολίτευση με τις υπερβολές της και άλλο οι κυβερνητικές
ευθύνες. Ειδικά στη σημερινή συγκυρία, είναι επιτακτικό να ξεπεραστούν
το συντομότερο ιδεοληψίες που μπορούν να οδηγήσουν σε μεγάλη ζημιά, όχι
κομματική, αλλά στη χώρα την ίδια.
Όσο όμορφα και να ακούγεται στο παραδοσιακό ακροατήριο της Αριστεράς,
καλό θα ήταν, στον δυτικό κόσμο ο Τσίπρας να μη μείνει ως ο… «κομπανιέρο Αλέξης»,
όπως τον αποκάλεσε ο τραγικά αποτυχημένος Νίκολας Μαδούρο της
Βενεζουέλας. Άλλο πράγμα κάποιες κοινές ιδεολογικές καταβολές και άλλο ο
κόσμος της εφαρμοσμένης πολιτικής, όπου ο Μαδούρο τα έχει κάνει
«θάλασσα», καθώς όσα μοίραζε προερχόντουσαν από τα πετρελαϊκά έσοδα.
Ασχέτως του ποιος ευθύνεται και με ποιο κίνητρο, η κατάρρευση της τιμής
του πετρελαίου έδειξε ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός», κάτι που ασφαλώς
δεν ισχύει μόνο στην περίπτωση της Βενεζουέλας.
Η περίπτωση της Ρωσίας έχει διαφορές για την Ελλάδα, ακόμα κι
εκεί όμως, οι χειρισμοί πρέπει να αλλάξουν, χωρίς απαραίτητα να αλλάξει
δραματικά η ουσία, η επιθυμία – ορθή κατά τη γνώμη μας – να διατηρεί η
χώρα ένα καλό επίπεδο σχέσεων με τη Μόσχα, όπως και με άλλες σημαντικές
πρωτεύουσες ανά τον κόσμο. Διότι οι συνέπειες θα είναι βαρύτατες, κάτι
για το οποίο η συναίσθηση στο κυβερνητικό στρατόπεδο, δεν είναι επαρκής.
Λόγω απειρίας στις διεθνείς υποθέσεις πιθανότατα.
Για να μη μακρηγορούμε, ο Αλέξης Τσίπρας έχει μια σπάνια ευκαιρία να
ενισχύσει τη θέση του πραγματοποιώντας στροφή προς τη λογική. Όταν
φθάνουν ακόμα και οι πιο ακραίοι ιδεολογικοί σου αντίπαλοι να δηλώνουν
την πικρία τους διότι τη στάση στο εξωτερικό δεν την τήρησαν
αξιωματούχοι της δικής τους κυβέρνησης αλλά ο ιδεολογικός τους
αντίπαλος, δηλώνοντας ταυτόχρονα σεβασμό στην πατριωτική αυτή
προσπάθεια, είναι προφανές ότι τα δεδομένα της πολιτικής εξίσωσης είναι
στην παρούσα συγκυρία εντελώς διαφορετικά από ό,τι είχαμε συνηθίσει και η
παραδοσιακή πόλωση έχει σπάσει καθοριστικά.
Όταν ο πιο ακραίος αντίπαλος σου βγάζει έντιμα το καπέλο (ή
στέκεται προσοχή… κατά Τάκη Μπαλτάκο), πόσο άραγε πιο θερμός είναι ο
μέσος κεντρώος ψηφοφόρος; Αυτός που σήμερα δεν έχει χάσει την ελπίδα να
μη διαρραγούν οι σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ακούστηκαν
κάποια πράγματα που έπρεπε να ειπωθούν, ενώ κάποια από τα φιλολαϊκά
μέτρα που έμοιαζαν εντελώς εκτός πραγματικότητας προεκλογικά, θα
καταφέρουν να περάσουν. Αυτό λέει η διαπραγματευτική λογική!
Ασφαλώς, εξακολουθούν να υπάρχουν και ορισμένοι (αρκετοί;) μειωμένου
καταλογισμού, που δεν μπορούν να δουν την πραγματικότητα όπως αυτή
διαμορφώνεται και να ονειρεύονται κάτι ομιχλώδεις επαναστάσεις που θα
ανατρέψουν το παγκόσμιο σύστημα, που ενοχλούνται και ανησυχούν όταν ο
αντίπαλος τους συγχαίρει. Με αυτούς πρέπει να σταματήσει να ασχολείται ο
Τσίπρας. Όχι να τους απομονώσει. Όποιος θέλει φεύγει μόνος του.
Σε περίπτωση εκλογών, όχι στο πλαίσιο πολιτικάντικης κίνησης,
αλλά επειδή θα επιβληθεί εκ των πραγμάτων, εκτιμούμε ότι η πιθανότητα
άνετης αυτοδυναμίας για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ιδιαίτερα αυξημένη. Πλέον δεν
έχει λόγο να φοβάται τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε «νέο ΠΑΣΟΚ» ο Τσίπρας.
Αυτό που θα πρέπει να φοβάται, είναι η επανάληψη του σφάλματος της Νέας
Δημοκρατίας. Στράφηκε στη Δεξιά και την άκρα Δεξιά για να αντλήσει
ψήφους που θα τη διατηρούσαν στην εξουσία και έχασε τον κρίσιμο χώρο του
Κέντρου. Έτσι και ο Τσίπρας πρέπει να σταματήσει να ασχολείται με τους
αντίστοιχους…
Αρκεί να μην παρασυρθεί από τις σειρήνες τα πελατειακής σχέσης με
ψηφοφόρους, αρκεί να μην λερωθούν χέρια… Εκτός κι αν ισχύει ο ισχυρισμός
αναλυτών, ότι η συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ προσφέρει ισχυρό άλλοθι, έως
ότου ολοκληρωθεί ο μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα εξουσίας με πιο
μόνιμα και όχι συγκυριακά χαρακτηριστικά. Εν αναμονή λοιπόν των
προγραμματικών δηλώσεων, ας ελπίσουμε ότι θα επικρατήσουν οι έχοντες
εικόνα του διεθνούς περιβάλλοντος και όσοι έχουν… βίτσιο να σκέφτονται
χωρίς παρωπίδες.
defence-point.gr
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια