Sponsor

ATHENS WEATHER

Το πρώτο ορυχείο στο βυθό της θάλασσας

Καναδική εταιρεία κατέληξε σε συμφωνία με την κυβέρνηση της Παπούα Νέας Γουινέας για την εξόρυξη μετάλλων από το βυθό του Ειρηνικού Ωκεανού -ένα φιλόδοξο εγχείρημα που κατέστη εφικτό χάρη σε τεχνολογίες που αναπτύχθηκαν για τις υπεράκτιες γεωτρήσεις υδρογονανθράκων.

Η εξορυκτική Nautilus Mineralis έχει ήδη κατασκευάζει ένα γιγάντιο μηχάνημα των 340 τόνων που θα θρυμματίζει αποθέσεις μετάλλων στο βυθό, σε βάθος 1.500 μέτρων, προκειμένου να αντληθούν στη συνέχεια σε πλοία υπό τη μορφή λάσπης.
Οι αποθέσεις καταλαμβάνουν έκταση όσο 10 γήπεδα ποδοσφαίρου και είναι εξαιρετικά πλούσιες σε χαλκό, χρυσό και άλλα μέταλλα.

Η νησιωτική Παπούα Νέα Γουινέα βρίσκεται πάνω στο Λεγόμενο Δακτύλιο της Φωτιάς, μια σειρά ηφαιστείων που περικυκλώνουν τον Ειρηνικό και σημειώνουν τα όρια των τεκτονικών πλακών. Όπως συμβαίνει και σε άλλες σεισμογόνες περιοχές, η γεωλογική δραστηριότητα γύρω από το νησί της Νέας Γουινέας φέρνει πολύτιμα μεταλλεύματα κοντά στην επιφάνεια.

Το υποβρύχιο ορυχείο της Nautilus Mineralis, με την ονομασία Solwara-1, θα εκμεταλλευτεί τα μέταλλα που αναβλύζουν από υδροθερμικά φρεάτια (οπές που κατεβαίνουν στο υπέδαφος) διαλυμένα σε υπέρθερμο, όξινο νερό. Το νερό αυτό ψύχεται απότομα καθώς συναντά το ψυχρό, αλκαλικό νερό του ωκεανού, οπότε τα διαλυμένα συστατικά του κατακρημνίζονται και δημιουργούν εκτεταμένες αποθέσεις.

Όπως ανέφερε στο BBC ο διευθύνων σύμβουλος της Nautilus Μάικ Τζόνσον, ένα θερμόμετρο που αφέθηκε στο βυθό για 18 μήνες διαπιστώθηκε ότι είχε καλυφθεί πλήρως από αποθέσεις χαλκού.

Τα υποβρύχια ορυχεία είναι ένα παλιό όνειρο της εξορυκτικής βιομηχανίας, μέχρι πρόσφατα όμως η υλοποίησή τους θεωρούνταν αδύνατη λόγω των τεχνικών δυσκολιών. Τα τελευταία χρόνια όμως οι επενδύσεις σε υπεράκτια κοιτάσματα υδρογονανθράκων οδήγησαν στην τελειοποίηση τεχνολογιών για βιομηχανικές δραστηριότητες σε μεγάλο βάθος.

Όμως το ατύχημα στην εξέδρα Deepwater Horizon της ΒP το 2010, που είχε ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη διαρροή πετρελαίου στην αμερικανική ιστορία, κατέστησε σαφές ότι οι κίνδυνοι παραμένουν.

Δεν είναι λοιπόν περίεργο που οι περιβαλλοντικές οργανώσεις αντιδρούν στην αξιοποίηση των κοιτασμάτων του βυθού.  «Οι ωκεανοί δεν έχουν ακόμα χαρτογραφηθεί πλήρως, οπότε ο κίνδυνος απώλειας χλωρίδας και πανίδας δεν είναι ακόμα κατανοητός» επισήμανε ο Ρίτσαρντ Πέιτζ της Greenpeace.

Η Nautilus, από την πλευρά της, διαβεβαιώνει ότι το οικοσύστημα των υδροθερμικών φρεατίων θα ανακάμψει 5 με 10 χρόνια μετά το κλείσιμο του ορυχείου στο μέλλον, καθώς τα ρεύματα θα φέρουν ασπόνδυλα και άλλα είδη από γειτονικά φρεάτια.

Χρειάστηκαν χρόνια διαπραγματεύσεων μέχρι να συμφωνήσουν η εταιρεία και η Παπούα Νέα Γουινέα για τους όρους λειτουργίας του ορυχείου. Η τελική συμφωνία προβλέπει ότι το δημόσιο θα αποκτήσει το 15% του ορυχείου για το ποσό των 120 εκατομμυρίων δολαρίων.

Υπάρχουν όμως κι άλλες χώρες που διερευνούν τη δυνατότητα υποβρύχιας εξόρυξης: Η Διεθνής Αρχή Βυθού (ISA), ο φορέας του ΟΗΕ που επιβλέπει αυτή τη δραστηριότητα, έχει δώσει μέχρι στιγμής 19 άδειες για έρευνες στο βυθό.

Η Ιαπωνία, για παράδειγμα, ανακοίνωσε πέρυσι ότι εντόπισε στο βυθό του Ειρηνικού εξαιρετικά πλούσια κοιτάσματα «σπάνιων γαιών» -μια σειρά σπάνιων στοιχείων που χρησιμοποιούνται ευρέως στη βιομηχανία.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια