Η τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει να ξεπερασθεί η οικονομική κρίση,
αλλά και να βελτιώσει την υγεία, την παιδεία και την καθημερινότητα.
Αυτό πιστεύει η συντριπτική πλειονότητα των 1.040 «ψηφιακά εγγράμματων» πολιτών που πήραν μέρος σε έρευνα του εργαστηρίου ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, απαντώντας τον Δεκέμβριο του 2013 στο online ερωτηματολόγιο που είχαν ετοιμάσει γι’ αυτό τον σκοπό οι επιστήμονες του εργαστηρίου.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη της Ericsson, ενώ τα αποτελέσματά της παρουσιάσθηκαν σήμερα στους εκπροσώπους του Τύπου. Όπως ανέφεραν οι εκπρόσωποι του ELTRUN, επικεντρώθηκε σε πολίτες «εξοικειωμένους με την ψηφιακή εποχή», δηλαδή σε ανθρώπους που αξιοποιούν για παράδειγμα το ίντερνετ ή έχουν smartphone, θέλοντας να καταγράψει τις προσδοκίες ανθρώπων που έχουν ήδη εντάξει την τεχνολογία στη ζωή τους.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες του εργαστηρίου, οι πολίτες αυτοί αντιπροσωπεύουν πληθυσμιακά περίπου το 55% της ελληνικής κοινωνίας, ενώ αποτελούν το δυναμικότερο κομμάτι της. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται κυρίως για επιχειρηματίες και ανθρώπους που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα, ενώ το 66,5% έχει ηλικία μεταξύ 25-44 ετών και το 79% είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή και κάτοχοι μεταπτυχιακού.
Συνοψίζοντας τα βασικά πορίσματα, ο κ. Γιώργος Δουκίδης, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο και διευθυντής του ELTRUN, αναφέρθηκε κατ’ αρχάς στην αναντιστοιχία που ανέδειξε η έρευνα: από τη μια μεριά, το κοινό εμφανίζει ωριμότητα και εξοικείωση στη χρήση τεχνολογιών, ενώ το κράτος υστερεί στην αξιοποίησή της για την παροχή δημόσιων αγαθών.
«Αυτό έχει σαν συνέπεια ένα μέρος των πολιτών να νιώθει αντιπαλότητα με το κράτος, θεωρώντας το “οπισθοδρομικό”. Κατά τη γνώμη μου, όμως, το σημαντικότερο αρνητικό αποτέλεσμα είναι πως το υψηλό επίπεδο ψηφιακής εξοικείωσης εξαντλείται σήμερα στην ψυχαγωγία και την επικοινωνία (π.χ. στη χρήση των κοινωνικών δικτύων). Κι αυτό γιατί δεν υπάρχουν υπηρεσίες που να μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτοί οι πολίτες ώστε να έχουν ευκολότερη πρόσβαση σε δημόσια αγαθά, βελτιώνοντας έτσι την καθημερινότητά τους και συμβάλλοντας παράλληλα στην οικονομική ανάπτυξη», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Το δεύτερο βασικό πόρισμα είναι πως, για πρώτη φορά σε ανάλογη μελέτη του ELTRUN, οι Έλληνες αναγορεύουν την τεχνολογία ως εργαλείο για την υπέρβαση της κρίσης, βλέποντας λύση στην επιχειρηματικότητα. «Εξίσου σημαντικό είναι πως οι συμμετέχοντες θεωρούν πως, μέσω της τεχνολογίας, μπορεί να μεταρρυθμισθεί το κράτος. Επίσης, η τεχνολογία τούς δημιουργεί ελπίδα και προσμονή για καλύτερης Υγεία, Παιδεία και Ποιότητα ζωής», πρόσθεσε.
Από τη μεριά του ELTRUN, τα αναλυτικά αποτελέσματα ανέλαβε να παρουσιάσει ο Αριστείδης Θεοτόκης, Associate Professor of Marketing, Leeds University Business School. Σύμφωνα με αυτά, όσον αφορά την παιδεία, οι συμμετέχοντες ενέταξαν στις εφαρμογές που θέλουν την παρακολούθηση online μαθημάτων σε πανεπιστήμια και την ανοικτή πρόσβαση στο εκπαιδευτικό περιεχόμενο – από απόσταση, με χαμηλό ή καθόλου κόστος και από όλες τις συσκευές.
Στον τομέα της υγείας, η έρευνα ανέδειξε το ενιαίο ψηφιακό προσωπικό ιατρικό ιστορικό, όπως και τις ψηφιακές εφαρμογές για το κλείσιμο και την τήρηση των ιατρικών ραντεβού, με σκοπό τη μείωση της ταλαιπωρίας των ασθενών.
Οι συμμετέχοντες έδειξαν επίσης να συμφωνούν πως η τεχνολογία μπορεί να «εξομαλύνει» τις σχέσεις κράτους-πολιτών, με την έκδοση και προμήθεια δημόσιων εγγράφων και πιστοποιητικών μέσω διαδικτύου, και τη δημιουργία online υπηρεσιών για την καταγραφή των προβλημάτων της πόλης. Προτεραιότητα δίνουν επίσης και στα εργαλεία ηλεκτρονικής διακυβέρνηση, όπως την ηλεκτρονική ψηφοφορία και τη δημόσια διαβούλευση.
Σε μεγάλο ποσοστό, οι πολίτες δήλωσαν πως μπορούν να «μεταμορφωθούν» και οι δημόσιες μεταφορές, μέσω της άμεσης πληροφόρησης για τον χρόνο άφιξης των μέσων μεταφοράς, του ηλεκτρονικού εισιτηρίου και της «ζωντανής» ενημέρωσης για τυχόν καθυστερήσεις και την κυκλοφοριακή συμφόρηση.
Μια ακόμη εφαρμογή της τεχνολογίας αφορά την εξοικονόμηση χρημάτων, με τη βοήθεια ψηφιακών εφαρμογών για άμεση σύγκριση τιμών, και τη διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών, με τη δημιουργία ασφαλών συστημάτων ηλεκτρονικών πληρωμών.
Από την πλευρά του, ο κ. Βασίλης Κουλούρης από την Ericsson δήλωσε πως η εταιρεία υποστήριξε την έρευνα για να ακουστεί για πρώτη φορά η φωνή των Ελλήνων και οι προσδοκίες τους. «Οι Έλληνες είναι ώριμοι χρήστες και από τις εφαρμογές που προκρίνουν δείχνουν την πεποίθησή τους πως, υιοθετώντας τεχνολογίες που υπάρχουν ήδη σήμερα, η οικονομία και η καθημερινότητα στη χώρα μας θα μπορούσε να κάνει μεγάλα άλματα προόδου. Η μόνη προϋπόθεση είναι να υλοποιηθεί ένα ολοκληρωμένο και ενιαίο σχέδιο εφαρμογής, από όλους όσοι εμπλέκονται: κοινότητες πολιτών, κρατικές υπηρεσίες και αρχές, επιχειρήσεις», επισήμανε.
Αυτό πιστεύει η συντριπτική πλειονότητα των 1.040 «ψηφιακά εγγράμματων» πολιτών που πήραν μέρος σε έρευνα του εργαστηρίου ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, απαντώντας τον Δεκέμβριο του 2013 στο online ερωτηματολόγιο που είχαν ετοιμάσει γι’ αυτό τον σκοπό οι επιστήμονες του εργαστηρίου.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη της Ericsson, ενώ τα αποτελέσματά της παρουσιάσθηκαν σήμερα στους εκπροσώπους του Τύπου. Όπως ανέφεραν οι εκπρόσωποι του ELTRUN, επικεντρώθηκε σε πολίτες «εξοικειωμένους με την ψηφιακή εποχή», δηλαδή σε ανθρώπους που αξιοποιούν για παράδειγμα το ίντερνετ ή έχουν smartphone, θέλοντας να καταγράψει τις προσδοκίες ανθρώπων που έχουν ήδη εντάξει την τεχνολογία στη ζωή τους.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες του εργαστηρίου, οι πολίτες αυτοί αντιπροσωπεύουν πληθυσμιακά περίπου το 55% της ελληνικής κοινωνίας, ενώ αποτελούν το δυναμικότερο κομμάτι της. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται κυρίως για επιχειρηματίες και ανθρώπους που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα, ενώ το 66,5% έχει ηλικία μεταξύ 25-44 ετών και το 79% είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή και κάτοχοι μεταπτυχιακού.
Συνοψίζοντας τα βασικά πορίσματα, ο κ. Γιώργος Δουκίδης, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο και διευθυντής του ELTRUN, αναφέρθηκε κατ’ αρχάς στην αναντιστοιχία που ανέδειξε η έρευνα: από τη μια μεριά, το κοινό εμφανίζει ωριμότητα και εξοικείωση στη χρήση τεχνολογιών, ενώ το κράτος υστερεί στην αξιοποίησή της για την παροχή δημόσιων αγαθών.
«Αυτό έχει σαν συνέπεια ένα μέρος των πολιτών να νιώθει αντιπαλότητα με το κράτος, θεωρώντας το “οπισθοδρομικό”. Κατά τη γνώμη μου, όμως, το σημαντικότερο αρνητικό αποτέλεσμα είναι πως το υψηλό επίπεδο ψηφιακής εξοικείωσης εξαντλείται σήμερα στην ψυχαγωγία και την επικοινωνία (π.χ. στη χρήση των κοινωνικών δικτύων). Κι αυτό γιατί δεν υπάρχουν υπηρεσίες που να μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτοί οι πολίτες ώστε να έχουν ευκολότερη πρόσβαση σε δημόσια αγαθά, βελτιώνοντας έτσι την καθημερινότητά τους και συμβάλλοντας παράλληλα στην οικονομική ανάπτυξη», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Το δεύτερο βασικό πόρισμα είναι πως, για πρώτη φορά σε ανάλογη μελέτη του ELTRUN, οι Έλληνες αναγορεύουν την τεχνολογία ως εργαλείο για την υπέρβαση της κρίσης, βλέποντας λύση στην επιχειρηματικότητα. «Εξίσου σημαντικό είναι πως οι συμμετέχοντες θεωρούν πως, μέσω της τεχνολογίας, μπορεί να μεταρρυθμισθεί το κράτος. Επίσης, η τεχνολογία τούς δημιουργεί ελπίδα και προσμονή για καλύτερης Υγεία, Παιδεία και Ποιότητα ζωής», πρόσθεσε.
Από τη μεριά του ELTRUN, τα αναλυτικά αποτελέσματα ανέλαβε να παρουσιάσει ο Αριστείδης Θεοτόκης, Associate Professor of Marketing, Leeds University Business School. Σύμφωνα με αυτά, όσον αφορά την παιδεία, οι συμμετέχοντες ενέταξαν στις εφαρμογές που θέλουν την παρακολούθηση online μαθημάτων σε πανεπιστήμια και την ανοικτή πρόσβαση στο εκπαιδευτικό περιεχόμενο – από απόσταση, με χαμηλό ή καθόλου κόστος και από όλες τις συσκευές.
Στον τομέα της υγείας, η έρευνα ανέδειξε το ενιαίο ψηφιακό προσωπικό ιατρικό ιστορικό, όπως και τις ψηφιακές εφαρμογές για το κλείσιμο και την τήρηση των ιατρικών ραντεβού, με σκοπό τη μείωση της ταλαιπωρίας των ασθενών.
Οι συμμετέχοντες έδειξαν επίσης να συμφωνούν πως η τεχνολογία μπορεί να «εξομαλύνει» τις σχέσεις κράτους-πολιτών, με την έκδοση και προμήθεια δημόσιων εγγράφων και πιστοποιητικών μέσω διαδικτύου, και τη δημιουργία online υπηρεσιών για την καταγραφή των προβλημάτων της πόλης. Προτεραιότητα δίνουν επίσης και στα εργαλεία ηλεκτρονικής διακυβέρνηση, όπως την ηλεκτρονική ψηφοφορία και τη δημόσια διαβούλευση.
Σε μεγάλο ποσοστό, οι πολίτες δήλωσαν πως μπορούν να «μεταμορφωθούν» και οι δημόσιες μεταφορές, μέσω της άμεσης πληροφόρησης για τον χρόνο άφιξης των μέσων μεταφοράς, του ηλεκτρονικού εισιτηρίου και της «ζωντανής» ενημέρωσης για τυχόν καθυστερήσεις και την κυκλοφοριακή συμφόρηση.
Μια ακόμη εφαρμογή της τεχνολογίας αφορά την εξοικονόμηση χρημάτων, με τη βοήθεια ψηφιακών εφαρμογών για άμεση σύγκριση τιμών, και τη διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών, με τη δημιουργία ασφαλών συστημάτων ηλεκτρονικών πληρωμών.
Από την πλευρά του, ο κ. Βασίλης Κουλούρης από την Ericsson δήλωσε πως η εταιρεία υποστήριξε την έρευνα για να ακουστεί για πρώτη φορά η φωνή των Ελλήνων και οι προσδοκίες τους. «Οι Έλληνες είναι ώριμοι χρήστες και από τις εφαρμογές που προκρίνουν δείχνουν την πεποίθησή τους πως, υιοθετώντας τεχνολογίες που υπάρχουν ήδη σήμερα, η οικονομία και η καθημερινότητα στη χώρα μας θα μπορούσε να κάνει μεγάλα άλματα προόδου. Η μόνη προϋπόθεση είναι να υλοποιηθεί ένα ολοκληρωμένο και ενιαίο σχέδιο εφαρμογής, από όλους όσοι εμπλέκονται: κοινότητες πολιτών, κρατικές υπηρεσίες και αρχές, επιχειρήσεις», επισήμανε.
0 Σχόλια