Τα ρίσκα της παράτασης του πολέμου στην Ουκρανία πολλαπλασιάζονται. Το κατέδειξαν αυτό καθαρά οι εξελίξεις μιας εβδομάδας που ξεκίνησε με εναέριο επεισόδιο μεταξύ αμερικανικού κατασκοπευτικού drone και ρωσικών μαχητικών, για να καταλήξει με την απόφαση της Πολωνίας και της Σλοβακίας να γίνουν τα πρώτα μέλη του ΝΑΤΟ, που αποστέλλουν πολεμικά αεροσκάφη στην ουκρανική πλευρά.
Την Τρίτη το Πεντάγωνο έκανε γνωστό ότι αναγνωριστικό drone τύπου MQ-9 "Reaper" το οποίο πραγματοποιούσε "αποστολή ρουτίνας" στον εναέριο χώρο της Μαύρης Θάλασσας ήρθε αντιμέτωπο με δύο ρωσικά Su-27, τα οποία επιχείρησαν να το παρεμποδίσουν ρίχνοντας πάνω του καύσιμα, ενώ ένα εξ αυτών χτύπησε την προπέλα του, με αποτέλεσμα την καταβύθισή του με απόφαση της αμερικανικής πλευράς.
Η ρωσική εκδοχή θέλει τα δύο μαχητικά να μην έχουν χρησιμοποιήσει πυρά και να μην έχουν έρθει σε επαφή με το αμερικανικό drone, το οποίο φέρεται να κατέληξε στη θάλασσα μετά από απώλεια ύψους. Επίσης η Μόσχα επιμένει ότι το περιστατικό έλαβε χώρα σε απόσταση 60 χιλιομέτρων από τον ναύσταθμο της Σεβαστούπολης, περιοχή την οποία έχει αποκλείσει σε ξένες δυνάμεις.
Αλλά η πολιτική σημασία του συμβάντος είναι μεγαλύτερη των επιχειρησιακών λεπτομερειών. Είναι η πρώτη φορά μετά την περσινή έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία που η ευρύτερη περιοχή γίνεται πεδίο ευθείας, έστω και περιορισμένης, ρωσο-αμερικανικής εμπλοκής, με τη μεν Ουάσινγκτον να καταγγέλλει "ριψοκίνδυνη και αντιεπαγγελματική συμπεριφορά", τη δε Μόσχα να υποστηρίζει ότι το αμερικανικό drone κινούνταν με κλειστό αναμεταδότη προς την Κριμαία και ουσιαστικά συμμετείχε στη λήψη πληροφοριών για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων από ουκρανικής πλευράς.
Σημειώνεται ότι το εν λόγω εξελιγμένο drone, αξίας 32 εκατ. δολαρίων, φέρεται να έχει ανασυρθεί μετά τη βύθισή του από τη ρωσική πλευρά, ενώ χθες ο Ρώσος υπουργός Άμυνας, Σεργκέι Σοϊγκού, πρότεινε τους πιλότους των δύο Su-27 για παρασημοφόρηση.
Το μήνυμα του Αντόνοφ
Κληθείς για την επίδοση διαβήματος διαμαρτυρίας, ο Ρώσος πρεσβευτής στη Ουάσινγκτον Ανατόλι Αντόνοφ υιοθέτησε αποκαλυπτικά επιθετική ρητορική, βάζοντας στη συζήτηση και τη στάση ισχυρών γερουσιαστών όπως ο Λίντσεϊ Γκρέιχαμ, ο οποίος ζήτησε να καταρρίπτονται ρωσικά αεροσκάφη τα οποία προσεγγίζουν αμερικανικά σε διεθνή εναέριο χώρο. "Δεν είναι" δήλωσε ο Αντόνοφ "η πρώτη φορά που ο διαβόητος αυτός νομοθέτης επιχείρησε να προκαλέσει επικίνδυνη κλιμάκωση. Πριν από έναν χρόνο καλούσε τους πολίτες μας να αποπειραθούν να δολοφονήσουν τον πρόεδρο της Ρωσίας. Πιστεύει πράγματι ο γερουσιαστής Γκρέιχαμ ότι μια άμεση στρατιωτική σύγκρουση με τη Ρωσία είναι προς το συμφέρον των εκλογέων που του εμπιστεύθηκαν τις ζωές και τις περιουσίες τους; Μια ηθελημένη επίθεση σε ρωσικό αεροσκάφος σε ουδέτερο εναέριο χώρο δεν είναι μόνο έγκλημα κατά το διεθνές δίκαιο, αλλά και ανοικτή κήρυξη πολέμου στην μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη. Μία ένοπλη αντιπαράθεση μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ θα ήταν ριζικά διαφορετική από έναν πόλεμο δι’ αντιπροσώπου. Είναι πρόθυμο το Καπιτώλιο να θέσει σε κίνδυνο τους Αμερικανούς πολίτες και τη διεθνή κοινότητα;".
Το βλέμμα και στη Βαλτική
Ωστόσο οι πυρηνικές απειλές που εκτόξευσε ο Ρώσος πρεσβευτής σχετίζονται λιγότερο με το συγκριτικώς έλασσον περιστατικό της Μαύρης Θάλασσας και περισσότερο, ενδεχομένως, με το γεγονός ότι είχε προηγηθεί πτήση αμερικανικού στρατηγικού βομβαρδιστικού αεροσκάφους στον Φινλανδικό Κόλπο, ήτοι σε απόσταση από την οποία θεωρητικά θα μπορούσε να πλήξει με πυρηνικό όπλο την Αγία Πετρούπολη, προτού στραφεί προς τον εναέριο χώρο των Βαλτικών Δημοκρατιών.
Αλλά τα ευρύτερα συμφραζόμενα των δύο αυτών περιστατικών είναι διαφωτιστικά. Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στο ανθρωποσφαγείο του Μπάχμουτ στο Ντονμπάς, που αποτελεί το επίκεντρο της πολεμικής προσπάθειας Ρώσων και Ουκρανών, δείχνει να οδηγεί σε ουκρανική ήττα, η οποία όχι μόνο θα άνοιγε τον δρόμο σε περαιτέρω ρωσική προέλαση, αλλά και θα προκαλούσε πλήγμα για τις δυτικές κυβερνήσεις, ιδίως αυτή του Τζο Μπάιντεν. Μετά από τόσα δισεκατομμύρια που έχουν διατεθεί για τη στήριξη της Ουκρανίας, η συναίνεση στην Ουάσινγκτον για συνέχιση του ίδιου δρόμου κάμπτεται και ισχυροί Ρεπουμπλικανοί όπως ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Ρον ντε Σάντις αμφισβητούν την αναγκαιότητα αυτού του πολέμου και της αμερικανικής έμμεσης εμπλοκής.
Είναι σε αυτό το περιβάλλον που άλλες φωνές στην αμερικανική πρωτεύουσα, όπως η υφυπουργός Εξωτερικών, Βικτόρια Νούλαντ, ενθαρρύνουν την ανάληψη μιας τολμηρής πρωτοβουλίας αντεπίθεσης της Ουκρανίας, στο νότιο μέτωπο, εκεί όπου τυχόν ρωσική ήττα θα είναι περισσότερο οδυνηρή, εφόσον θα έχει να κάνει με τη διατήρηση της Κριμαίας. Η παρουσία του "Reaper" στα ανοιχτά της Κριμαίας θα μπορούσε να θεωρηθεί και προπαρασκευαστική τέτοιων κινήσεων.
Λείπει το ανθρώπινο δυναμικό
Η πιθανότητα επιτυχίας του εγχειρήματος, πάντως, είναι πολύ συζητήσιμη: όχι μόνο γιατί τις εξοπλιστικές ελλείψεις της ουκρανικής πλευράς τις αναδεικνύει καθημερινά με τις εκκλήσεις του προς τις δυτικές πρωτεύουσες ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, αλλά και γιατί πληροφορίες θέλουν τις δυνάμεις της Ουκρανίας να επιχειρούν με όλο και λιγότερο εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό, προς αναπλήρωση των απωλειών τους, όταν η Ρωσία κρατά ακόμη εκτός μετώπου (αλλά σε ετοιμότητα στα ρωσικά και λευκορωσικά σύνορα) περί τα δύο τρίτα των 300.000 ανδρών που επιστράτευσε το φθινόπωρο.
Δεν είναι τυχαίο, από αυτή την άποψη, ότι την εν λόγω υστέρηση της ουκρανικής πλευράς σε ανθρώπινο δυναμικό ανέλαβε να αναδείξει (προφανώς με πληροφόρηση από το Πεντάγωνο) η Washignton Post σε πρόσφατο δημοσίευμά της, ενώ και οι "New York Times" με κύριο άρθρο τους προτείνουν στροφή στην επιλογή της κρίσης με πολιτικά μέσα. Όμως τα εμφανή προβλήματα δεν δείχνουν, από την άλλη μεριά, να κάμπτουν τους θιασώτες του "whatever it takes" στη συνέχιση του πολέμου.
Οι ιέρακες επιμένουν
"Η Ουκρανία δεν έχει χρόνο για να χάσει" διακήρυξε χαρακτηριστικά ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν μετά από διαδικτυακή συνάντηση την Τετάρτη του διεθνούς Ukraine Defense Contact Group, ενθαρρύνοντας την ιδέα της ουκρανικής αντεπίθεσης και υποσχόμενος ταχύτερη υλοποίηση των εξοπλιστικών δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί από πλευράς της Δύσης.
Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να δει κανείς και την εντυπωσιακή χθεσινή ανακοίνωση αρχικά της Πολωνίας και κατόπιν της Σλοβακίας ότι θα αποστείλουν στην Ουκρανία αντιστοίχως 4 και 13 τζετ Μig-29, κατάλοιπα του ανατολικού μπλοκ, τα οποία προορίζονται να αντικατασταθούν από νεότερες παραγγελίες από τις ΗΠΑ και τη Νότιο Κορέα. Πρόκειται αναμφίβολα για κλιμάκωση της εμπλοκής των χωρών του ΝΑΤΟ στην ουκρανική κρίση, η οποία είχε αρχίσει να καλλιεργείται ήδη από την επομένη του προηγούμενου κρίσιμου βήματος, δηλ. την αποστολή τεθωρακισμένων, συμπεριλαμβανομένων και γερμανικών.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, δήλωσε ότι τα προς παράδοση αεροσκάφη "πρόκειται να καταστραφούν" και ότι οι εξελίξεις "δεν πρόκειται να αλλάξουν τον χαρακτήρα της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης".
0 Σχόλια