Με ενδιαφέρον αναμένεται η σημερινή ομιλία του πρώην πρωθυπουργού, Κώστα Καραμανλή – μια από τις πολύ σπάνιες δημόσιες παρεμβάσεις του – σε εκδήλωση του ιδρύματος «Κωνσταντίνος Καραμανλής».
Γράφει ο Αθανάσιος Έλλις
Ωστόσο, μετά την αποχώρησή του από την ηγεσία της χώρας και του κόμματος,
πριν δώδεκα χρόνια, ο κ. Καραμανλής έχει αποφύγει την οποιαδήποτε κίνηση που
θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα και να διαταράξει την ενότητα της ΝΔ,
αφήνοντας στην άκρη τις όποιες διαφωνίες μπορεί να είχε – και είναι φυσικό –
για επί μέρους αποφάσεις και επιλογές πολιτικών και προσώπων, καθ’ όλη τη
διάρκεια αυτής της περιόδου.
Καταθέτει την άποψή του σε όποιον τη ζητήσει, αλλά μέχρις εκεί. Αλλωστε, η
ταύτιση του ιδίου και της οικογένειάς του με την παράταξη της Νέας
Δημοκρατίας, δεν επιτρέπει σκέψεις ούτε καν υπόνοιες, περί διχαστικών
στοχεύσεων και υπονόμευσης της κυβέρνησης.
Σε αυτό το ενωτικό πνεύμα έχουν προσκληθεί και θα είναι παρόντες στην
αυριανή εκδήλωση τόσο ο νυν πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο και ο
έτερος πρώην πρωθυπουργός της ΝΔ, Αντώνης Σαμαράς ο οποίος έχει υιοθετήσει
διαφορετική προσέγγιση από τον κ. Καραμανλή.
Οι δυο πρώην πρωθυπουργοί διατηρούν μια ευγενική σχέση, αλλά δεν
ταυτίζονται, ούτε συμβαδίζουν στο εσωκομματικό πεδίο.
Ο κ. Καραμανλής έχει επιλέξει να απευθύνεται, σπάνια, αλλά στο όλον της Νέας
Δημοκρατίας, ως ένα βαθμό και της χώρας. Αλλωστε, η πολιτική του φιλοσοφία
ήταν να εκφράζει τον λεγόμενο μεσαίο χώρο, κάτι που του επέτρεπε να
διευρύνει την απήχηση του κόμματος και στο κέντρο, ενίοτε και πέραν αυτού.
Από την άλλη, ο κ. Σαμαράς, που αποτελεί το πρόσωπο σύμβολο στον χώρο της
πιο σκληρής Δεξιάς, που και αυτή αποτελεί σημαντικό ποσοστό των ψηφοφόρων
του κυβερνώντος κόμματος, παρεμβαίνει συχνά μέσω άρθρων και συνεντεύξεων,
όπως η πρόσφατη που έδωσε στα «Νέα» όπου διεμήνυσε ότι «η ΝΔ δεν είναι
Ποτάμι», στέλνοντας σαφή μηνύματα εντός και εκτός κόμματος.
Η πιο «έντονη» παρουσία του κ. Σαμαρά απορρέει και από μια προσωπική πικρία
και αίσθηση ότι η ιστορία τον αδίκησε. Από τη στήριξη που δεν του παρέσχε η
Αγκελα Μέρκελ το φθινόπωρο του ’14, δυσχεραίνοντας έτσι τη θέση του στο
εσωτερικό εκλογικό σκηνικό, μέχρι την επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ, με όχημα τις
προεδρικές εκλογές, να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες εκλογές και να του
στερήσει την ευκαιρία να ολοκληρώσει και να πιστωθεί πολιτικά την έξοδο της
Ελλάδας από την ύφεση.
Είναι κατανοητή η ενόχλησή του, αλλά είναι βέβαιο ότι αντίστοιχη «αδικία»
νιώθουν ότι υπέστησαν και άλλοι πρώην πρωθυπουργοί της πρόσφατης περιόδου,
από τον Κώστα Καραμανλή και τον Γιώργο Παπανδρέου, μέχρι τον Αλέξη Τσίπρα.
Οι πρώην πρωθυπουργοί οφείλουν να προβαίνουν σε στοχευμένες παρεμβάσεις για
το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της χώρας, και στο πλαίσιο αυτό τα
τρέχοντα στρατηγικής σημασίας ζητήματα που έρχονται στο προσκήνιο όπως η
πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας μια σχέση που έχει λάβει σχεδόν
μυθικές διαστάσεις από την προσωπική στήριξη του Ζισκάρ Ντ’ Εστέν στον
Κωνσταντίνο Καραμανλή σε κομβικά σημεία της σύγχρονης ιστορίας της χώρας
όπως η αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 1974 και η ένταξη στην ΕΟΚ το 1980,
αλλά και την καθοριστική παρέμβαση του Νικολά Σαρκοζί υπέρ του Κώστα
Καραμανλή για τη μη ένταξη της τότε ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, στη σύνοδο κορυφής του
Βουκουρεστίου, το 2008.
Και οι πολιτικοί, όλων των παρατάξεων, όπως και οι πολίτες, είτε συμφωνούν
με αυτά που λένε, είτε διαφωνούν, είναι χρήσιμο να λαμβάνουν υπόψη τις
επισημάνσεις τους οι οποίες είναι απόρροια της γνώσης και εμπειρίας που
απέκτησαν κατά τη διακυβέρνηση της χώρας.
0 Σχόλια