Ένα πολιτικό σύστημα που «παίζει» ακόμα και με την αξία της ζωής δεν έχει τίποτα να προσφέρει στη χώρα
Η φράση του Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή «Έχετε στην πλάτη σας 15.000 νεκρούς» δεν φεύγει εύκολα από το μυαλό. Την ώρα που η ανθρωπότητα θρηνεί εκατομμύρια θύματα από την πανδημία και κορυφώνεται η μάχη για τον εμβολιασμό, ένας πρώην πρωθυπουργός δεν δίστασε να φορτώσει τους νεκρούς της χώρας στην πλάτη του διαδόχου του, με το βλέμμα στην επόμενη κάλπη. Μια συζήτηση των εκπροσώπων του ελληνικού λαού που θα έπρεπε να πάρει τη μορφή καμπάνιας για την αντιμετώπιση των δραματικών συνεπειών του κορωνοϊού, εξελίχτηκε σε μονομαχία αλληλοεπίρριψης ευθυνών.
Η τραγωδία που ζούμε αυτές τις μέρες μας δεν είναι παρά το αποτύπωμα εκείνης της συζήτησης. Η επιστήμη, εξουθενωμένη από τη διαρκή αμφισβήτηση, συνεχίζει εν μέσω προπηλακισμών το έργο της, η κυβέρνηση κατέληξε ότι το τείχος της ανοσίας δεν θα χτιστεί μόνο από τους εμβολιασμένους αλλά και από τους ανεμβολίαστους στα νοσοκομεία, τις ΜΕΘ και τα κοιμητήρια. Την ίδια στιγμή η αξιωματική αντιπολίτευση - και όχι μόνον - συνεχίζει να κλίνει το μάτι στους αντιεμβολιαστές πιστεύοντας ότι έρχεται μια νέα γενιά «αγανακτισμένων» που μπορεί να ξαναζωντανέψει τις ελπίδες της για την εξουσία. Σε μια περίοδο που η πανδημία εξακολουθεί να δείχνει τα δόντια της, η πολιτική παραμένει όμηρος των κομματικών της προτεραιοτήτων.
Το ίδιο δύσκολο είναι να ξεχάσει κανείς και τη φράση του Κυριάκου Μητσοτάκη «εμείς μετράμε ζημιές ενώ εσείς μετράγατε φέρετρα», κατά τη συζήτηση στη Βουλή για την αντιμετώπιση των μεγάλων πυρκαγιών. Ο πρωθυπουργός υποβάθμισε έτσι τη μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησής του να δώσει την απόλυτη προτεραιότητα στην προστασία της ανθρώπινης ζωής, επιχειρώντας μια μακάβρια σύγκριση μεταξύ δύο ανείπωτων τραγωδιών. Όσο για την αντιπολίτευση, δεν δίστασε να καταγγείλει μέχρι και τη σωτήρια τακτική της εκκένωσης περιοχών, προκειμένου να ανταποκριθεί στα «καθήκοντά» της. Ακόμα και η αξία της ζωής θυσιάστηκε στον βωμό της κομματικής επιβίωσης.
Τις τελευταίες μέρες, με αφορμή την καταδίωξη και εκτέλεση του νεαρού Ρομά στο Πέραμα, (ξανα)ζωντάνεψε η συζήτηση για τον ρατσισμό και το δικαίωμα στη ζωή. Πριν καλά καλά αναλάβει η δικαιοσύνη το έργο της, η αντιπολίτευση αποφάνθηκε για το έγκλημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε στο πλευρό των Ρομά δηλώνοντας την αμέριστη στήριξή του, πράγμα που είχε «ξεχάσει» να κάνει στην περίπτωση του αστυνομικού που είχε τραυματιστεί στη Νέα Σμύρνη. Κι από την άλλη πλευρά δεν έλειψαν τα γνωστά περιφρονητικά σχόλια για τον τρόπο ζωής των Ρομά καθώς και για τα εγκλήματα για τα οποία έχουν κατά καιρούς κατηγορηθεί. Οι ζωές των «μπάτσων» και των Ρομά μπήκαν ξανά σε μια ρατσιστική ζυγαριά που γέρνει ανάλογα με τις πεποιθήσεις του καθενός.
Η χώρα έχει τεράστιο έλλειμμα παιδείας που γίνεται καθημερινά όλο και πιο αισθητό. Το έλλειμμα αυτό αφήνει τον κρίσιμο χώρο στον λαϊκισμό να εισχωρήσει στην κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας, απειλώντας το μέλλον και την προοπτική της. Οι πολιτικές δυνάμεις δεν δείχνουν να συνειδητοποιούν τον κίνδυνο από τη συνεχή απαξίωση των θεσμών και των κανόνων λειτουργίας μιας ευνομούμενης χώρας. Αντίθετα, προτιμούν να προσαρμοστούν στις «ανάγκες» του εκλογικού σώματος, αρνούμενες να αναλάβουν το πολιτικό κόστος και να το δυσαρεστήσουν. Ένα πολιτικό σύστημα που «παίζει» ακόμα και με την αξία της ζωής δεν έχει τίποτα να προσφέρει στη χώρα και δεν αξίζει και στο ίδιο να «ζήσει».
0 Σχόλια