Ο μέσος πολίτης ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ να χαμογελά με ικανοποίηση μετά από την απόφαση των Αμερικανών να αναγνωρίσουν την γενοκτονία των Αρμενίων. Και το δικαιούται διότι αν μη τι άλλο αντιλαμβάνεται ότι αυτή η απόφαση, τσαλακώνει σοβαρά ένα κρίσιμο ιστορικό αφήγημα των Τούρκων…
Του Κ. Κυριακόπουλου
Τα πολιτικά επιτελεία όμως, ΥΠΟΧΡΕΟΥΝΤΑΙ να σκέφτονται σοβαρά και να σχεδιάζουν στρατηγικά τον βηματισμό τους, αξιοποιώντας προς τούτο κάθε πρόσθετη δυνατότητα που ανακύπτει - ακόμη και εάν ανακύπτει αιφνίδια - και όχι να επαναπαύονται στο εύκολο και στο επιφανειακό που αρκεί για να ικανοποιήσει το θυμικό των πολιτών. Επί του προκειμένου, αυτό που υποχρεούνται πρωτίστως να κάνουν τα πολιτικο-στρατιωτικά επιτελεία στην χώρα μας, είναι να αντιληφθούν πως μια δυναμική διεργασία έχει ήδη ενεργοποιηθεί μετά από την συγκεκριμένη παρέμβαση των Αμερικανών και πως η εξέλιξή της στο άμεσο μέλλον, θα είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων, μία από τις οποίες σχετίζεται ΚΑΙ με τον τρόπο με τον οποίο θα παρεμβαίνει στα τεκταινόμενα η Ελληνική εξωτερική πολιτική.
Όπως ήδη έχουμε αναλύσει, η συγκεκριμένη απόφαση συνιστά στρατηγικού χαρακτήρα, βραχυ-μεσοπρόθεσμης απόδοσης, παρέμβαση των ΗΠΑ, που τοποθετεί σε ιδιότυπες Συμπληγάδες την Τουρκία και ως εκ τούτου ελάχιστα έως καθόλου σχετίζεται με τις όποιες ευαισθησίες του Αμερικανού προέδρου απέναντι στην ιστορική αλήθεια. Άλλωστε, στην Διπλωματία των ισχυρών, δεν υπάρχουν εκκρεμότητες με τις οποίες απλώς κάποιοι δεν πρόλαβαν ή δεν θέλησαν να ασχοληθούν στην πορεία των δεκαετιών. Υπάρχουν μόνο «παρκαρισμένες» εφεδρείες, που περιμένουν την γεωπολιτική τους εργαλειοποίηση στον κατάλληλο χρόνο και με τον ενδεδειγμένο τρόπο, προκειμένου να...αποδώσουν και συγκεκριμένα αποτελέσματα. Η επιδίωξη των Αμερικανών, είναι διπλή.
Από την μία θέλουν να υπονομεύσουν πολλαπλά και εκ των έσω το καθεστώς Ερντογάν, προκαλώντας την ενεργοποίηση εσωτερικών πολιτικών αντιθέσεων και ρηγμάτων, διευκολύνοντας έτσι την ενίσχυση φυγόκεντρων τάσεων, ικανών να προκαλέσουν ευρύτερους κλυδωνισμούς στο πολιτικό σύστημα της Τουρκίας.
Και από την άλλη διαμηνύουν στους πάντες, πως δεν θα διστάσουν να ενθαρρύνουν αποδομητικά φαινόμενα και εθνοτικές εσωτερικές συγκρούσεις, που θα μπορούσαν να θέσουν την συνοχή της Τουρκίας σε αχαρτογράφητα νερά, καθιστώντας τις εξελίξεις απρόβλεπτες.
Το πρώτο feed back από την γειτονική χώρα, πιστοποιεί ότι το μήνυμα έχει ληφθεί και οι προσπάθειες διαχείρισης των πιθανολογούμενων συνεπειών του είναι πυρετώδεις. Παρ όλα αυτά, τόσο οι συνέπειες της απόφασης αυτές καθ εαυτές όσο και οι υποβόσκοντες παραδοσιακοί φυσιογνωμικοί και ιδεολογικοί ανταγωνισμοί στο εσωτερικό της Τουρκίας, οι οποίοι έχουν συστημικό αποτύπωμα και οι οποίοι εντείνονται στον απόηχο αυτής της απόφασης, επιβαρύνουν το ήδη τεταμένο κλίμα που υπάρχει στην χώρα μετά το αποτυχημένο «πραξικόπημα» του 2016 και τις διώξεις που εξακολουθούν να κλιμακώνονται.
Συνισταμένη της διεξόδου που αναζητούν οι πάντες προκειμένου να διασφαλίσουν αυξημένο ρόλο στον έλεγχο των πολιτικών εξελίξεων και να προλάβουν τα χειρότερα στο επίπεδο των πολύμορφων εσωτερικών αντιπαραθέσεων, είναι η φυγή προς τα εμπρός. Δηλαδή η καταφυγή σε περιφερειακές παρεμβάσεις, μέσα από τις οποίες θα επιχειρήσουν να πείσουν τους πάντες, ότι ο περιφερειακός ρόλος της Τουρκίας παραμένει για όλους σημαντικός και αναντικατάστατος, αλλά και η καταφυγή σε πρακτικές υπερενίσχυσης του τυχοδιωκτικού Εθνικισμού, στην προσπάθειά τους να αποτυπώσουν ένα θετικό ισοζύγιο, ακυρώνοντας έτσι τα ρήγματα που προσπαθεί να ενεργοποιήσει η συγκεκριμένη παρέμβαση των ΗΠΑ.
Για την Ελλάδα όλα τα παραπάνω διαδραματίζονται και αφορούν στην περιοχή του ευρύτερου ζωτικού της ενδιαφέροντος κι από την άποψη αυτή, συνιστούν μια νέα σύνθετη πρόκληση που θα πρέπει επιτέλους να αφυπνίσει την συστημική στρατηγική σκέψη.
Όχι μονάχα γιατί τόσο ή ίδια όσο και η Κύπρος, βρίσκονται στο επίκεντρο των πιθανολογογούμενων τουρκικών τυχοδιωκτισμών, αλλά και διότι στον απόηχο αυτών των εξελίξεων, η Ελλάδα και ο Ελληνισμός εν συνόλω, οφείλει να πάψει να συμπεριφέρεται ως ο αδύναμος κρίκος που παραμένει ευάλωτη στους τουρκικούς σχεδιασμούς, και να μεγιστοποιήσει το εύρος των Συμπληγάδων που δημιουργεί η Αμερικανική παρέμβαση, προωθώντας αποτελεσματικά την ατζέντα της Μαύρης Θάλασσας και οργανώνοντας την συνολική διπλωματικοπολιτική της αντεπίθεση στην βάση της προώθησης των Ιστορικών δικαίων του Ελληνισμού. Και παράλληλα με αυτό, να επιδιώξει την πραγματικά στρατηγική ενδυνάμωση των περιφερειακών συνεργειών στις οποίες συμμετέχει, θωρακίζοντάς τες μεταξύ άλλων και με τα απαραίτητα ιστορικά και πολιτισμικά αναχώματα, που θα ακυρώσουν πλήρως τον επιθετικό νεο-οθωμανικό αναθεωρητισμό, περιχαρακώνοντας την Μητρόπολη της αναπαραγωγής του και συρρικνώνοντας τον ζωτικό της χώρο εκεί που ανήκει ιστορικά.
Τα πρώτα δείγματα προφανώς δεν είναι αισιόδοξα. Η διπλωματική κινητικότητα και η ανυπαρξία σοβαρής ποιοτικής αναβάθμισης της Ελληνικής Διπλωματίας, δεν παραπέμπουν σε πολιτικό επιτελείο που δείχνει να έχει επίγνωση της κατάστασης και την αναγκαία αποφασιστικότητα προκειμένου να αποστασιοποιηθεί από τα παραδοσιακά φοβικά σύνδρομα, σπεύδοντας να αξιοποιήσει εποικοδομητικά τα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται. Για την Ελληνική Διπλωματία είναι σαν να μην άλλαξε τίποτε μετά την παρέμβαση των ΗΠΑ…
Σαν να μην έχουν καταστεί αντικειμενικά πιο ώριμες οι συνθήκες προκειμένου να αναδειχτούν σε όλα τα διεθνή φόρα, οι ιστορικές συνέπειες από την εγκληματική δράση των Τούρκων βιαστών των Διεθνών Συνθηκών σε βάρος και των Ελληνικών πληθυσμών και των θεμελιωδών κανόνων και η συνακόλουθη ανάγκη της Ιστορικής δικαίωσης…
Σαν να μας περισσεύουν διαχειριστικά πλεονεκτήματα, επομένως δεν υπάρχει επιπρόσθετος λόγος αξιοποίησης και αυτών που λίαν προσφάτως ανέκυψαν ΚΑΙ εξ αιτίας της Αμερικανικής παρέμβασης.
Μέσα σε αυτό ακριβώς το περιβάλλον της επικίνδυνης Νιρβάνας και της προκλητικής στρατηγικής απραξίας, εντάσσονται αντικειμενικά και οι δηλώσεις Δένδια στο Arab News αναφορικά με τους υδρογονάνθρακες στο Αιγαίο. Πρόκειται για δηλώσεις που ΔΕΝ συνιστούν κανενός είδους νηφάλια των πραγμάτων προσέγγιση, όπως έσπευσαν να δηλώσουν παραδοσιακά συστημικές φωνές οι οποίες συστηματικά καθαγιάζουν και νομιμοποιούν συμβιβαστικές λογικές στο όνομα της «σύνεσης» και του υποτιθέμενου ρεαλισμού που θα πρέπει να διέπει την εξωτερική πολιτική της χώρας…
Πρόκειται για δηλώσεις που συνιστούν σημαντική τακτική υπαναχώρηση, μέσα από την οποία ακυρώνεται πλήρως η ισχύς της διακηρυγμένης Εθνικής θέσης σύμφωνα με την οποία: «Τα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου, πετρελαίου, αλλά και ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν προτεραιότητα της εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας και το Υπουργείο Εξωτερικών παρακολουθεί συστηματικά τα διεθνή ενεργειακά ζητήματα σε ότι αφορά αυτόν τον τομέα»…
Πρόκειται για δηλώσεις που διατυπώνονται σε μια κρίσιμη συγκυρία, με την Τουρκία να πιέζεται ΚΑΙ από μια πλειάδα εσωτερικών προβλημάτων αλλά ΚΑΙ από το περιβάλλον των παραδοσιακών της συμμαχιών, και την ίδια στιγμή η Ελλάδα, η στοχοποίηση της οποίας αντιμετωπίζεται από την γείτονα ως προϋπόθεση για την στρατηγική της επιβίωση και την περιφερειακή της ενδυνάμωση, σπεύδει να πετάξει σανίδα σωτηρίας, αποκαθηλώνοντας ουσιαστικά όλο το πλαίσιο της στρατηγικής θωράκισης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, διευκολύνοντας έτσι ΤΟΣΟ την περιφερειακή εδραίωση του Τουρκικού αναθεωρητισμού, ΟΣΟ και την ενδοσυμμαχική διαχείριση που θα μπορούσε να διασφαλίσει την τουρκική επαναπροσέγγιση με δέλεαρ την Ιφιγενειοποίηση της Ελλάδας.
Έτσι, αυτή η καταφανής αναντιστοιχία ανάμεσα στο περιβάλλον των ιστορικών προκλήσεων με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα και του πολιτικού προσωπικού το οποίο καλείται να τις διαχειριστεί, προσλαμβάνει επικίνδυνες διαστάσεις, και αν οι υγιείς δυνάμεις που παραμένουν διάσπαρτες μέσα στην κοινωνία δεν αναλάβουν τις ενδεδειγμένες πρωτοβουλίες, σύντομα θα βρεθούμε αντιμέτωποι με δυσάρεστες και μη αναστρέψιμες εκπλήξεις.
0 Σχόλια