Το 2023 θα φανεί αν θα δουλέψει η ανάκαμψη, στη δική μας οικονομία. Ας το μετρήσουν οι "ψιθυριστές" της κυβέρνησης που αναμασάνε τα περί εκλογών.
Όταν μιλάμε για την οικονομία, μέσα σε δύο κρίσεις και παρακολούθηση της οικονομικής πολιτικής από ενισχυμένη εποπτεία, καλό είναι να βλέπουμε τα πράγματα όπως έχουν και όχι όπως θα τα θέλαμε. Και μπράβο στους κορυφαίους του οικονομικού επιτελείου που προσεύχονται για την οικονομία.
Τα "διπλωματικά παλαμάκια" που εισπράξαμε, στο Εurogroup, για τη συγκράτηση της κατάρρευσης της οικονομίας από το 2019, δεν προσφέρουν τίποτε στο αύριο και το μεθαύριο που θα μας "παραδώσει" η πανδημία.
Αντίθετα η συγκατάβαση της Κομισιόν στη χαλαρότητα της δημοσιονομικής πολιτικής και το 2022 (για το 2021 είναι δεδομένη) είναι σκάλες ανώτερη από τα "μπράβο" επειδή καταφέραμε ύφεση μόνο 8,2%.
Κατά τα άλλα, περιμένοντας τους τουρίστες και μόνο τους τουρίστες του 2021, να προτιμήσουν την Ελλάδα (για να μη ξαναδούμε το 75-80% των ακυρώσεων του 2020) δεν σημαίνει πως έχουμε και την ανάκαμψη "στην τσέπη".
Να μη ξεχνάμε πως τα επιχειρηματικά χαρτζιλίκια, οι επιδοτήσεις και τα επιδόματα (με ακόμη μία επιστρεπτέα, με προκαταβολές σε συνταξιούχους και παροχές για νοίκια και ανεργία) δεν είναι "καύσιμα" ικανά στο μηχάνημα ανάκαμψης της οικονομίας.
Στο κάτω-κάτω όλα αυτά τα βοηθήματα έχουν ημερομηνία λήξης μέσα στο 2021. Οριστικής λήξης και έναρξης της εξόφλησης (όσων είναι για εξόφληση) γιατί κανείς δεν ξέρει αν κάποια στιγμή οι δανειστές θα βάλουν κάτω τη συμφωνία ενισχυμένης εποπτείας και θα μας "καταραστούν", ζητώντας μας τα υπερπλεονάσματα (3,5%) που τους υποσχεθήκαμε ότι θα φτιάχνουμε από φόρους αυτοκτονίας των ιθαγενών μας, μέχρι το 2026 (σε πρώτη φάση).
Καλώς προσεύχονται στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, να βαδίσει καλά η οικονομία στην Ε.Ε. Έτσι μόνο θα συγκατανεύσει η Κομισιόν σε δημοσιονομική πολιτική και το 2022, που θα εξυπηρετήσει την Ελλάδα.
Γιατί μέχρι και το τέλος του 2022 τίποτε δεν πρόκειται να μας συμβεί που να επιτρέπει στην οικονομία που διαθέτουμε να ανασχεδιάσει τα δημοσιονομικά της. Τα μεγάλα παγώματα πληρωμών μόλις ξεκίνησαν.
Το 2021 είναι χρόνος χαμένος και επενδυτικά. Θα μπορούσε ίσως η κυβέρνηση να ανοίξει τον κορβανά των δημοσίων επενδύσεων (αφού δεν έχει την υποχρέωση των υπερπλεονασμάτων του 3,5%) και να χρηματοδοτήσει την οικονομία, αλλά δεν θα το κάνει.
Και δεν θα το κάνει, γιατί από πουθενά δεν διακρίνει να έρχονται ξένα κεφάλαια ή ελληνικές καταθέσεις που έχουν μεταναστεύσει σε ξένες Τράπεζες, να ενισχύσουν συμπληρωματικά την ρευστότητα.
Δεν έρχονται γιατί οι επενδυτές και οι εγχώριοι επιχειρηματίες δεν θα ανοίξουν τα χαρτιά τους στην Ελλάδα (ή για την Ελλάδα) αν δεν δουν στην πράξη το (προσώρας σε λόγια και σε δηλώσεις) σχέδιο ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Στην πράξη και ιδίως σε ποιο βάθος χρόνου θα είναι εφαρμόσιμο, δεδομένων των εκλογών του 2023.
Γιατί το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (το οποίο αποδέχθηκαν και οι Βρυξέλλες) στηρίζεται κυρίως στους πόρους ενός άλλου Ταμείου. Του Ταμείου Ανάκαμψης της Ε.Ε. οι πρώτες δόσεις του οποίου (4 δισ. από τα 32 δισ.) θα εκταμιευθούν το Φθινόπωρο. Και να είμαστε καλά να τα δώσουμε για επενδύσεις και όχι σε επιδοτήσεις...
Συνεπώς τα "μετρημένα κουκιά" που θα έχουμε στην ποδιά μας, να λογαριάσουμε επενδύσεις και δημόσια έργα που ίσως κινητοποιήσουν ντόπιες και ξένες επιχειρηματικές και επενδυτικές δυνάμεις, θα φανούν στις αρχές του 2022 αν δεν τις "θολώσουν" απρόσμενα μαύρα σύννεφα της οικονομικής κρίσης από την πανδημία.
Σύννεφα από πιθανά οριστικά λουκέτα στις, περίπου 180.000, μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις (μεταξύ των οποίων και δεκάδες χιλιάδες τουριστικές κάθε μορφής) που απασχολούν περίπου 300.000 άτομα αν όχι περισσότερα.
Κατά την άποψή μας, με το κρατικοδίαιτο μοντέλο οικονομίας που παρέλαβε η κυβέρνηση το 2019 δεν είναι δίκαιο να της αποδοθούν ευθύνες για ανυπαρξία ανάπτυξης. Άλλωστε ούτε τα ελατήρια ανάπτυξης (μέσα από τις φούσκες του 2017-18) τα πήρε κανείς στα σοβαρά. Οι ευθύνες της κυβέρνησης θα είναι τεράστιες αν δεν φέρει ανάκαμψη. Και ιδίως αν δεν διαμορφώσει προϋποθέσεις στροφής της οικονομίας σε βάσεις ανταγωνιστικότητας, εντός και εκτός της Ε.Ε. Αν δεν τις αναλάβει θα τις πληρώσει ακριβά. Και ακριβότερα αν καταφύγει στο γνωστό μεταπολιτευτικό στρίβειν... Το οποίο ουδέποτε θα δικαιολογήσει πολιτικά.
0 Σχόλια