Τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει τα γεωπολιτικά δεδομένα της ευρύτερης γειτονιάς μας. Αυτό συνέβη λόγω των διεθνών οικονομικών και γεωπολιτικών αλλαγών, και των περιφερειακών διαφοροποιήσεων. Οι ΗΠΑ παραμένουν η πιο ισχυρή χώρα στον κόσμο σε όλους τους κρίσιμους τομείς, έχασαν όμως την απόλυτη οικονομική, τεχνολογική και στρατιωτική κυριαρχία, λόγω των τεκτονικών ανατροπών που δημιούργησε η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας. Γιαυτό, η χώρα που άνοιξε τον δρόμο της νέας παγκοσμιοποίησης της οικονομίας, τα τελευταία χρόνια, με έμφαση την περίοδο Τράμπ, έκανε μεγάλα βήματα αναδίπλωσης σε όλους τους τομείς. Από δύναμη που προωθούσε την παγκόσμια συνεργασία, αποχώρησε από πολλά πεδία διεθνούς συνεργασίας, και κυρίως υπονόμευσε την θεσμική λειτουργία της, πιστεύοντας ότι, μπορεί να κερδίσει και πάλι την απόλυτη κυριαρχία στον κόσμο, επιβάλλοντας μονομερείς επιλογές σε κάθε χώρα ξεχωριστά, αφού η κάθε χώρα απέναντί της μόνη, είναι πολύ πιο αδύναμη απ’ ότι μέσα από τις διεθνείς και περιφερειακές συνεργασίες. Οι δύο πόλοι που ήθελε να αποδυναμώσει είναι η ΕΕ και η Κίνα, αφού και με τους δύο έχει αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο.
Αντίστροφη μέτρηση για νέα μέτρα μετά την «βόμβα» κρουσμάτων – Ποια σενάρια είναι στο τραπέζι
Αυτές οι εξελίξεις ευνόησαν την Τουρκία, η οποία αξιοποιώντας τα γεωπολιτικά κενά της αναδίπλωσης των ΗΠΑ, την υπονόμευση των δυο ισχυρών συμμαχιών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, προσπάθησε να πετύχει μεγάλους βαθμούς αυτονομίας απέναντί τους και με βάση κυρίως την οικονομική ισχύ που είχε αποκτήσει, να διεκδικήσει ρόλο περιφερειακής ηγεμονεύουσας δύναμης, από την οποία θα εξαρτάται η νέα γεωπολιτική και οικονομική ισορροπία της περιοχής.
Η Τουρκία δεν χωράει στα στενά κοστούμια της Συνθήκης της Λοζάνης και του ψυχρού πολέμου.
Ο Ερντογάν είναι ο δημιουργός και ο εκφραστής αυτής της στρατηγικής, το εκφράζει πιο προσωπικά, ενώ οι Κεμαλικοί, πιο θεσμικά.
Πρόσφατα πάλι καυχήθηκε ότι, η νέα Τουρκία βρίσκεται στρατιωτικά σε έξι χώρες και καμιά απόφαση δεν μπορεί να ληφθεί σε αυτές χωρίς την συμμετοχή της. Αυτό το τονίζει ιδιαίτερα για όλα τα ανοικτά θέματα της Ανατολικής Μεσογείου, ειδικά το Κυπριακό, το Μεσανατολικό και τις ενεργειακές εξελίξεις.
Ο νεοθωμανισμός και ο εθνικισμός είναι οι εσωτερικές συγκολλητικές ουσίες που αλληλοσυμπληρώνονται, ειδικά τώρα που η οικονομία της είναι σε κρίση και αναπτύσσεται η λαϊκή δυσφορία.
Εάν αυτή είναι η στρατηγική του Ερντογάν και της Τουρκίας, ποιους στόχους έχει θέση για την Τουρκία και την προσωπική του αγιοποίηση, που πρέπει να πετύχει την επόμενη πενταετία, και αφορούν την χώρα μας και την Κύπρο;
α. Να μην αξιοποιηθούν οι υδρογονάνθρακες στην Κύπρο, για να ελέγχει τις εξελίξεις στο νησί, και την ανατολική Μεσόγειο.
β. Να μην συγκροτηθεί μια ενεργειακή συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς αυτήν, που θα περιορίζει το στρατηγικό πλεονέκτημα της διέλευσης των αγωγών φυσικού αερίου από αυτήν, τόσο από ανατολικά, όσο και από βόρεια, προς την μεγάλη ευρωπαϊκή αγορά, και θα αναβαθμίζει Κύπρο και Ελλάδα.
Η Τουρκία θέλει να εξαρτάται η ΕΕ από αυτήν σε τρεις κρίσιμους τομείς, τον ενεργειακό, τον γεωπολιτικό και τον μεταναστευτικό-προσφυγικό, και να ενισχύσει την οικονομική συνεργασία με την ΕΕ.
Η Τουρκία έχει σημαντικές οικονομικές συνεργασίες με τις περισσότερες χώρες της ΕΕ, και ειδικά τις μεγάλες. Αυτές τις συνεργασίες θέλουν να τις ενισχύσουν και οι δύο πλευρές, λόγω του ότι είναι μεγάλη αγορά, είναι επενδυτικός προορισμός χαμηλού κόστους, προσφέρει μεγάλες επενδυτικές ευκαιρίες, και πρόσβαση στην αγορές τις ευρύτερης περιοχής.
Πότε και γιατί ξεκίνησε η επιθετική αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας;
Άρχισε την επιθετική της πολιτική από το 2011 με τον εμφύλιο στην Συρία. Το 2017, όταν έκλεισε τα προβλήματα με την Συρία και την Ρωσία, στράφηκε δυτικά, πρώτα στην Κύπρο και μετά στην Ελλάδα.
Το νεοθωμανικό δόγμα της ήπιας ισχύος και των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονές της, αντικαταστάθηκε με την προβολή και την άσκηση ισχύος.
Το 2016, η εκλογή Τράμπ έλυσε τα χέρια του Ερντογάν, για την γεωπολιτική και στρατιωτική επέκταση της Τουρκίας.
Η Τουρκία σήμερα έχει τρία ανοικτά θέματα, την οικονομική κρίση, την εκλογή Μπάιντεν και την απειλή κυρώσεων από τις ΗΠΑ και την ΕΕ, που πρέπει να τα διευθετήσει στο προσεχές μέλλον.
Οι κυρώσεις που συζητά η ΕΕ δεν την ενοχλούν ιδιαίτερα, όπως και οι κυρώσεις του 2018, λόγω των παραβιάσεων των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου.
Την ενοχλεί το κακό κλίμα με την ΕΕ, γιατί την επηρεάζει οικονομικά, και οι στρατιωτικές κυρώσεις των ΗΠΑ, λόγω των S-400, που είναι ουσιαστικές.
Ποια θα είναι η στάση των ΗΠΑ και της ΕΕ και ποια πρέπει να είναι η νέα στρατηγική της Ελλάδας;
Ο Ερντογάν θα πάει τις διερευνητικές τουλάχιστον μέχρι την Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου και μετά βλέπει. Συνεπώς η πίεση από την ΕΕ έχει εξουδετερωθεί.
Ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ, με ανοικτά τα θέματα της πανδημίας, της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που εξελίσσεται, του εσωτερικού διχασμού, και των μεγάλων ρηγμάτων που άφησε στις διεθνείς σχέσεις των ΗΠΑ η πολιτική Τράμπ, λίγα περιθώρια άμεσων και αποτελεσματικών παρεμβάσεων έχει στην περιοχή μας στο προσεχές μέλλον, πέραν των καλών προθέσεων.
Συνεπώς η χώρα μας πρέπει να διαμορφώσει μια στρατηγική για το 2021, και μια στρατηγική πενταετίας.
Πρέπει να κάνει δυο καθοριστικές επιλογές:
- Θα αντιμετωπίσει κατάματα την Τουρκία ή θα υπογράφει περιφερειακές διμερείς συμφωνίες, οι οποίες δεν τις προσφέρουν σημαντικά γεωπολιτικά ερείσματα, ενώ πολλές φορές δημιουργούν κακό προηγούμενο, όπως η αποδοχή της περιορισμένης επήρειας των νησιών στην διαμόρφωση της ΑΟΖ. Οι διμερείς, ακόμη και οι πολυμερείς στην περιοχή, είχαν νόημα μέχρι το 2017, όταν η Τουρκία ήταν απασχολημένη με τα νοτιοανατολικά της σύνορα, μετά το 2017, όταν η Τουρκία στράφηκε δυτικά, όλα τα δεδομένα έχουν αλλάξει.
- Θα επιταχύνει τις διερευνητικές και τον διάλογο με την Άγκυρα, με στόχο την διευθέτηση μέσω συμβιβασμών και ποιων συμβιβασμών, και ανεξάρτητα που θα γίνουν αυτοί ή θα τις επιβραδύνει κερδίζοντας χρόνο, αναζητώντας καταλληλότερη συγκυρία;
Για την πρώτη επιλογή δεν φαίνεται τόσο η κυβέρνηση, όσο και η αντιπολίτευση να είναι έτοιμες, ενώ η ΕΕ και οι ΗΠΑ θα το ήθελαν πολύ, η δεύτερη είναι ασφαλής για την κυβέρνηση, δεν ξέρω αν είναι για την χώρα.
Μέχρι στιγμής ο Ερντογάν έχει πετύχει να σταματήσει το ενεργειακό πρόγραμμα της Κύπρου, να αδρανοποιήσει το ενεργειακό πρόγραμμα της χώρας μας, και να μας οδηγήσει σε ένα βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα εξοπλισμών που ξεπερνά τα 10 δις ευρώ.
Επανέναρξη του ενεργειακού προγράμματος της Κύπρου, και έναρξη του ενεργειακού προγράμματος της χώρας μας στην περιοχή του Αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου δύσκολα θα υπάρξουν, χωρίς να βρούμε απέναντι και στρατιωτικά την Τουρκία, και με αμφίβολη, αυτή φορά, την στάση των συμμάχων και εταίρων μας.
Γιάννης Μαγκριώτης
0 Σχόλια