Δεν θέλουμε οι πολιτικές δυνάμεις να προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τις δυσκολίες για να αποκομίσουν κομματικά οφέλη. Κι η κριτική της αντιπολίτευσης αυτό δείχνει
Γράφει ο Παντελής Καψής
Η συζήτηση με ειδικούς στον καιρό της πανδημίας έχει κάτι το συναρπαστικό. Όχι μόνο και όχι τόσο γι’ αυτά που μαθαίνουμε, όσο γι’ αυτά που δεν γνωρίζουμε. Πού οφείλεται για παράδειγμα αυτό που ονομάσαμε δεύτερο κύμα; Στον τουρισμό του καλοκαιριού; Στον συνωστισμό στις πλατείες; Στην ανεύθυνη συμπεριφορά των νέων ή των ψεκασμένων; Στο ότι δεν φοράγαμε μάσκες; Στις διαδηλώσεις ή τις λαοσυνάξεις στις εκκλησίες; Στο άνοιγμα σχολείων και πανεπιστημίων; Στις μεγάλες τάξεις; Στην επιστροφή στη δουλειά; Μήπως στον συνωστισμό στα μέσα μαζικής μεταφοράς; Ή πάλι είναι ο ιός που έγινε πιο μεταδοτικός; Για να μη μπούμε για την τελευταία θεωρία ότι ο ιός έχει μπει μέσα στις οικογένειες και δύσκολα θα φύγει. Κανείς δεν θα σου απαντήσει με βεβαιότητα, στην καλύτερη περίπτωση ισχύει το όλα από λίγο, κάποια περισσότερο, κάποια λιγότερο. Και το ίδιο ισχύει για τους περισσότερους νεκρούς που παρατηρούμε. Είναι που έχουμε λίγες ΜΕΘ; Μας λείπει το εξειδικευμένο προσωπικό; Μήπως αντιθέτως είναι η ανυπαρξία σωστής πρωτοβάθμιας περίθαλψης; Ή μήπως είναι απλώς ζήτημα στατιστικής, οι νέοι κόλλησαν τους μεγαλύτερους και ιδού τα αποτελέσματα; Στην καλύτερη περίπτωση θα μάθουμε για κάποια από αυτά μετά από μήνες όταν θα γίνουν σοβαρές μελέτες από τους επιστήμονες.
Κάτι ανάλογο ισχύει για όλους τους κλάδους της επιστήμης και ήδη έχουν επισημανθεί οι ομοιότητες ανάμεσα στη διαχείριση της πανδημίας και στη διαχείριση της οικονομίας. Σε ένα ενδιαφέρον άρθρο του ο Πλάτων Τήνιος έγραψε για την «εμπεριστατωμένη διακυβέρνηση» σε αντίθεση με την «αστόχαστη εμπειροτεχνική» διακυβέρνηση. Στην ανάγκη δηλαδή η διαχείριση και στις δύο περιπτώσεις να στηρίζεται σε πραγματικά επιστημονικά τεκμηριωμένα στοιχεία με βάση τα οποία θα πρέπει να ενεργεί ένα πλήθος παραγόντων από τους οποίους εξαρτάται το τελικό αποτέλεσμα. Να σωθούν ζωές ή να αναπτυχθεί η οικονομία. Κι όπως και στην πανδημία, έτσι και στην οικονομία υπάρχουν πολλά που αγνοούμε. Πριν από μερικές δεκαετίες υπήρχε η εντύπωση ότι μια οικονομία μπορεί να λειτουργεί σαν μια καλοκουρδισμένη μηχανή. Κάνεις την α ενέργεια και γνωρίζεις με βεβαιότητα ότι θα έχεις το β αποτέλεσμα. Η ζωή έδειξε ότι η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη, οι προσομοιώσεις των μοντέλων, οι γνώσεις μας δηλαδή, αποδείχθηκαν ανεπαρκείς. Ακόμα και αν φταίνε μόνο οι πολλαπλασιαστές.
Με μια έννοια αυτό συμβαίνει σήμερα και με την πανδημία κι έχει και πολιτικές συνέπειες. Το πρώτο κύμα το περάσαμε ελαφρά κι αυτό μας έδωσε την αυτοπεποίθηση ότι τα κάναμε όλα σωστά, ότι μπορούμε να ελέγχουμε την κατάσταση. Μια ψευδαίσθηση που προκάλεσε εφησυχασμό αν όχι αλαζονεία. Έτσι στο δεύτερο κύμα τσαλαβουτάμε. Ακόμα και μετά το λοκντάουν, δεν είμαστε σε θέση να καταλάβουμε γιατί καθυστερεί να υποχωρήσει η διασπορά του ιού. Ιδίως στη Θεσσαλονίκη όπου και πάλι αιφνιδιαστήκαμε και μάλιστα μας ήρθε η έκρηξη των κρουσμάτων την ώρα που οι ειδικοί έβλεπαν ύφεση. Με άλλα λόγια έχουμε να διαχειριστούμε την αβεβαιότητα.
Σε κανονικές συνθήκες η επίγνωση της άγνοιας μπορεί να αποτελέσει την αρχή της σοφίας. Στα καθ’ ημάς επέτρεψε στον καθένα να έχει «άποψη», αντί να ακούει την γνώμη των ειδικών. Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες μια μοναδικής κακοφωνίας υποτιθέμενων ή πραγματικών λαθών που αν δεν είχαν γίνει, μας λένε, δεν θα είμαστε εδώ που είμαστε. Τα σοβαρά με τα αστεία, το μείζον με το έλασσον.
Για την αντιπολίτευση αυτό δημιούργησε πολλά μικρά Βατερλό. Ανοίγει θέματα στη διαπασών μόνο και μόνο για να ξεχαστούν μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα, συνήθως ούτε καν εβδομάδα. Πότε ήταν που ζητούσαν την κεφαλή επί πίνακι της κ. Κεραμέως, του Χρυσοχοϊδη, του κ. Καραμανλή ή του κ. Κικίλια για «εγκλήματα» ή παραλείψεις που είτε ήταν θέμα ημερών να διορθωθούν, όπως η τηλεκπαίδευση, είτε τελικά δεν ήταν και τόσο σημαντικά για να μείνουν στην επικαιρότητα.
Αυτό δεν συμβαίνει ότι τα έκανε όλα σωστά η κυβέρνηση. Ούτε κατά διάνοια. Για να μην πούμε για τις επικοινωνιακές αστοχίες, όπως οι φωτογραφίες του πρωθυπουργού με την ποδηλατάδα στην Πάρνηθα. Σε συνθήκες αβεβαιότητας ωστόσο όλοι γινόμαστε συντηρητικοί, καταλαβαίνουμε ότι δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις, δείχνουμε κατανόηση και ανοχή. Πόσο μάλλον που η πανδημία δεν είναι ελληνικό, αλλά παγκόσμιο φαινόμενο. Και βέβαια δεν θέλουμε οι πολιτικές δυνάμεις να προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τις δυσκολίες για να αποκομίσουν κομματικά οφέλη. Κι η κριτική της αντιπολίτευσης αυτό κυρίως δείχνει. Πλειοδοσία, υπερβολικοί χαρακτηρισμοί, προβολή υπεραπλουστευμένων ή εξωπραγματικών λύσεων που δεν οδηγούν πουθενά. Άγχος στην πραγματικότητα να μην βρεθεί στο περιθώριο από την φυσιολογική, σε στιγμές κρίσης, συσπείρωση των πολιτών γύρω από τις εντεταλμένες αρχές για την προστασία μας, δηλαδή γύρω από την κυβέρνηση. Κατανοητό. Η κριτική της, ωστόσο, θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματική αν τον τόνο τον έδινε περισσότερο ο Ξανθός και λιγότερο ο Πολάκης ή ο κάθε βουλευτής που νομίζει ότι φωνάζει άρα υπάρχει. Η εποχή μάς έχει κάνει να έχουμε δυσανεξία στην κακοφωνία. Άλλωστε σε ένα μπορεί να συμφωνήσουμε με τον Πολάκη: η ώρα του λογαριασμού θα έρθει, απλώς δεν είναι τώρα. Αν κάνουν ένα βήμα πίσω, όλοι θα βγούμε κερδισμένοι.
0 Σχόλια