Sponsor

ATHENS WEATHER

Ποια δημοκρατία μετά τον COVID-19;


Γράφει ο Νίκος Κ. Αλιβιζάτος *

Για τους ανθρώπους της γενιάς μου, αυτούς δηλαδή που γεννηθήκαμε λίγο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (τους λεγόμενους baby boomers), η πανδημία του κορωνοϊού ενδέχεται να αποδειχθεί η μεγαλύτερη δοκιμασία της ζωής μας. Γιατί ο COVID-19 δεν πλήττει, όπως οι παλαιότεροι ιοί, τους νέους (τέτοιος ήταν ο ιός της ισπανικής γρίπης, το 1918-1919, ο οποίος, μόνο στη Γαλλία, προκάλεσε 240.000 θανάτους), αλλά προπάντων τους ηλικιωμένους. Δηλαδή, εμάς, τους «άτακτους παππούδες» της γενιάς του ’68. Λες και μας καλεί να πληρώσουμε αναδρομικά για τις «αμαρτίες» μιας ζωής. Τι να πρωτοθυμηθούν οι «επικριτές» μας; Τη σεξουαλική απελευθέρωση, το ροκ εντ ρολ, την αλαζονεία των «επιτυχημένων» ή τον ανάλγητο καταναλωτισμό;

Oμως, δεν είναι μόνον οι αδιόρθωτοι ηθικολόγοι και οι πάσης φύσεως ζηλωτές του «ένδοξου» παρελθόντος που αναζητούν τα αίτια της πανδημίας στον εκσυγχρονισμό και στην παγκοσμιοποίηση. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν πολιτικοί και διανοούμενοι τόσο στο ένα όσο και στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος. Eτσι, ο Ντόναλντ Τραμπ επιμένει να αποκαλεί τον κορωνοϊό «κινεζικό», ο δε Ματέο Σαλβίνι να αποδίδει τη διάδοσή του στην Ιταλία στους Αφρικανούς μετανάστες. Oσο για την άκρα Αριστερά, ο Ιταλός φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάμπεν βλέπει στην πανδημία που πλήττει τη χώρα του την επιβεβαίωση της θεωρίας του για την «κατάσταση εξαίρεσης», στην οποία τάχατες οδηγεί όλες τις σύγχρονες δημοκρατίες ο καπιταλισμός. Είναι τόσο παλαβές οι απόψεις του εξ επαγγέλματος προκλητικού αυτού στοχαστή, ώστε ακόμη και ο Σλαβόι Ζίζεκ, ο γνωστός υποστηρικτής του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, τον αποδοκίμασε δημοσίως. (Ξεχωριστή, βέβαια, κατηγορία από μόνη της αποτελεί η Εκκλησία της Ελλάδος. Δεν μιλώ, ασφαλώς, για την Ορθοδοξία, που την τιμή της έσωσε για μία ακόμη φορά ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αλλά για τη ΔΙΣ και τους ελλαδικούς μητροπολίτες. Με αφορμή τη συζήτηση για τη Θεία Κοινωνία, έδωσαν ένα ακόμη δείγμα –μοναδικό παγκοσμίως, θα τολμούσα να πω– αρτηριοσκληρωτικής προσήλωσης στους τύπους εις βάρος της ουσίας, θέτοντας αυτή τη φορά σε κίνδυνο την ίδια τη ζωή χιλιάδων πιστών.)

Για όσους επιμένουν να σκέπτονται ορθολογικά, δεν είναι βεβαίως της στιγμής να αναζητήσουν τα βαθύτερα αίτια της τρέχουσας πανδημίας. Oταν περάσει η μπόρα, ιατροί, βιολόγοι, περιβαλλοντολόγοι και κοινωνικοί επιστήμονες θα έχουν άπλετο χρόνο να εγκύψουν σε αυτά, με επιστημοσύνη και νηφαλιότητα. Προς το παρόν, δύο είναι τα ερωτήματα που λογικά θα πρέπει να μας απασχολήσουν. Πρώτα πρώτα, αν γίνεται ό,τι είναι δυνατό για να αποτραπεί η εξάπλωση του COVID-19 στη χώρα μας και γενικότερα. Και δεύτερον, ποιοι είναι οι καταλληλότεροι τρόποι για να αποτραπεί μια χειρότερη πανδημία αύριο, χωρίς να διακυβευθούν οι κατακτήσεις της νεοτερικότητας και του σύγχρονου συνταγματικού πολιτισμού.

Στο πρώτο ερώτημα, ως νομικός, δεν μπορώ να κρύψω την ικανοποίησή μου βλέποντας δίπλα όχι μόνον στον Eλληνα πρωθυπουργό, αλλά και στους Ευρωπαίους ομολόγους του, να στέκονται και να έχουν τον πρώτο λόγοι οι ειδικοί. Η «νίκη» του κ. Τσιόδρα δεν ανήκει μόνο στον ίδιο. Είναι νίκη του ορθολογισμού εις βάρος των σαλτιμπάγκων και των κάθε είδους λαϊκιστών. Από εκεί και πέρα, για εμένα τουλάχιστον, ευχάριστη έκπληξη αποτέλεσε η αποφασιστικότητα με την oποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ακολουθώντας τις υποδείξεις των ειδικών, αντέδρασε εγκαίρως και χωρίς να λογαριάζει το πολιτικό κόστος. Διαφοροποιούμενος σε ανύποπτο χρόνο από τον Μπόρις Τζόνσον, έδειξε πόσο αβάσιμες είναι οι επικρίσεις που εκτοξεύονται εναντίον του για νεοφιλελεύθερες τάχα πολιτικές. Τολμώντας εκεί όπου, σε θεωρητικά πιο προηγμένες χώρες, οι ομόλογοί του δίστασαν, φαίνεται να πρόλαβε τη γενίκευση του κακού.

Σε αυτό τον κ. Μητσοτάκη διευκόλυνε και το Σύνταγμα, που του επιτρέπει να νομοθετεί χωρίς χρονοτριβή. Με τη συνετή χρήση τους, παρά τα δρακόντεια μέτρα που επιβάλλουν, οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου σήμερα «δικαιώνονται». Πέρα όμως από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, η επιτυχία –εάν και εφόσον επιβεβαιωθεί– θα ανήκει εξίσου και στη γενιά των πενηντάρηδων του στενότερου επιτελείου του, που έδωσαν σοβαρά δείγματα επαγγελματισμού και αυταπάρνησης. Θέλω να πιστεύω ότι ο πραγματισμός που επιδεικνύει αυτή την περίοδο και ο Αλέξης Τσίπρας θα βοηθήσει την Αριστερά να ξεπεράσει την αναχρονιστική προκατάληψή της εναντίον των «τεχνοκρατών».

Κοντολογίς, η Ελλάδα και –για να είμαστε ακριβοδίκαιοι– η Κεντροδεξιά των σημερινών 40άρηδων και 50άρηδων δείχνει να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων.

Oσο για το αύριο, έχει υποστηριχθεί σοβαρά ότι, όπως έως τώρα μιλούσαμε για την μ.Χ. εποχή (σε αντιδιαστολή προς την π.Χ.), σε λίγο θα διακρίνουμε τη «μετά κορωνοϊό» περίοδο από την «προ κορωνοϊού». Δεν χρειάζεται να συμμερίζεται κανείς την απαισιόδοξη αυτή εκτίμηση για να σημάνει τον συναγερμό για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Τα συστήματα εντοπισμού και παρακολούθησης που χώρες όπως η Νότια Κορέα, η Σιγκαπούρη και το Ισραήλ δοκιμάζουν αυτή την περίοδο για την ανίχνευση πιθανών φορέων, αν χρησιμοποιηθούν ασυλλόγιστα, θα καταφέρουν καίριο πλήγμα στην ιδιωτικότητά μας και άλλα θεμελιώδη δικαιώματα. Τα συστήματα υγείας, εξάλλου, θα πρέπει μοιραία να ξανασχεδιασθούν ενόψει της αρχής της πρόληψης, η οποία θα επιβάλλει δράσεις όπως ο καθολικός εμβολιασμός του πληθυσμού, τα υποχρεωτικά τεστ σε διάφορες φάσεις της ζωής μας και η δημιουργία εξειδικευμένων νοσηλευτικών μονάδων, που κανείς έως χθες δεν μπορούσε να φαντασθεί και που ακόμη και οι πιο ακραιφνείς επικριτές του κρατισμού θα αναγκασθούν να αποδεχθούν.

Σε επίπεδο δημοκρατικών θεσμών, εξάλλου, θα περιορισθούν δίχως άλλο οι συνεδριάσεις πολυμελών συλλογικών σωμάτων σε τοπικό, εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο. (Την προσεχή Πέμπτη, θυμίζω, η Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. θα πραγματοποιηθεί για πρώτη φορά εξ αποστάσεως, με ηλεκτρονική επικοινωνία των συμμετεχόντων.) Διερωτάται, εντούτοις, κανείς αν το Skype μπορεί να διασφαλίσει την απρόσκοπτη και ειλικρινή διαβούλευση που μόνον η φυσική παρουσία των διαλεγομένων μπορεί να εγγυηθεί. Τέλος, σε επίπεδο καθημερινότητας, δεν είναι μόνο το ηλεκτρονικό εμπόριο που θα γενικευθεί. Είναι η εξ αποστάσεως εργασία, η εξ αποστάσεως διδασκαλία και η εξ αποστάσεως ψηφοφορία.

Πέρα όμως από τα ανωτέρω, στις πολιτικές για την αντιμετώπιση μιας νέας, ακόμη καταστρεπτικότερης πανδημίας ελλοχεύει ο ακόλουθος κίνδυνος, που είναι ακόμη πιο ύπουλος, καθότι δυσδιάκριτος: Με την επιβολή της απομόνωσης είναι πολύ πιθανό να ενισχυθεί η ατομικότητα και η νοοτροπία τού «ο καθένας για την πάρτη του».

Και τούτο εις βάρος της συλλογικότητας, πάνω στην οποία στηρίζεται η καθημερινότητα της δημοκρατίας αλλά και της κοινωνικής συμβίωσης γενικότερα. Διότι, παρά τη μοναξιά που ενδημεί ιδίως στις μεγάλες πόλεις, η ζωή μας έως σήμερα στηριζόταν στη ζεστασιά της φυσικής επικοινωνίας, είτε πρόκειται για τη διασκέδαση και τον αθλητισμό, είτε για τον έρωτα και την αγάπη, είτε ακόμη και για τη θρησκευτική λατρεία. Αν αυτή περιορισθεί, όπως πολλοί προβλέπουν ότι θα συμβεί για να αποτραπούν νέες πανδημίες, τότε πολύ φοβούμαι ότι την κοινωνική συνοχή μας, αν όχι και την ίδια τη δημοκρατία, θα απειλήσουν άλλοι, εξίσου αποτρόπαιοι κίνδυνοι.

Το ερώτημα, συνεπώς, που σήμερα θέτω απλώς για συζήτηση είναι το ακόλουθο: Μήπως θα πρέπει από τώρα να ενισχύσουμε τα υπάρχοντα και να δημιουργήσουμε τα νέα εκείνα εθελοντικά δίκτυα τα οποία, πολύ προτού χρειασθεί να παρέμβει το κράτος και το δημόσιο σύστημα υγείας, θα συνδράμουν τις ευάλωτες προπάντων ομάδες του πληθυσμού –πρώτα πρώτα τους ηλικιωμένους, τους ενδεείς και τους χρόνια νοσούντες– για να ξεπεράσουν τη μοναξιά και να αντιμετωπίσουν εγκαίρως τον επερχόμενο κίνδυνο;

Για να ενθαρρύνει τη δημιουργία τέτοιων δικτύων, το κράτος, εκτός από τους μηχανισμούς του και το ΕΣΥ, διαθέτει ένα «υπερόπλο», δυστυχώς λησμονημένο. Αναφέρομαι στην παράγραφο 4 του άρθρου 25 του Συντάγματος, που του δίνει τη δυνατότητα «να αξιώνει από τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους» όχι μόνον της «εθνικής», μα και της «κοινωνικής αλληλεγγύης».

Ας σκεφτούμε πόσο πολλές ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες μπορούν να στηριχθούν στη σπουδαία αυτή διάταξη. Και ας διερωτηθούμε μήπως και η κοινωνία των πολιτών πρέπει και αυτή να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν.

* Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια