Ο καθηγητής Άγγελος Συρίγος έκανε προχθές, σε ομιλία του στη Θεσσαλονίκη, μια αξιοπρόσεκτη διαπίστωση. Μίλησε για την προσπάθεια της Τουρκίας να διαμορφώσει μια κοινοπολιτεία, όπως η βρετανική. Ταιριάζει περισσότερο στις πραγματικές φιλοδοξίες της Άγκυρας. Είναι αδύνατη η ανασύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αλλά ένα είδος κοινοπολιτείας τουρκογενών, τουρκόφωνων και ομόθρησκων λαών δεν θα μπορούσε να αποκλειστεί. Αλλά και αυτή η φιλοδοξία της είναι δύσκολο να υλοποιηθεί. Η Τουρκία δεν είναι επιθυμητή στον αραβικό σουνιτικό κόσμο. Για τον σιιτικό δεν συζητάμε. Η Τουρκία δεν είναι επιθυμητή, γενικώς, πουθενά. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι την θέλουν όλοι ακόμη και στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου.
Η συμπεριφορά της είναι αποκρουστική και επιβάλλεται μόνο διά της βίας. Η Τουρκία ως κράτος και οι Τούρκοι ως λαός έχουν ταυτιστεί με τη βία και τις δηώσεις.
Προκαλεί μικρούς σε μέγεθος λαούς αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο πως η στρατιωτική της δύναμη είναι τόσο αποτελεσματική. Προς το παρόν δεν έχει αντιπαρατεθεί με τακτικό στρατό. Το πράττει αυτές τις μέρες με τον κουρασμένο από τις πολυετείς διαμάχες στρατό του Άσαντ, και θα δούμε το αποτέλεσμα. Φοβούμενη την ήττα, άρα και την κατάρρευση του μύθου περί του αήττητου στρατού της, ζήτησε ήδη την αμερικανική βοήθεια η οποία άρχισε να της προσφέρεται – έστω μερικώς. Δεν αποκλείεται να ζητήσει και τη βοήθεια του ΝΑΤΟ, αλλά ας ελπίσουμε ότι τα πράγματα δεν θα φθάσουν ως εκεί. Η εμπλοκή του ΝΑΤΟ στη Συρία θα σημάνει αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Δεν είναι ένα σενάριο που πρέπει να ευχόμαστε.
Έχει, λόγω πληθυσμού, έναν αριθμητικά σημαντικό στρατό, διαμόρφωσε ένα διακομματικό εθνικό όραμα, δείχνει να έχει συνοχή στην υποστήριξη του οράματός της, ανέπτυξε στρατιωτική τεχνολογία, βρήκε έναν ηγέτη που της ταίριαζε, χρησιμοποίησε τα κεφάλαια του Κατάρ και πίστεψε ότι μπορεί να κατακτήσει τη Μεσόγειο. Θα συνειδητοποιήσει σιγά-σιγά τις αδυναμίες της.
Όμως προσπαθεί. Και δεν θα εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες της αν δεν υποστεί σοβαρή ήττα. Και στρατιωτική και διπλωματική.
Προς το παρόν, η κατάσταση είναι ελεγχόμενη. Απολαμβάνει με τρόπο εντελώς αψυχολόγητο την αμερικανική υποστήριξη στη Συρία. Σε σημείο που να αναπτερώνονται οι αμερικανικές ελπίδες ότι μια επιστροφή της στη Δύση είναι δυνατή. Μπορεί η Τουρκία να επιστρέψει στη Δύση;
Δεν αποκλείεται, αν και η διαμάχη στο εσωτερικό της μεταξύ ευρασιατών και ευρωπαϊστών έχει γείρει στη μεριά των πρώτων. Η σημερινή βαθιά Τουρκία είναι στραμμένη στην Ευρασία. Θεωρεί πως η Δύση δεν της εξασφαλίζει τη διαβεβαίωση ασφάλειας που ζητά.
Η Τουρκία έχει μια πραγματική αγωνία ασφαλείας. Η ιθύνουσα τάξη της έχει ενστερνιστεί τον κεμαλικό τουρκισμό αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο πως αυτός ο τουρκισμός μπορεί να μακροημερεύσει σε μια αποδομητική εποχή. Ακόμη και όσοι διακατέχονται από οθωμανικές αντιλήψεις, τις προωθούν στο όνομα της κυριαρχίας του τουρκισμού.
Άλλωστε, σημαντικά στελέχη της τουρκικής ηγεσίας είναι κουρδικής ή άλλης καταγωγής. Η Τουρκία και ο τουρκισμός ηγεμονεύουν στον μικρασιατικό χώρο πάνω σε ένα μωσαϊκό διαφορετικών λαοτήτων. Ενώ σημαντικός και απτός παραμένει ο κουρδικός παράγων. Ο οποίος αποτελεί τον τουρκικό εφιάλτη.
Η Τουρκία του Ερντογάν επιχείρησε να αντιμετωπίσει αυτές τις γενετικές του σύγχρονου τουρκικού κράτους ανησυχίες επιθετικά. Φάνηκε ως ένα σημείο να τα καταφέρνει. Δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι έχει, τελικά, τις δυνατότητες που απαιτούνται.
Όμως, ακόμη και αν συναντήσει δυσκολίες στη Μέση Ανατολή, η Τουρκία θα συνεχίσει να απειλεί τον ελληνισμό. Και πρέπει να προβληματιστούμε πώς θα αντιμετωπιστεί στρατηγικά. Όχι απλώς τακτικά. Οι δυνατότητες είναι τρεις.
Η μία είναι η γνωστή πρόταση Κιτσίκη η οποία απορρίπτεται εξ ορισμού. Η ελληνική κοινωνία δεν είναι έτοιμη για τέτοιες κινήσεις οι οποίες απαιτούν ικανότατη πολιτική, πνευματική και οικονομική ηγεσία για να έχουν θετικά αποτελέσματα. Τέτοιες ηγεσίες δεν υπάρχουν.
Η δεύτερη είναι η Τουρκία μετά τις ευρασιατικές περιπέτειές της να επιστρέψει στη Δύση και να της επιβληθεί ένα modus vivendi στην περιοχή, κυρίως από τις ΗΠΑ και στη βάση μιας νέας διεθνούς ισορροπίας. Όλες οι αναλύσεις κατατείνουν ότι σε μια τέτοια περίπτωση η Τουρκία θα έχει τη μερίδα του λέοντος και ο ελληνικός ρόλος θα είναι δευτερεύων και συμπληρωματικός. Αυτή η εκδοχή προϋποθέτει Χάγη και μοίρασμα αυτών που έχει η Ελλάδα, διότι από την Τουρκία δεν αμφισβητείται τίποτε.
Η τρίτη, ανεξαρτήτως εκβάσεως στη Μέση Ανατολή, είναι η Τουρκία να συνεχίσει να απειλεί, όπως και σήμερα, χωρίς μια μεσολαβητική διευθέτηση. Είναι το πιο πιθανό σενάριο. Από εδώ πρέπει να αρχίσει μια νέα εξωτερική και αμυντική ελληνική πολιτική.
Τι θα περιλαμβάνει;
Εμμονή στο δόγμα ότι δεν υπάρχει θέμα τοπικής αντιπαράθεσης ή θερμού επεισοδίου το οποίο θα λήξει με ξένη διαμεσολάβηση και σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων. Τα πράγματα θα γενικευτούν μέχρι να επιτευχθεί, τουλάχιστον, το status quo ante.
Άμεση ενίσχυση του στρατού για αύξηση της αποτροπής του. Νέα, έξυπνα όπλα, διασφάλιση δανείων ή δωρεών για στρατηγικά όπλα, ανάπτυξη των σύγχρονων τεχνολογιών, δημιουργία εγχώριας βιομηχανίας παραγωγής οπλικών συστημάτων, αναβάθμιση του συστήματος πληροφοριών της χώρας, υψηλού επιπέδου συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μερών, διαμόρφωση κρατικών στελεχών υψηλών ικανοτήτων, δημιουργία ενός υψηλού επιπέδου διπλωματικού σώματος, δημιουργία μιας ικανότατης υπηρεσίας προβολής των ελληνικών θέσεων διεθνώς, και όχι το σημερινό υπαλληλικό κατεστημένο.
Είναι μερικά από αυτά που πρέπει να γίνουν. Προπαντός, πρέπει να αλλάξουμε επίπεδο παιχνιδιού, όπως λένε στα ψηφιακά παίγνια.
Η Τουρκία το έχει αλλάξει. Όχι μόνο πρέπει να ακολουθήσουμε, αλλά να αναλάβουμε την πρωτοπορία. Διαφορετικά, με συγχωρείτε, αλλά θα χάσουμε. Είναι ένα όνειρο τρελό;
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Η συμπεριφορά της είναι αποκρουστική και επιβάλλεται μόνο διά της βίας. Η Τουρκία ως κράτος και οι Τούρκοι ως λαός έχουν ταυτιστεί με τη βία και τις δηώσεις.
Προκαλεί μικρούς σε μέγεθος λαούς αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο πως η στρατιωτική της δύναμη είναι τόσο αποτελεσματική. Προς το παρόν δεν έχει αντιπαρατεθεί με τακτικό στρατό. Το πράττει αυτές τις μέρες με τον κουρασμένο από τις πολυετείς διαμάχες στρατό του Άσαντ, και θα δούμε το αποτέλεσμα. Φοβούμενη την ήττα, άρα και την κατάρρευση του μύθου περί του αήττητου στρατού της, ζήτησε ήδη την αμερικανική βοήθεια η οποία άρχισε να της προσφέρεται – έστω μερικώς. Δεν αποκλείεται να ζητήσει και τη βοήθεια του ΝΑΤΟ, αλλά ας ελπίσουμε ότι τα πράγματα δεν θα φθάσουν ως εκεί. Η εμπλοκή του ΝΑΤΟ στη Συρία θα σημάνει αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Δεν είναι ένα σενάριο που πρέπει να ευχόμαστε.
Έχει, λόγω πληθυσμού, έναν αριθμητικά σημαντικό στρατό, διαμόρφωσε ένα διακομματικό εθνικό όραμα, δείχνει να έχει συνοχή στην υποστήριξη του οράματός της, ανέπτυξε στρατιωτική τεχνολογία, βρήκε έναν ηγέτη που της ταίριαζε, χρησιμοποίησε τα κεφάλαια του Κατάρ και πίστεψε ότι μπορεί να κατακτήσει τη Μεσόγειο. Θα συνειδητοποιήσει σιγά-σιγά τις αδυναμίες της.
Όμως προσπαθεί. Και δεν θα εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες της αν δεν υποστεί σοβαρή ήττα. Και στρατιωτική και διπλωματική.
Προς το παρόν, η κατάσταση είναι ελεγχόμενη. Απολαμβάνει με τρόπο εντελώς αψυχολόγητο την αμερικανική υποστήριξη στη Συρία. Σε σημείο που να αναπτερώνονται οι αμερικανικές ελπίδες ότι μια επιστροφή της στη Δύση είναι δυνατή. Μπορεί η Τουρκία να επιστρέψει στη Δύση;
Δεν αποκλείεται, αν και η διαμάχη στο εσωτερικό της μεταξύ ευρασιατών και ευρωπαϊστών έχει γείρει στη μεριά των πρώτων. Η σημερινή βαθιά Τουρκία είναι στραμμένη στην Ευρασία. Θεωρεί πως η Δύση δεν της εξασφαλίζει τη διαβεβαίωση ασφάλειας που ζητά.
Η Τουρκία έχει μια πραγματική αγωνία ασφαλείας. Η ιθύνουσα τάξη της έχει ενστερνιστεί τον κεμαλικό τουρκισμό αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο πως αυτός ο τουρκισμός μπορεί να μακροημερεύσει σε μια αποδομητική εποχή. Ακόμη και όσοι διακατέχονται από οθωμανικές αντιλήψεις, τις προωθούν στο όνομα της κυριαρχίας του τουρκισμού.
Άλλωστε, σημαντικά στελέχη της τουρκικής ηγεσίας είναι κουρδικής ή άλλης καταγωγής. Η Τουρκία και ο τουρκισμός ηγεμονεύουν στον μικρασιατικό χώρο πάνω σε ένα μωσαϊκό διαφορετικών λαοτήτων. Ενώ σημαντικός και απτός παραμένει ο κουρδικός παράγων. Ο οποίος αποτελεί τον τουρκικό εφιάλτη.
Η Τουρκία του Ερντογάν επιχείρησε να αντιμετωπίσει αυτές τις γενετικές του σύγχρονου τουρκικού κράτους ανησυχίες επιθετικά. Φάνηκε ως ένα σημείο να τα καταφέρνει. Δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι έχει, τελικά, τις δυνατότητες που απαιτούνται.
Όμως, ακόμη και αν συναντήσει δυσκολίες στη Μέση Ανατολή, η Τουρκία θα συνεχίσει να απειλεί τον ελληνισμό. Και πρέπει να προβληματιστούμε πώς θα αντιμετωπιστεί στρατηγικά. Όχι απλώς τακτικά. Οι δυνατότητες είναι τρεις.
Η μία είναι η γνωστή πρόταση Κιτσίκη η οποία απορρίπτεται εξ ορισμού. Η ελληνική κοινωνία δεν είναι έτοιμη για τέτοιες κινήσεις οι οποίες απαιτούν ικανότατη πολιτική, πνευματική και οικονομική ηγεσία για να έχουν θετικά αποτελέσματα. Τέτοιες ηγεσίες δεν υπάρχουν.
Η δεύτερη είναι η Τουρκία μετά τις ευρασιατικές περιπέτειές της να επιστρέψει στη Δύση και να της επιβληθεί ένα modus vivendi στην περιοχή, κυρίως από τις ΗΠΑ και στη βάση μιας νέας διεθνούς ισορροπίας. Όλες οι αναλύσεις κατατείνουν ότι σε μια τέτοια περίπτωση η Τουρκία θα έχει τη μερίδα του λέοντος και ο ελληνικός ρόλος θα είναι δευτερεύων και συμπληρωματικός. Αυτή η εκδοχή προϋποθέτει Χάγη και μοίρασμα αυτών που έχει η Ελλάδα, διότι από την Τουρκία δεν αμφισβητείται τίποτε.
Η τρίτη, ανεξαρτήτως εκβάσεως στη Μέση Ανατολή, είναι η Τουρκία να συνεχίσει να απειλεί, όπως και σήμερα, χωρίς μια μεσολαβητική διευθέτηση. Είναι το πιο πιθανό σενάριο. Από εδώ πρέπει να αρχίσει μια νέα εξωτερική και αμυντική ελληνική πολιτική.
Τι θα περιλαμβάνει;
Εμμονή στο δόγμα ότι δεν υπάρχει θέμα τοπικής αντιπαράθεσης ή θερμού επεισοδίου το οποίο θα λήξει με ξένη διαμεσολάβηση και σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων. Τα πράγματα θα γενικευτούν μέχρι να επιτευχθεί, τουλάχιστον, το status quo ante.
Άμεση ενίσχυση του στρατού για αύξηση της αποτροπής του. Νέα, έξυπνα όπλα, διασφάλιση δανείων ή δωρεών για στρατηγικά όπλα, ανάπτυξη των σύγχρονων τεχνολογιών, δημιουργία εγχώριας βιομηχανίας παραγωγής οπλικών συστημάτων, αναβάθμιση του συστήματος πληροφοριών της χώρας, υψηλού επιπέδου συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μερών, διαμόρφωση κρατικών στελεχών υψηλών ικανοτήτων, δημιουργία ενός υψηλού επιπέδου διπλωματικού σώματος, δημιουργία μιας ικανότατης υπηρεσίας προβολής των ελληνικών θέσεων διεθνώς, και όχι το σημερινό υπαλληλικό κατεστημένο.
Είναι μερικά από αυτά που πρέπει να γίνουν. Προπαντός, πρέπει να αλλάξουμε επίπεδο παιχνιδιού, όπως λένε στα ψηφιακά παίγνια.
Η Τουρκία το έχει αλλάξει. Όχι μόνο πρέπει να ακολουθήσουμε, αλλά να αναλάβουμε την πρωτοπορία. Διαφορετικά, με συγχωρείτε, αλλά θα χάσουμε. Είναι ένα όνειρο τρελό;
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια