Του Γιώργου Φιντικάκη
Στο δικό της αφήγημα γύρω από την ΔΕΗ που όμως δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα της επιχείρησης, επιμένει η κυβέρνηση.
Σε εκτενή ανακοίνωση του υπ. Ενέργειας επιχειρείται σύγκριση στο κεφάλαιο ΔΕΗ των πεπραγμένων της προηγούμενης κυβέρνησης και της σημερινής, ώστε το συμπέρασμα να είναι πως η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ κράτησε την επιχείρηση ζωντανή.
Στην ουσία πρόκειται για μια συρραφή από «μισές αλήθειες» και αυθαίρετα συμπεράσματα, όπως για παράδειγμα ότι οι περσινές ζημιές ήταν συγκυριακές ή ότι επί των ημερών της κυβέρνησης αποφεύχθηκε το «ξεπούλημα» με την ακύρωση «σχεδίου Μικρή ΔΕΗ».
Πρόκειται για «μύθο». Η μεγάλη ευκαιρία αναδιάρθρωσης της ΔΕΗ και συνολικά της αγοράς ηλεκτρισμού χάθηκε το 2015, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εγκατάλειψε το «σχέδιο Μικρή ΔΕΗ» και εισηγήθηκε στους θεσμούς αντ’ αυτού την πώληση λιγνιτικών μονάδων, αλλά και τη διάθεση μέσω δημοπρασιών σε τρίτους λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής ισχύος σε χαμηλές τιμές (ΝΟΜΕ) και μάλιστα με δεσμευτικούς στόχους, που αν δεν επιτευχθούν θα ακολουθήσουν εναλλακτικά δομικά μέτρα.
Τρία χρόνια μετά την εφαρμογή αυτού του σχεδίου, και η ΔΕΗ έχει επιβαρυνθεί με περίπου 1 δισ ευρώ, και οι δημοπρασίες απέτυχαν να μειώσουν το μερίδιο της, αλλά και η κυβέρνηση αναγκάστηκε να προχωρήσει σε διαγωνισμό πώλησης των λιγνιτικών μονάδων της Μελίτης και της Μεγαλόπολης. Έπειτα μάλιστα από έναν 1ο άγονο διαγωνισμό, βρίσκεται σε εξέλιξη ένας 2ος, ο οποίος ουδείς ξέρει αν θα έχει την ίδια τύχη με τον προηγούμενο.
Σαν αποτέλεσμα, η ΔΕΗ βρίσκεται ακριβώς στο ίδιο σημείο που ήταν και το 2014 σε σχέση με τις υποχρεώσεις της έναντι της Ε.Ε. και των θεσμών, αλλά σε πολύ χειρότερη χρηματοοικονομική κατάσταση, με τον κίνδυνο, εάν δεν υπάρξει άμεσα αναστροφή, να συμπαρασύρει την οικονομία.
Παραλείπει επίσης η ανακοίνωση του ΥΠΕΝ, ότι το σχέδιο «Μικρή ΔΕΗ» απαντούσε τόσο στην υποχρέωση της χώρας για άρση του μονοπωλίου της ΔΕΗ στον λιγνίτη όσο και στο άνοιγμα της λιανικής αγοράς, δημιουργώντας ταυτόχρονα έδαφος για συνολική αναδιάρθρωση της επιχείρησης, με την αξιοποίηση των αναμενόμενων εσόδων ύψους 1,5-2 δισ. ευρώ. Στο διάστημα 2014-2019, η ΔΕΗ έχασε σημαντικό έδαφος για την επέκτασή της στον τομέα των ΑΠΕ, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στους εγχώριους ανταγωνιστές της και στις μεγάλες ξένες εταιρείες που μπαίνουν επιθετικά στην αγορά.
Αυθαίρετα συμπεράσματα
Στην ίδια ανακοίνωση το ΥΠΕΝ χαρακτηρίζει παραπλανητική την αναφορά σε ζημιές 900 εκατ ευρώ της ΔΕΗ το 2018, καθώς όπως λέει, οφείλονται σε καθαρά συγκυριακές αιτίες, που δεν πρόκειται να επαναληφθούν. Ακόμη και έτσι να είναι, γεγονός που μένει να επιβεβαιωθεί, η εικόνα δεν αλλάζει.
Εντελώς αυθαίρετα το υπουργείο υποστηρίζει ότι η επιβάρυνση από το κόστος αγοράς για δικαιώματα CO2 ήταν πέρυσι συγκυριακή, όταν όλες οι προβλέψεις μιλούν για περαιτέρω αύξηση τους τα επόμενα χρόνια.
Στην ίδια κατεύθυνση, επικαλείται ποσά που επιβάρυναν πέρυσι την ΔΕΗ, επειδή αφορούσαν τις προς πώληση μονάδες, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για εφάπαξ δαπάνες, που φέτος ή τα επόμενα χρόνια, δεν θα υπάρξουν ξανά. Και αυτό καθώς θεωρεί ως δεδομένο ότι τελικά θα καταστεί δυνατό στη ΔΕΗ να πουλήσει τις μονάδες Μελίτη και Μεγαλόπολη, και άρα να απαλλαγεί από μια σειρά κόστη που σχετίζονται με αυτές.
Το συμπέρασμα είναι επίσης αυθαίρετο. Ουδείς, μπορεί να πει με βεβαιότητα αν θα ευοδωθεί αυτός ο δεύτερος διαγωνισμός ή θα έχει την ίδια τύχη με τον πρώτο. Παρ’ όλα αυτά το υπουργείο θεωρεί ότι ακριβώς επειδή θα πουληθούν οι μονάδες, τα επόμενα χρόνια δεν πρόκειται να επαναληφθούν οι ζημιές από τις υποχρεωτικές δημοπρασίες ΝΟΜΕ (πέρυσι κόστισαν 223 εκατ. ευρώ στη ΔΕΗ).
Στην ίδια αστήρικτη λογική θεωρεί ότι φέτος ή του χρόνου ο ισολογισμός της ΔΕΗ δεν θα επιβαρυνθεί με ποσά λόγω της απόσχισης των προς πώληση μονάδων (243 εκατ. ευρώ) ή με προβλέψεις έναντι μελλοντικών αποζημιώσεων για τους εργαζόμενους που θα αποχωρήσουν από αυτές (164 εκατ. ευρώ).
Δάνεια αλλά με ενέχυρα
Κυρίως όμως η ανακοίνωση του υπουργείου παραλείπει να εξηγήσει πως αφού η ΔΕΗ επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ κατέστη μια βιώσιμη επιχείρηση, τότε για ποιο λόγο κάθε φορά που χρειάζεται να καταφύγει στις τράπεζες για δανεισμό, εκείνες αρνούνται να την χρηματοδοτήσουν, παρά μόνο αν τους ενεχυριάσει κάποιο περιουσιακό στοιχείο.
Πρόσφατα, οι τράπεζες δέχθηκαν να της δώσουν δάνειο 200 εκατ. ευρώ, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την αποπληρωμή του ομολόγου που έληξε την 1η Μαΐου ύψους 350 εκατ. ευρώ. Αυτό που δεν ανακοινώθηκε είναι ότι οι τράπεζες για να μπορέσουν να δανείσουν τη ΔΕΗ ζήτησαν και πήραν ως ενέχυρο τις μετοχές της θυγατρικής της, ΔΕΗ Ανανεώσιμες.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο. Παλαιότερα είχε συμβεί κάτι παρόμοιο, όταν για άλλο δανεισμό που αφορούσε την υπόθεση ΑΔΜΗΕ, οι τράπεζες είχαν ζητήσει ως ενέχυρο μελλοντικές συμβάσεις πελατών της ΔΕΗ, κ.ό.κ.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια