Φόβοι για ένα ρήγμα που θα προκύψει με τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών
Γράφει η Γιώτα Χουλιάρα
Πολιτικός συντάκτης
Ήταν το 1952, όταν ο Λόρδος Λιονέλ Ισμέι,ο πρώτος γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, είχε δώσει έναν ρεαλιστικό ορισμό της ευρωατλαντικής λέγοντας πως ο σκοπός της είναι «να κρατά τους Αμερικανούς μέσα, τους Ρώσους έξω και τους Γερμανούς κάτω». Μια δήλωση που μάλλον αποδεικνύεται προφητική, ιδιαίτερα μετά τις τελευταίες εξελίξεις κατά την διάρκεια της 55ης Διάσκεψης Ασφαλείας του Μονάχου, η οποία πραγματοποιήθηκε μεταξύ 15 και 17 Φεβρουαρίου.
Στο ξενοδοχείο «Bayerischer Hof» όπου διεξήχθη η διάσκεψη το κλίμα ήταν βαρύ και «παγωμένο», γι΄αυτό και ο Γερμανός διπλωμάτης Βόλφγκανγκ Ίσινγκερ, επικεφαλής του θεσμού, άνοιξε τις εργασίες με ένα χειμερινό αθλητικό μπουφάν με το σήμα των αστεριών της Ε.Ε. που έλειπε όμως ένα (το αστέρι της Βρετανίας καθώς αναμένεται το BREXIT) και το σχόλιο «κάνει πολύ κρύο φέτος». Ένα σχόλιο που δεν αφορούσε απλά τις καιρικές συνθήκες αλλά τις διπλωματικές σχέσεις και ιδιαίτερα τις σχέσεις ΗΠΑ - Γερμανίας.
Μέσα σ΄αυτό το παγωμένο κλίμα οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να μαζέψουν τα κομμάτια του παγκόσμιου παζλ, ακολουθώντας την προτροπή του τίτλου της Διάσκεψης που ήταν: «Το μεγάλο παζλ: Ποιος θα μαζέψει τα κομμάτια;».Σίγουρα πάντως το πέρας των εργασιών άφησε αναπάντητα ερωτήματα τόσο για τα κομμάτια όσο και για την διάθεση συνεργασίας προκειμένου το παζλ της γεωπολιτικής και της ασφάλειας να ολοκληρωθεί.
Η υποδοχή της αμερικάνικης αντιπροσωπείας και του αντιπροέδρου Μάικ Πενς ήταν μάλλον ψυχρή από την πλευρά της Άνγκελα Μέρκελ, η οποία μετράει αντίστροφα στη γερμανική καγκελαρία αλλά αυτό δεν την εμπόδισε να δώσει μια ομιλία με ευθείες αιχμές στην πολιτική των ΗΠΑ. «Είμαστε περήφανοι για τα αυτοκίνητά μας και πρέπει να είμαστε», δήλωσε η καγκελάριος και επισήμανε ότι γερμανικές εταιρείες έχουν εργοστάσια στις ΗΠΑ, από τα οποία μάλιστα πραγματοποιούνται εξαγωγές, π.χ. προς την Κίνα. «Εάν αυτό θεωρείται απειλή για την ασφάλεια των ΗΠΑ, αυτό μας σοκάρει», είπε καταχειροκροτούμενη από το κοινό θέλοντας να στείλει ένα μήνυμα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Η καγκελάριος αναφέρθηκε ακόμη στον αμφιλεγόμενο αγωγό «Nord Stream II», απορρίπτοντας τους αμερικανικούς ισχυρισμούς για «αιχμαλωσία» της Γερμανίας από την Ρωσία, λόγω της ενεργειακής εξάρτησής της: «Εγώ βρισκόμουν στην Ανατολική Γερμανία στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αλλά και η Δυτική Γερμανία έπαιρνε αέριο από την Ρωσία. Δεν πιστεύω ότι σήμερα είναι τόσο χειρότερα από τότε… Η Ρωσία παραμένει εταίρος. Αλλά θέλουμε και η Ρωσία να εξαρτάται μόνο από την Κίνα; Δεν νομίζω», τόνισε χαρακτηριστικά.
Στο αντίποδα, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικ Πενς μετέφερε τα αιτήματα του προέδρου Τραμπ, που ζητάει τη συνεργασία των Ευρωπαίων στην απομόνωση του Ιράν και της Ρωσίας, ενώ τόνισε ιδιαίτερα το ζήτημα του ΝΑΤΟ, για το οποίο ο Τραμπ έχει επικρίνει στο παρελθόν την Γερμανία πάμπολλες φορές. «Χάρη στην πίεση των ΗΠΑ διπλασιάστηκε ο αριθμός των μελών του ΝΑΤΟ που έχουν πετύχει τον στόχο της συνεισφοράς ποσοστού 2% του ΑΕΠ στον προϋπολογισμό του, ενώ ακόμη περισσότερα δεσμεύτηκαν ότι θα τον αυξήσουν έως το 2024», τόνισε. Και ενώ η Άνγκελα Μέρκελ καταχειροκροτήθηκε, ο Πενς μάλλον έμεινε να μιλάει σ΄ένα παγωμένο ευρωπαϊκό ακροατήριο που δεν φάνηκε να ενδιαφέρεται για τα μηνύματα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Το βαρύ κλίμα των σχέσεων ΗΠΑ- Γερμανίας ανέλαβε να ελαφρύνει η πρώτη κόρη, Ιβάνκα Τραμπ. Η Ιβάνκα έδωσε συνέντευξη στην γερμανική εφημερίδα Bild, όπου έπλεξε το εγκώμιο της Άνγκελα Μέρκελ και απέρριψε την ερμηνεία που έχει δοθεί από ξένους ηγέτες στο «μότο» του πατέρα της «Πρώτα η Αμερική» λέγοντας χαρακτηριστικά ότι στόχος των ΗΠΑ δεν είναι η απομόνωση της Αμερικής. Όμως, οι δηλώσεις της Ιβάνκα δεν αρκούν για να μειώσουν το χάσμα που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα στις δυο χώρες.
Aπό τις ομιλίες Μέρκελ και Πενς έγινε ξεκάθαρο πως η σημαντικότερη διαφωνία μεταξύ τους αφορά την προσέγγιση της Ρωσίας. «Η Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου φαίνεται πως διεύρυνε ακόμα περισσότερο το ρήγμα ανάμεσα στα μέλη της συμμαχίας» ήταν το συμπέρασμα του σημερινού γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, ο οποίος μίλησε στη γαλλική Le Monde.
Την ώρα που η Γερμανία προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει τις κύριες λειτουργίες του ΝΑΤΟ και ενώ η Άνγκελα Μέρκελ εξέφρασε ξεκάθαρα τους φόβους της για διάσπαση της διεθνούς τάξης, οι ΗΠΑ ξεκαθαρίζουν με κάθε τρόπο ότι η Ρωσία αποτελεί γι΄αυτούς αντίπαλο και όποια σχέση μαζί της έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ, τα οποία οφείλουν να υπηρετούν όλες οι χώρες της ευρωατλαντικής συμμαχίας. Η συμπεριφορά της Ρωσίας στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ στη Μέση Ανατολή και στις επιχειρήσεις πληροφοριών αποτελεί σύμφωνα με τις ΗΠΑ απειλή που πρέπει να περιοριστεί και να αντιμετωπιστεί. Ταυτόχρονα η στήριξη της Ρωσίας στον πρόεδρο της Βενεζουέλας Nίκολας Μαδούρο, αποτελεί σύμφωνα με αμερικανούς αναλυτές ένα μόνο μικρό παράδειγμα ρωσικής εχθρότητας έναντι των δυτικών κυβερνήσεων, πολλές από τις οποίες υποστήριξαν την αντιπολίτευση της Βενεζουέλας.
Από την άλλη, η γερμανική θέση είναι ότι η διαμάχη με τη Ρωσία δεν πρέπει να θεωρείται ως ζήτημα ασφάλειας ή στρατιωτικό ζήτημα. Σύμφωνα με τους Γερμανούς, το πρόβλημα πρέπει να επιλυθεί μέσω της ευρωπαϊκής προσέγγισης της Ρωσίας. Αλλά αυτή η άποψη ενδεχομένως να μην είναι και τόσο δημοφιλή σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη.
Η Βρετανία επικρίνει την Ρωσία για την υπόθεση Σκριπάλ, η Πολωνία αλλά και η Ρουμανία, θεωρούν τους Ρώσους ως μια σημαντική στρατιωτική απειλή. Πιο συγκεκριμένη η πολωνική κυβέρνηση είναι ιδιαίτερα επιφυλακτική προς τις προτροπές της Γερμανίας για φιλική επαφή με την Ρωσία, καθώς ιστορικά η χώρα όταν βρέθηκε ανάμεσα σε Γερμανία και Ρωσία αιματοκυλίστηκε κατά την διάρκεια του Β΄ΠΠ. Επίσης, τα κράτη της Βαλτικής και της Σκανδιναβίαςθεωρούν τη Ρωσία ως απειλή. Φυσικά, αυτή η αίσθηση της ρωσικής απειλής είναι ακόμη πιο έντονη στην Ουκρανία λόγω και της πρόσφατης ουκρανικής κρίσης.
Ορισμένες από αυτές τις χώρες αποτελούν μέρος του ΝΑΤΟ και μερικές απλώς αποτελούν τμήμα του δυτικού μπλοκ, αλλά όλες μοιράζονται την αμερικανική άποψη ότι η Ρωσία αποτελεί απειλή για την ασφάλεια τους και πρέπει να ληφθούν στρατιωτικά μέτρα για να εμποδιστεί η ρωσική επιθετικότητα. Ως εκ τούτου, λοιπόν, η Γερμανία και πιο συγκεκριμένα η Άνγκελα Μέρκελ όταν μίλησε στην διάσκεψη, δεν μίλησε εκ μέρους ολόκληρης της Ευρώπης, αλλά εκ μέρους του Βερολίνου και της γερμανικής πολιτικής. Η αντίληψη που κάποιοι προσπαθούν να καλλιεργήσουν σε αναλύσεις ότι το ρήγμα που εμφανίστηκε στο Μόναχο είναι μεταξύ των ΗΠΑ και ολόκληρης της Ευρώπης είναι μάλλον ψευδής, καθώς η κατάσταση είναι λίγο πιο περίπλοκη στη γηραιά ήπειρο.
Οι ΗΠΑ, η Γερμανία και η κάθε μια από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις απέναντι στη Ρωσία επειδή οι εθνικές τους στρατηγικές είναι επίσης διαφορετικές. Η Ευρώπη ενδεχομένως να είχε μια προσέγγιση αν είχε και ενιαία εξωτερική πολιτική, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης δεν δημιουργήθηκαν ποτέ παρά το όνειρο του Σερ Ουίνστον Τσόρτσιλ, κατά τη διάρκεια της-περίφημης πια- ομιλίας του στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης τον Σεπτέμβριο του 1946. «Το πρώτο βήμα για την ανασύσταση της ευρωπαϊκής οικογένειας, της δικαιοσύνης, του ελέους και της ελευθερίας είναι η δημιουργία ενός είδους Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης. Μόνον έτσι οι εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι του μόχθου θα μπορέσουν να ξαναγευθούν τις απλές χαρές και τις ελπίδες που νοηματοδοτούν τη ζωή»,είχε πει χαρακτηριστικά σε μια προσπάθεια να αμβλυνθούν οι πληγές του Β΄ ΠΠ.
Όμως, ο πρωταρχικός στόχος της στρατηγικής των ΗΠΑ ήταν να αντισταθούν στην κυριαρχία της Ευρώπης με μία μόνο δύναμη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρενέβησαν στους δύο παγκόσμιους πολέμους για να εμποδίσουν τη γερμανική προσπάθεια για ηγεμονία. Ασχολήθηκαν με τον Ψυχρό Πόλεμο για να εμποδίσει τη σοβιετική κυριαρχία στη Δυτική Ευρώπη και σήμερα πλέον με τον Τραμπ στο Λευκό Οίκο είναι ολοφάνερο πως επιθυμούν να συνδιαλέγονται ξεχωριστά με τους αρχηγούς των ευρωπαϊκών κρατών και όχι με έναν ενιαίο φορέα.
Από την άλλη η Γερμανία επιθυμεί να ηγεμονεύει την Ευρώπη και να διατηρεί τις καλές σχέσεις με την Ρωσία εξαιτίας της ενεργειακής εξάρτησης της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Αντιθέτως, η Γερμανία δεν επιθυμεί την συσσώρευση δυνάμεων των ΗΠΑ στην Πολωνία ή τη Ρουμανία, γεγονός που προάγει αυτές τις δυο χώρες στην ευρωατλαντική συμμαχία. Είναι ξεκάθαρο λοιπόν πως υπό αυτές τις συνθήκες οι δυο χώρες (ΗΠΑ- Γερμανία) είναι δύσκολο να συμφωνήσουν ποια θα είναι τα επόμενα βήματα, πόσο μάλλον ποιοι είναι οι πραγματικοί κίνδυνοι.
Αλλά πίσω από τα παραπάνω, υπάρχει καλά κρυμμένο το βαθύ ευρωπαϊκό πρόβλημα.
Η Γερμανία χρειάζεται την Ευρωπαϊκή Ένωση ως αγορά των αγαθών της. Ωστόσο, η ΕΕ κατακερματίζεται τόσο για οικονομικούς όσο και για πολιτικούς λόγους. Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη, η Βρετανία,ετοιμάζεται για BREXIT, γεγονός που μελλοντικά θα την φέρει πιο κοντά στις ΗΠΑ. Η Ιταλία, η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία, βρίσκεται σε σύγκρουση με τις Βρυξέλλες. Την ίδια στιγμή η Πολωνία και η Ουγγαρία φαίνεται πως χαράζουν έναν δικό τους ιδιότυπο ευρωπαϊκό δρόμο και η Γαλλία μαστίζεται από την κρίση που έχουν φέρει τα Κίτρινα Γιλέκα.
Στο Μόναχο, η Μέρκελ τόνισε ότι το ΝΑΤΟ δεν είναι μόνο στρατιωτική συμμαχία αλλά πολιτική, ακριβώς επειδή η Γερμανία δεν θέλει να αναγκαστεί να διαλέξει μια ξεκάθαρη θέση στην υπό διαμόρφωση γεωπολιτική σκακιέρα.
Όμως το ερώτημα είναι για πόσο διάστημα θα μπορεί να το κάνει αυτό προσπαθώντας παράλληλα να συγκρατήσει μια κατακερματισμενη Ευρώπη. Μήπως το ρήγμα ΗΠΑ – Γερμανίας επιφέρει τελικά ρήγμα και στην Ενωμένη Ευρώπη; Ένα ρήγμα που θα σκάσει με τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών σε λίγους μήνες;
Πρώτη δημοσίευση στο Geopolitics and Daily News
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια