Του Δημήτρη Γ. Απόκη
Εδώ και αρκετές εβδομάδες και ιδιαίτερα μετά την ανάληψη καθηκόντων από το νέο Αμερικανό Πρόεδρο, Ντόναλντ Τράμπ, η Τουρκία και ο Ταγίπ Ερντογάν, έχουν αυξήσει κατακόρυφα την δραστηριότητα τους στο Αιγαίο,
δημιουργώντας ένα σκηνικό έντασης το οποίο δείχνει ξεκάθαρα ότι η Άγκυρα ξετυλίγει αργά, αλλά σταθερά μια αναθεωρητική στρατηγική που ανά πάσα στιγμή μπορεί να οδηγήσει σε ένα θερμό επεισόδιο, με απρόβλεπτες συνέπειες.
Είναι επίσης σαφές ότι όλη αυτή η ατμόσφαιρα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και με το επερχόμενο δημοψήφισμα του Απριλίου στη γειτονική χώρα, το οποίο έχει ως στόχο την ενίσχυση του Ερντογάν με πέρασμα σε ένα Προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης.
Την ίδια στιγμή, στο Κυπριακό, μετά το φιάσκο της Γενεύης, η Τουρκία αφού δεν κατάφερε να περάσει το συμφωνημένο με την κυβέρνηση Ομπάμα, σχέδιο διευθέτησης το οποίο ήταν κομμένο και ραμμένο στα μετρά της, έχει οδηγήσει τη διαδικασία σε ένα ουσιαστικό τέλμα, με αποτέλεσμα να μην πρόκειται να προχωρήσει τίποτα, ειδικά μέχρι να ξεκαθαρίσει τις προθέσεις της η νέα Αμερικανική κυβέρνηση.
Κλειδί στη στάση της Ουάσιγκτον τόσο στο Αιγαίο, όσο και στο Κυπριακό, είναι η κατάσταση που θα διαμορφωθεί στις σχέσεις της κυβέρνησης Τράμπ, με την Τουρκία και το καθεστώς Ερντογάν, με τον παράγοντα Ρωσία να εμπλέκεται στην εξίσωση.
Σε αυτό το μέτωπο οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών δεν είναι ιδιαίτερα θετικές και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η χώρα σε οικονομικό επίπεδο βρίσκεται στην κυριολεξία στο βάραθρο, έρχονται πολύ δύσκολες και επικίνδυνες ημέρες.
Το συνέδριο του Μονάχου για την ασφάλεια ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον και αποκάλυψε πολλά σχετικά με το που οδηγούνται τα πράγματα στο διεθνές σύστημα. Ήταν επίσης πολύ αποκαλυπτικό αναφορικά με το τι έρχεται στο μέτωπο Ουάσιγκτον , Άγκυρα, και τι αυτό σημαίνει για το εφήμερο φλερτ, μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας.
Στο Μόναχο έγινε σαφές ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια αλλαγή στη σχέση του καθεστώτος Ερντογάν με τις Ηνωμένες Πολιτείες, υπό την Προεδρία Τράμπ. Ο Αμερικανός Υπουργός Άμυνας, ένα πρόσωπο το οποίο θα έχει καθοριστική επιρροή στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσιγκτον ο Στρατηγός, Τζέημς Μάτις, συναντήθηκε στις Βρυξέλλες με τον Τούρκο ομόλογό του, στο περιθώριο του συνεδρίου των Υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ, και τον διαβεβαίωσε για την υποστήριξη των ΗΠΑ ως στρατηγικού εταίρου, στην εκστρατεία εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος, Μάϊκ Πένς, συναντήθηκε με τον Τούρκο Πρωθυπουργό, Μπιναλί Γιλντιρίμ, και τον επικεφαλής της Τουρκικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Χακάν Φιντάν, και μια ημέρα μετά τη συνάντηση ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Μελβούτ Τσαβούσογλου, δήλωσε στο Μόναχο ότι η Τουρκία ζήτησε την αποστολή περισσότερων αμερικανικών ειδικών δυνάμεων στη Συρία.
Οι σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, ειδικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, πέρασαν μια πολύ δύσκολη εποχή, με αιχμή την έκδοση του Φετουλάχ Γκιουλέν που η κυβέρνηση Ερντογάν έχει στοχοποιήσει ως υπεύθυνο για το πραξικόπημα.
Η Τουρκία ειδικά μετά το πραξικόπημα, έχει εμπλακεί σε ένα τριγωνικό παιχνίδι στην ευρύτερη περιοχή. Αυτό το ριψοκίνδυνο πόκερ περιλαμβάνει τις ΗΠΑ, παραδοσιακό σύμμαχο των Τούρκων. Στο κέντρο αυτής της σχέσης βρίσκεται η στρατηγικής για την Ουάσιγκτον, σημασίας βάση στο Ιντσιρλίκ. Για τις ΗΠΑ το Ιντσιρλίκ είναι κρίσιμο για τις αεροπορικές επιχειρήσεις πάνω από το Ιράκ και τη Συρία, την παρακολούθηση του Ιράν, καθώς και επιχειρήσεις στη Μαύρη Θάλασσα και τον Καύκασο, σε απάντηση πιθανών Ρωσικών επιχειρήσεων.
Ο άλλος παίκτης στο τριγωνικό πόκερ της Άγκυρας είναι η Ρωσία. Παραδοσιακά μιλάμε για μια χώρα αντίπαλο της Τουρκίας. Από την εποχή του Τσάρου και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Μόσχα έχει αυξημένο ενδιαφέρον για την Τουρκία. Τα στενά του Βοσπόρου είναι ιδιαίτερης στρατηγικής σημασίας για τη Μόσχα. Στην περίπτωση που τα ελέγξει, θα έχει ανεμπόδιστη πρόσβαση στη Μεσόγειο, κάτι που αποτελεί εξαιρετικής σημασίας στρατηγικό στόχο των Ράσων.
Με δεδομένο ότι η Μόσχα δεν έχει τη δυνατότητα, σήμερα, να ελέγξει τα στενά του Βοσπόρου, έχει άλλους τρόπους να κοντράρει την Τουρκία. Η αποστολή δυνάμεων στη Συρία και η στήριξη του Άσαντ, βρίσκεται στην κορυφή. Το περιστατικό με την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού από τους Τούρκους, οδήγησε τις σχέσεις των δυο χωρών σε πολύ υψηλή ένταση. Ακολούθησε το πραξικόπημα και ο Ερντογάν κατηγόρησε των Γκιουλέν και κατ’ επέκταση την Ουάσιγκτον για στήριξή του. Αυτά τα γεγονότα έδωσαν τη δυνατότητα να βρεθεί σε μια πλεονεκτική διπλωματικά θέση έναντι των δυο δυνάμεων. Στην ουσία είναι χρήσιμη και στους δυο. Οι Αμερικανοί χρειάζονται το Ιντσιρλίκ, αλλά και την Τουρκία στην εφαρμογή πολιτικής έναντι του Αραβικού Κόσμου. Οι Ρώσσοι θέλουν να ενισχύσουν τη δύναμή τους για την αντιμετώπιση της κρίσης στην Ουκρανία και την ένταση με το ΝΑΤΟ στα σύνορά της. Στην περίπτωση που καταφέρουν να προσεταιριστούν την Τουρκία, θα δημιουργήσουν μεγάλο πρόβλημα στις ΗΠΑ.
Οι τελευταίες ενδείξεις, ειδικά μετά την επιτυχία της στήριξης του Άσαντ στη Συρία από την Μόσχα, δείχνουν ότι ο Ερντογάν και η Άγκυρα κλείνουν και πάλι προς την Ουάσιγκτον. Οι πληροφορίες από την αμερικανική πρωτεύουσα αναφέρουν ότι η κυβέρνηση Τράμπ εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο αποστολής δυνάμεων στη Συρία και στο παρασκήνιο γίνεται σοβαρή συζήτηση γύρω από την υποστήριξη των Αμερικανών έναντι των Κούρδων στη Συρία.
Δεν είναι, επίσης, καθόλου τυχαίο ότι εν γνώση του Αμερικανικού Πενταγώνου, ο Πρόεδρος της πανίσχυρης Επιτροπής Ενόπλων Δυνάμεων της Γερουσίας, γερουσιαστής Τζόν Μακέην, επισκέφθηκε μυστικά τη Βόρεια Συρία και στην πόλη Κομπάνι μίλησε με Αμερικανούς στρατιωτικούς και Κούρδους μαχητές, γύρω από την εκστρατεία κατά του Ισλαμικού Κράτους. Πριν από αυτή την επίσκεψη είχε μεταβεί στην Σαουδική Αραβία και την Τουρκία, για να συζητήσει τη στρατηγική γύρω από αυτό το στόχο.
Ο Ερντογάν, έπαιξε με τους Ρώσους, και έχει πλέον κατανοήσει την περιορισμένη αξία την οποία έχουν ως σύμμαχος της Τουρκίας. Τα προβλήματα που έχει η Μόσχα είναι πολλά και σοβαρά για να είναι μακροπρόθεσμα χρήσιμη στην Άγκυρα. Την ίδια στιγμή τα προβλήματα που έχει η Τουρκία στα νότια είναι πολύ σοβαρά και ταυτόχρονα ανησυχεί έντονα για το Ιράν. Τα συμφέροντά της είναι πολύ πιο κοντά με αυτά της Ουάσιγκτον και γνωρίζει ότι οι Αμερικανοί μπορούν να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους.
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ και η κυβέρνηση Τράμπ, γνωρίζουν ότι για να εμπλακούν σοβαρά και να έχουν πιθανότητες επιτυχίας στην καταστροφή του Ισλαμικού Κράτους, είναι απαραίτητο να έχουν την Τουρκία στο πλευρό τους.
Στο Μόναχο, αλλά και στη συνάντηση των Υπουργών άμυνας του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα ήταν ανύπαρκτη. Ο Αμερικανός Υπουργός Άμυνας, Στρατηγός Μάτις,
δεν μπήκε καν στον κόπο να συναντηθεί με τον Πάνο Καμένο, ενώ συναντήθηκε με αρκετούς από τους ομολόγους του.
Δυστυχώς, για την Ουάσιγκτον και την κυβέρνηση Τράμπ, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή δεν προσφέρει τίποτα το αξιόλογο για να ασχοληθεί σοβαρά μαζί της. Η χώρα λόγω των μνημονίων είναι προσδεμένη στο άρμα της Γερμανίας και η κρίση είναι τόσο βαθιά που την έχει καταστήσει στρατηγικά ανενεργή και αδιάφορη για την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Αυτό την καθιστά ακόμη πιο ευάλωτη στην τουρκική προκλητικότητα και εγκυμονεί κινδύνους για τα εθνικά της συμφέροντα. Είναι, μάλιστα, μεγάλο λάθος να αντιμετωπίζει κανείς την τουρκική προκλητικότητα και την αναθεωρητική στρατηγική του Ερντογάν, ως ελεγχόμενο γεγονός που απλά συμβαίνει για εσωτερική κατανάλωση.
Στο μέτωπο του Κυπριακού, παρά το γεγονός ότι η Λευκωσία έχει ένα καλό χαρτί που ακούει στο όνομα υδρογονάνθρακες, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα αποδειχθεί ικανό αντίβαρο στην στρατηγική επαναπροσέγγιση Ηνωμένων Πολιτειών και Τουρκίας.
Συμπερασματικά, το σκηνικό το οποίο διαμορφώνεται δεν είναι καθόλου ευοίωνο για τα εθνικά συμφέροντα σε όλο το φάσμα. Το δυστύχημα είναι ότι μέσα στην τραγωδία της αξιολόγησης και στο βάραθρό που έχει οδηγηθεί η χώρα κανείς δεν δίνει την απαιτούμενη σημασία σε έναν κίνδυνο ο οποίος μπορεί να προκαλέσει ζημιά η οποία θα είναι ανεπανόρθωτη.
Ο Δημήτρης Γ. Απόκης είναι Διεθνολόγος Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University και Δημοσιογράφος. Αρθρογραφεί και στην ιστοσελίδα LIBERAL
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Εδώ και αρκετές εβδομάδες και ιδιαίτερα μετά την ανάληψη καθηκόντων από το νέο Αμερικανό Πρόεδρο, Ντόναλντ Τράμπ, η Τουρκία και ο Ταγίπ Ερντογάν, έχουν αυξήσει κατακόρυφα την δραστηριότητα τους στο Αιγαίο,
δημιουργώντας ένα σκηνικό έντασης το οποίο δείχνει ξεκάθαρα ότι η Άγκυρα ξετυλίγει αργά, αλλά σταθερά μια αναθεωρητική στρατηγική που ανά πάσα στιγμή μπορεί να οδηγήσει σε ένα θερμό επεισόδιο, με απρόβλεπτες συνέπειες.
Είναι επίσης σαφές ότι όλη αυτή η ατμόσφαιρα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και με το επερχόμενο δημοψήφισμα του Απριλίου στη γειτονική χώρα, το οποίο έχει ως στόχο την ενίσχυση του Ερντογάν με πέρασμα σε ένα Προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης.
Την ίδια στιγμή, στο Κυπριακό, μετά το φιάσκο της Γενεύης, η Τουρκία αφού δεν κατάφερε να περάσει το συμφωνημένο με την κυβέρνηση Ομπάμα, σχέδιο διευθέτησης το οποίο ήταν κομμένο και ραμμένο στα μετρά της, έχει οδηγήσει τη διαδικασία σε ένα ουσιαστικό τέλμα, με αποτέλεσμα να μην πρόκειται να προχωρήσει τίποτα, ειδικά μέχρι να ξεκαθαρίσει τις προθέσεις της η νέα Αμερικανική κυβέρνηση.
Κλειδί στη στάση της Ουάσιγκτον τόσο στο Αιγαίο, όσο και στο Κυπριακό, είναι η κατάσταση που θα διαμορφωθεί στις σχέσεις της κυβέρνησης Τράμπ, με την Τουρκία και το καθεστώς Ερντογάν, με τον παράγοντα Ρωσία να εμπλέκεται στην εξίσωση.
Σε αυτό το μέτωπο οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών δεν είναι ιδιαίτερα θετικές και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η χώρα σε οικονομικό επίπεδο βρίσκεται στην κυριολεξία στο βάραθρο, έρχονται πολύ δύσκολες και επικίνδυνες ημέρες.
Το συνέδριο του Μονάχου για την ασφάλεια ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον και αποκάλυψε πολλά σχετικά με το που οδηγούνται τα πράγματα στο διεθνές σύστημα. Ήταν επίσης πολύ αποκαλυπτικό αναφορικά με το τι έρχεται στο μέτωπο Ουάσιγκτον , Άγκυρα, και τι αυτό σημαίνει για το εφήμερο φλερτ, μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας.
Στο Μόναχο έγινε σαφές ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια αλλαγή στη σχέση του καθεστώτος Ερντογάν με τις Ηνωμένες Πολιτείες, υπό την Προεδρία Τράμπ. Ο Αμερικανός Υπουργός Άμυνας, ένα πρόσωπο το οποίο θα έχει καθοριστική επιρροή στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσιγκτον ο Στρατηγός, Τζέημς Μάτις, συναντήθηκε στις Βρυξέλλες με τον Τούρκο ομόλογό του, στο περιθώριο του συνεδρίου των Υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ, και τον διαβεβαίωσε για την υποστήριξη των ΗΠΑ ως στρατηγικού εταίρου, στην εκστρατεία εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος, Μάϊκ Πένς, συναντήθηκε με τον Τούρκο Πρωθυπουργό, Μπιναλί Γιλντιρίμ, και τον επικεφαλής της Τουρκικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Χακάν Φιντάν, και μια ημέρα μετά τη συνάντηση ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Μελβούτ Τσαβούσογλου, δήλωσε στο Μόναχο ότι η Τουρκία ζήτησε την αποστολή περισσότερων αμερικανικών ειδικών δυνάμεων στη Συρία.
Οι σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, ειδικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, πέρασαν μια πολύ δύσκολη εποχή, με αιχμή την έκδοση του Φετουλάχ Γκιουλέν που η κυβέρνηση Ερντογάν έχει στοχοποιήσει ως υπεύθυνο για το πραξικόπημα.
Η Τουρκία ειδικά μετά το πραξικόπημα, έχει εμπλακεί σε ένα τριγωνικό παιχνίδι στην ευρύτερη περιοχή. Αυτό το ριψοκίνδυνο πόκερ περιλαμβάνει τις ΗΠΑ, παραδοσιακό σύμμαχο των Τούρκων. Στο κέντρο αυτής της σχέσης βρίσκεται η στρατηγικής για την Ουάσιγκτον, σημασίας βάση στο Ιντσιρλίκ. Για τις ΗΠΑ το Ιντσιρλίκ είναι κρίσιμο για τις αεροπορικές επιχειρήσεις πάνω από το Ιράκ και τη Συρία, την παρακολούθηση του Ιράν, καθώς και επιχειρήσεις στη Μαύρη Θάλασσα και τον Καύκασο, σε απάντηση πιθανών Ρωσικών επιχειρήσεων.
Ο άλλος παίκτης στο τριγωνικό πόκερ της Άγκυρας είναι η Ρωσία. Παραδοσιακά μιλάμε για μια χώρα αντίπαλο της Τουρκίας. Από την εποχή του Τσάρου και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Μόσχα έχει αυξημένο ενδιαφέρον για την Τουρκία. Τα στενά του Βοσπόρου είναι ιδιαίτερης στρατηγικής σημασίας για τη Μόσχα. Στην περίπτωση που τα ελέγξει, θα έχει ανεμπόδιστη πρόσβαση στη Μεσόγειο, κάτι που αποτελεί εξαιρετικής σημασίας στρατηγικό στόχο των Ράσων.
Με δεδομένο ότι η Μόσχα δεν έχει τη δυνατότητα, σήμερα, να ελέγξει τα στενά του Βοσπόρου, έχει άλλους τρόπους να κοντράρει την Τουρκία. Η αποστολή δυνάμεων στη Συρία και η στήριξη του Άσαντ, βρίσκεται στην κορυφή. Το περιστατικό με την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού από τους Τούρκους, οδήγησε τις σχέσεις των δυο χωρών σε πολύ υψηλή ένταση. Ακολούθησε το πραξικόπημα και ο Ερντογάν κατηγόρησε των Γκιουλέν και κατ’ επέκταση την Ουάσιγκτον για στήριξή του. Αυτά τα γεγονότα έδωσαν τη δυνατότητα να βρεθεί σε μια πλεονεκτική διπλωματικά θέση έναντι των δυο δυνάμεων. Στην ουσία είναι χρήσιμη και στους δυο. Οι Αμερικανοί χρειάζονται το Ιντσιρλίκ, αλλά και την Τουρκία στην εφαρμογή πολιτικής έναντι του Αραβικού Κόσμου. Οι Ρώσσοι θέλουν να ενισχύσουν τη δύναμή τους για την αντιμετώπιση της κρίσης στην Ουκρανία και την ένταση με το ΝΑΤΟ στα σύνορά της. Στην περίπτωση που καταφέρουν να προσεταιριστούν την Τουρκία, θα δημιουργήσουν μεγάλο πρόβλημα στις ΗΠΑ.
Οι τελευταίες ενδείξεις, ειδικά μετά την επιτυχία της στήριξης του Άσαντ στη Συρία από την Μόσχα, δείχνουν ότι ο Ερντογάν και η Άγκυρα κλείνουν και πάλι προς την Ουάσιγκτον. Οι πληροφορίες από την αμερικανική πρωτεύουσα αναφέρουν ότι η κυβέρνηση Τράμπ εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο αποστολής δυνάμεων στη Συρία και στο παρασκήνιο γίνεται σοβαρή συζήτηση γύρω από την υποστήριξη των Αμερικανών έναντι των Κούρδων στη Συρία.
Δεν είναι, επίσης, καθόλου τυχαίο ότι εν γνώση του Αμερικανικού Πενταγώνου, ο Πρόεδρος της πανίσχυρης Επιτροπής Ενόπλων Δυνάμεων της Γερουσίας, γερουσιαστής Τζόν Μακέην, επισκέφθηκε μυστικά τη Βόρεια Συρία και στην πόλη Κομπάνι μίλησε με Αμερικανούς στρατιωτικούς και Κούρδους μαχητές, γύρω από την εκστρατεία κατά του Ισλαμικού Κράτους. Πριν από αυτή την επίσκεψη είχε μεταβεί στην Σαουδική Αραβία και την Τουρκία, για να συζητήσει τη στρατηγική γύρω από αυτό το στόχο.
Ο Ερντογάν, έπαιξε με τους Ρώσους, και έχει πλέον κατανοήσει την περιορισμένη αξία την οποία έχουν ως σύμμαχος της Τουρκίας. Τα προβλήματα που έχει η Μόσχα είναι πολλά και σοβαρά για να είναι μακροπρόθεσμα χρήσιμη στην Άγκυρα. Την ίδια στιγμή τα προβλήματα που έχει η Τουρκία στα νότια είναι πολύ σοβαρά και ταυτόχρονα ανησυχεί έντονα για το Ιράν. Τα συμφέροντά της είναι πολύ πιο κοντά με αυτά της Ουάσιγκτον και γνωρίζει ότι οι Αμερικανοί μπορούν να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους.
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ και η κυβέρνηση Τράμπ, γνωρίζουν ότι για να εμπλακούν σοβαρά και να έχουν πιθανότητες επιτυχίας στην καταστροφή του Ισλαμικού Κράτους, είναι απαραίτητο να έχουν την Τουρκία στο πλευρό τους.
Στο Μόναχο, αλλά και στη συνάντηση των Υπουργών άμυνας του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα ήταν ανύπαρκτη. Ο Αμερικανός Υπουργός Άμυνας, Στρατηγός Μάτις,
δεν μπήκε καν στον κόπο να συναντηθεί με τον Πάνο Καμένο, ενώ συναντήθηκε με αρκετούς από τους ομολόγους του.
Δυστυχώς, για την Ουάσιγκτον και την κυβέρνηση Τράμπ, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή δεν προσφέρει τίποτα το αξιόλογο για να ασχοληθεί σοβαρά μαζί της. Η χώρα λόγω των μνημονίων είναι προσδεμένη στο άρμα της Γερμανίας και η κρίση είναι τόσο βαθιά που την έχει καταστήσει στρατηγικά ανενεργή και αδιάφορη για την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Αυτό την καθιστά ακόμη πιο ευάλωτη στην τουρκική προκλητικότητα και εγκυμονεί κινδύνους για τα εθνικά της συμφέροντα. Είναι, μάλιστα, μεγάλο λάθος να αντιμετωπίζει κανείς την τουρκική προκλητικότητα και την αναθεωρητική στρατηγική του Ερντογάν, ως ελεγχόμενο γεγονός που απλά συμβαίνει για εσωτερική κατανάλωση.
Στο μέτωπο του Κυπριακού, παρά το γεγονός ότι η Λευκωσία έχει ένα καλό χαρτί που ακούει στο όνομα υδρογονάνθρακες, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα αποδειχθεί ικανό αντίβαρο στην στρατηγική επαναπροσέγγιση Ηνωμένων Πολιτειών και Τουρκίας.
Συμπερασματικά, το σκηνικό το οποίο διαμορφώνεται δεν είναι καθόλου ευοίωνο για τα εθνικά συμφέροντα σε όλο το φάσμα. Το δυστύχημα είναι ότι μέσα στην τραγωδία της αξιολόγησης και στο βάραθρό που έχει οδηγηθεί η χώρα κανείς δεν δίνει την απαιτούμενη σημασία σε έναν κίνδυνο ο οποίος μπορεί να προκαλέσει ζημιά η οποία θα είναι ανεπανόρθωτη.
Ο Δημήτρης Γ. Απόκης είναι Διεθνολόγος Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University και Δημοσιογράφος. Αρθρογραφεί και στην ιστοσελίδα LIBERAL
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια