H E.E. στη σκιά του Brexit

Γράφει ο Γιώργος Καπόπουλος
Εκ πρώτης όψεως το σκληρό Brexit που επέλεξε η πρωθυπουργός της Βρετανίας Μέι μοιάζει με σωσίβιο, με αποχαιρετιστήριο δώρο προς την Ηπειρωτική Ευρώπη: Παρίσι, Βερολίνο και Βρυξέλλες φαίνεται ότι βρήκαν τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή ενότητας που δεν μπορούσαν να βρουν ούτε στη διαχείριση της Κρίσης στην Ευρωζώνη, αλλά ούτε και ως προς την περαιτέρω πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης συνολικά.
Αρκούν όμως τα παραπάνω για να καθορίσουν τη στάση των υπόλοιπων «27» απέναντι στη Βρετανία; Ελέγχουν οι Μέρκελ - Ολάντ και ο Γιούνκερ τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς, όπως τους έλεγχαν σε παλιότερες ευτυχισμένες στιγμές οι Κολ - Μιτεράν και Ντελόρ;
Αν η Γερμανία, μινιμαλίστρια πλέον από το 2010 και μετά και ως προς την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και ως προς την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, άρπαξε την ευκαιρία που προσέφερε η Μέι για να συγκλίνει με τη Γαλλία σε σκληρή στάση απέναντι στην αποχωρούσα Αλβιόνα, τίποτε σήμερα δεν επιτρέπει να υποθέσουμε ότι η στάση αυτή να νομιμοποιηθεί σε επίπεδο κορυφής από τους «27».
Για τις χώρες της Τετράδας του Βίζεγκραντ είναι αδιανόητη όχι μόνον η στήριξη μιας σκληρής στάσης απέναντι στο Λονδίνο, αλλά και η διακριτική σιωπή, ακόμη και η υποτονική προσχηματική διαφωνία απέναντι στη Γαλλία και τη Γερμανία: Η α λα καρτ σχέση που είχε πετύχει η Βρετανία στο Μάαστριχτ το 1991, και την οποία είχε κατοχυρώσει ο Κάμερον τον περασμένο Φεβρουάριο είναι το δεδηλωμένο ευρωπαϊκό όραμα της Πολωνίας, της Τσεχίας και της Ουγγαρίας, αλλά και της Δανίας και της Σουηδίας.
Με άλλα λόγια, η ενότητα απέναντι στη Βρετανία που επιδεικνύουν Γαλλία, Γερμανία και Ευρωπαϊκή Επιτροπή κινδυνεύει να γίνει μπούμερανγκ: Από εφαλτήριο ανάκτησης μιας θρυμματισμένης σε πολλά μέτωπα ενότητας, από δίχτυ ασφαλείας μέχρι να ολοκληρωθεί η πολύμηνη δοκιμασία των αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων τον Σεπτέμβριο του 2017 στη Γερμανία, να οδηγήσει στη μεγίστη δυνατή διεύρυνση του μετώπου των μινιμαλιστών στην Κεντρική - Ανατολική αλλά και τη Βόρεια Ευρώπη.
Τιμωρητική συμπεριφορά προς τη Βρετανία είναι ένα προηγούμενο που δεν θέλει να το νομιμοποιήσει καμιά από τις παραπάνω χώρες, στις οποίες μάλλον θα πρέπει να προσθέσουμε και την Αυστρία, στην πιθανή περίπτωση εκλογής ακροδεξιού Προέδρου στις αρχές Δεκεμβρίου. Τι θα κάνει απέναντι σε παρόμοιες εξελίξεις η Γερμανία; Πώς θα ισορροπήσει ανάμεσα στη Γαλλία και την Κομισιόν και από την άλλη την Ανατολική και Βόρεια Ευρώπη; Η ρευστότητα και η αβεβαιότητα είναι πρωτοφανείς και το αντίκρισμα των τοποθετήσεων είναι αμφίβολο.
Το πραγματικό ερώτημα είναι αν η διαπραγμάτευση, η ουσιαστική, για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. θα αρχίσει όταν το Λονδίνο ενεργοποιήσει τη σχετική διαδικασία τον Μάρτιο ή όταν ξεκαθαρίσει ο ορίζοντας ποια Ευρώπη θέλει η Γερμανία, κάτι που δεν θα αποσαφηνισθεί μέχρι να σχηματισθεί η επόμενη κυβερνητική πλειοψηφία και κυβέρνηση στα τέλη του 2017.
Τούτων λεχθέντων στο επίπεδο των εντυπώσεων η Βρετανία έχει καταγράψει απώλειες, καθώς επί του παρόντος το μήνυμα είναι ότι δεν μπορεί να διαμορφώσει τους όρους μιας αποχώρησης με χαμηλό κόστος, ένα μήνυμα που είναι ζητούμενο αν θα επιβραδύνει τη διόγκωση του ευρωσκεπτικισμού στην Ε.Ε. των «27» από τη Φινλανδία μέχρι την Ιταλία.
Η προσχώρηση, όπως και η αποχώρηση της Βρετανίας είναι λιγότερο θέμα αρχής και περισσότερο των συσχετισμών μιας συγκεκριμένης χρονικής στιγμής: Ο Ντε Γκολ πρόβαλε βέτο όσο πίστευε στην πολιτική κυριαρχία της Γαλλίας στην Ευρώπη, ενώ ο Πομπιντού στη συνέχεια την είδε σαν παράγοντα εξισορρόπησης ενός διμερούς γαλλογερμανικού ισοζυγίου που είχε καταστεί αρνητικό για το Παρίσι.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια