Γράφει ο Ανδρέας Γ. Μπανούτσος*
Η 23η Ιουνίου 2016 θα μείνει στην Ιστορία ως η ημέρα που σηματοδότησε την απαρχή της γεωπολιτικής παρακμής του Δυτικού συστήματος εξουσίας στον πλανήτη. Οι Βρετανοί πολίτες με πλειοψηφία 52% αποφάσισαν ότι επιθυμούν την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ) από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), μια απόφαση με τεράστιες γεωπολιτικές επιπτώσεις.
Γιατί όμως το Brexit σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της κυριαρχίας της Δύσης στον παγκόσμιο καταμερισμό ισχύος;
Καταρχήν πρέπει να επισημανθεί ότι η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) το 1957 με τη Συνθήκη της Ρώμης και η μετεξέλιξή της σε ΕΕ το 1992 με την Συνθήκη του Μάαστριχτ ήταν, κατά την εκτίμηση του γράφοντος (σε αντίθεση με την κυρίαρχη αντίληψη), ένα project που τέθηκε σε εφαρμογή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με Αμερικανική παρότρυνση προκειμένου να καταστήσει ευκολότερο τον πολιτικό έλεγχο της Δυτικής Ευρώπης από τις ΗΠΑ. Πράγματι ήταν πολύ πιο εύκολο για την Ουάσιγκτον να ελέγχει την γραφειοκρατία των Βρυξελλών παρά τις επιμέρους πρωτεύουσες των έξι (6) αρχικά και είκοσι οκτώ (28) σήμερα κρατών-μελών της ΕΕ.
Οι ΗΠΑ αμέσως μετά την ίδρυση της ΕΟΚ με τα έξι (6) ιδρυτικά κράτη-μέλη (Δυτική Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία και Λουξεμβούργο) άρχισαν να πιέζουν ποικιλοτρόπως τα κράτη-μέλη και κυρίως την Γαλλία προκειμένου να αποδεχθούν στους κόλπους της το ΗΒ. Τελικά, το πέτυχαν το 1973 τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Γάλλου Προέδρου Σαρλ Ντε Γκωλ και είναι κοινό μυστικό ότι η συμμετοχή του ΗΒ στην τότε ΕΟΚ και μετέπειτα στην ΕΕ χρησιμοποιήθηκε από τις ΗΠΑ ως αντίβαρο στην ισχύ του Γάλλο-Γερμανικού άξονα.
Οι ΗΠΑ (κυρίως το κομμάτι του Αμερικανικού κατεστημένου που στηρίζει την δεξιά πτέρυγα του Δημοκρατικού κόμματος και την υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον) σαράντα τρία (43) χρόνια μετά την είσοδο του ΗΒ στην ΕΟΚ ήταν εκείνες που πρωτοστάτησαν (κυρίως μέσω της επιρροής τους στα Δυτικά mainstream ΜΜΕ) στην υποστήριξη της εκλογικής εκστρατείας του Bremain στο Βρετανικό δημοψήφισμα, ακριβώς επειδή θεωρούσαν και θεωρούν πολύ σημαντική την παραμονή του ΗΒ ως ‘Δούρειου Ίππου’ των Ατλαντικών δυνάμεων εντός της ΕΕ.
Η ήττα όμως του Bremain και η αναπάντεχη επικράτηση του Brexit ανέτρεψαν τουλάχιστον προς το παρόν τα σχέδια του Αμερικανικού παράγοντα. Και αυτό γιατί δεν αποτελεί τετελεσμένο γεγονός η αποχώρηση του ΗΒ από την ΕΕ, καθώς κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει μόνο με απόφαση της πλειοψηφίας του Βρετανικού Κοινοβουλίου, δεδομένου ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι γνωμοδοτικό και όχι δεσμευτικό. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι ΗΠΑ και οι Ατλαντιστές θα δώσουν ‘τα ρέστα τους’ (ενέργειες για επανάληψη του Βρετανικού δημοψηφίσματος, μη επικύρωση του αποτελέσματος της 23ης Ιουνίου από το Βρετανικό κοινοβούλιο κλπ), έστω και κατόπιν εορτής προκειμένου να ακυρωθεί στην πράξη η επιλογή της πλειοψηφίας του Βρετανικού λαού υπέρ του Brexit. Σε κάθε περίπτωση όμως, ότι και αν γίνει, έχει ήδη τρωθεί η γεωπολιτική επιρροή των ΗΠΑ εντός της ΕΕ και, αν, τελικά, ενεργοποιηθεί το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισσαβώνας (περί αποχώρησης κράτους-μέλους από την ΕΕ), τότε θα ενισχυθεί ο Γάλλο-Γερμανικός άξονας εντός της ΕΕ, ο οποίος παραδοσιακά (και όχι υπό την παρούσα ηγεσία των φίλο-Ατλαντιστών Ολάντ και Μέρκελ) τάσσεται υπέρ της οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας με τη Ρωσία.
Στον αντίποδα του Brexit πέρασε σχεδόν απαρατήρητη από την ελληνική και διεθνή κοινή γνώμη η ενίσχυση της διαδικασίας Ευρασιατικής ολοκλήρωσης η οποία σηματοδοτήθηκε τόσο από την επιτυχημένη διοργάνωση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στην Αγία Πετρούπολη το διάστημα 16-18 Ιουνίου 2016 όσο και από την επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στην Κίνα την 25η Ιουνίου 2016. Ο Ρώσος ηγέτης και ο Κινέζος ομόλογός του Σι Τσινπίνγκ υπέγραψαν μια σειρά από σημαντικές συμφωνίες στον οικονομικό τομέα (ενέργεια και μεταφορές), καθώς επίσης και στον τομέα της ασφάλειας.
Οι συμφωνίες αυτές αναδεικνύουν ως κυρίαρχους πυλώνες του project της Ευρασιατικής ολοκλήρωσης την Ρωσία και την Κίνα. Ωστόσο, η Ευρασιατική ολοκλήρωση δεν περιλαμβάνει μόνο την Ρωσία και την Κίνα αλλά και τα κράτη-μέλη της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης (Αρμενία, Λευκορωσία, Καζακστάν, Κιργιστάν), καθώς επίσης και σημαντικές Ασιατικές χώρες, όπως η Ινδία, το Πακιστάν και το Ιράν. Μετά το Brexit μένει να αποδειχθεί αν η πολιτική και οικονομική ηγεσία της ΕΕ απαλλαγμένη(;) από την τροχοπέδη του Ατλαντικού παράγοντα επιλέξει να συμμετάσχει και αυτή στην Ευρασιατική ολοκλήρωση δημιουργώντας έναν τεράστιο ενιαίο οικονομικό χώρο από τη Λισσαβώνα ως το Βλαδιβοστόκ ή αν επιμείνει στη λογική της σύγκρουσης με τη Ρωσία.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί, αντί επιλόγου, ότι σε αντίθεση με την κατεστημένη ακαδημαϊκή αντίληψη ο γράφων εκτιμά ότι οι πιθανότεροι νικητές στον αγώνα για την παγκόσμια κυριαρχία στον 21ο αιώνα είναι οι χερσαίες δυνάμεις (Ρωσία και Κίνα) και όχι οι ναυτικές δυνάμεις (ΗΠΑ). Για του λόγου το αληθές αρκεί να μελετήσει κανείς την Ιστορία και να εξάγει τα ορθά γεωπολιτικά συμπεράσματα. Ποια δύναμη π.χ. νίκησε τον Πελοποννησιακό Πόλεμο (431-404 π.Χ). Η Σπάρτη (χερσαία δύναμη) ή η Αθήνα (ναυτική δύναμη); Η Ιστορία έχει δώσει την απάντηση…
*O Ανδρέας Γ. Μπανούτσος είναι Ιδρυτής και Πρόεδρος Δ.Σ. ΚΕΔΙΣΑ.
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Η 23η Ιουνίου 2016 θα μείνει στην Ιστορία ως η ημέρα που σηματοδότησε την απαρχή της γεωπολιτικής παρακμής του Δυτικού συστήματος εξουσίας στον πλανήτη. Οι Βρετανοί πολίτες με πλειοψηφία 52% αποφάσισαν ότι επιθυμούν την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ) από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), μια απόφαση με τεράστιες γεωπολιτικές επιπτώσεις.
Γιατί όμως το Brexit σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της κυριαρχίας της Δύσης στον παγκόσμιο καταμερισμό ισχύος;
Καταρχήν πρέπει να επισημανθεί ότι η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) το 1957 με τη Συνθήκη της Ρώμης και η μετεξέλιξή της σε ΕΕ το 1992 με την Συνθήκη του Μάαστριχτ ήταν, κατά την εκτίμηση του γράφοντος (σε αντίθεση με την κυρίαρχη αντίληψη), ένα project που τέθηκε σε εφαρμογή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με Αμερικανική παρότρυνση προκειμένου να καταστήσει ευκολότερο τον πολιτικό έλεγχο της Δυτικής Ευρώπης από τις ΗΠΑ. Πράγματι ήταν πολύ πιο εύκολο για την Ουάσιγκτον να ελέγχει την γραφειοκρατία των Βρυξελλών παρά τις επιμέρους πρωτεύουσες των έξι (6) αρχικά και είκοσι οκτώ (28) σήμερα κρατών-μελών της ΕΕ.
Οι ΗΠΑ αμέσως μετά την ίδρυση της ΕΟΚ με τα έξι (6) ιδρυτικά κράτη-μέλη (Δυτική Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία και Λουξεμβούργο) άρχισαν να πιέζουν ποικιλοτρόπως τα κράτη-μέλη και κυρίως την Γαλλία προκειμένου να αποδεχθούν στους κόλπους της το ΗΒ. Τελικά, το πέτυχαν το 1973 τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Γάλλου Προέδρου Σαρλ Ντε Γκωλ και είναι κοινό μυστικό ότι η συμμετοχή του ΗΒ στην τότε ΕΟΚ και μετέπειτα στην ΕΕ χρησιμοποιήθηκε από τις ΗΠΑ ως αντίβαρο στην ισχύ του Γάλλο-Γερμανικού άξονα.
Οι ΗΠΑ (κυρίως το κομμάτι του Αμερικανικού κατεστημένου που στηρίζει την δεξιά πτέρυγα του Δημοκρατικού κόμματος και την υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον) σαράντα τρία (43) χρόνια μετά την είσοδο του ΗΒ στην ΕΟΚ ήταν εκείνες που πρωτοστάτησαν (κυρίως μέσω της επιρροής τους στα Δυτικά mainstream ΜΜΕ) στην υποστήριξη της εκλογικής εκστρατείας του Bremain στο Βρετανικό δημοψήφισμα, ακριβώς επειδή θεωρούσαν και θεωρούν πολύ σημαντική την παραμονή του ΗΒ ως ‘Δούρειου Ίππου’ των Ατλαντικών δυνάμεων εντός της ΕΕ.
Η ήττα όμως του Bremain και η αναπάντεχη επικράτηση του Brexit ανέτρεψαν τουλάχιστον προς το παρόν τα σχέδια του Αμερικανικού παράγοντα. Και αυτό γιατί δεν αποτελεί τετελεσμένο γεγονός η αποχώρηση του ΗΒ από την ΕΕ, καθώς κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει μόνο με απόφαση της πλειοψηφίας του Βρετανικού Κοινοβουλίου, δεδομένου ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι γνωμοδοτικό και όχι δεσμευτικό. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι ΗΠΑ και οι Ατλαντιστές θα δώσουν ‘τα ρέστα τους’ (ενέργειες για επανάληψη του Βρετανικού δημοψηφίσματος, μη επικύρωση του αποτελέσματος της 23ης Ιουνίου από το Βρετανικό κοινοβούλιο κλπ), έστω και κατόπιν εορτής προκειμένου να ακυρωθεί στην πράξη η επιλογή της πλειοψηφίας του Βρετανικού λαού υπέρ του Brexit. Σε κάθε περίπτωση όμως, ότι και αν γίνει, έχει ήδη τρωθεί η γεωπολιτική επιρροή των ΗΠΑ εντός της ΕΕ και, αν, τελικά, ενεργοποιηθεί το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισσαβώνας (περί αποχώρησης κράτους-μέλους από την ΕΕ), τότε θα ενισχυθεί ο Γάλλο-Γερμανικός άξονας εντός της ΕΕ, ο οποίος παραδοσιακά (και όχι υπό την παρούσα ηγεσία των φίλο-Ατλαντιστών Ολάντ και Μέρκελ) τάσσεται υπέρ της οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας με τη Ρωσία.
Στον αντίποδα του Brexit πέρασε σχεδόν απαρατήρητη από την ελληνική και διεθνή κοινή γνώμη η ενίσχυση της διαδικασίας Ευρασιατικής ολοκλήρωσης η οποία σηματοδοτήθηκε τόσο από την επιτυχημένη διοργάνωση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στην Αγία Πετρούπολη το διάστημα 16-18 Ιουνίου 2016 όσο και από την επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στην Κίνα την 25η Ιουνίου 2016. Ο Ρώσος ηγέτης και ο Κινέζος ομόλογός του Σι Τσινπίνγκ υπέγραψαν μια σειρά από σημαντικές συμφωνίες στον οικονομικό τομέα (ενέργεια και μεταφορές), καθώς επίσης και στον τομέα της ασφάλειας.
Οι συμφωνίες αυτές αναδεικνύουν ως κυρίαρχους πυλώνες του project της Ευρασιατικής ολοκλήρωσης την Ρωσία και την Κίνα. Ωστόσο, η Ευρασιατική ολοκλήρωση δεν περιλαμβάνει μόνο την Ρωσία και την Κίνα αλλά και τα κράτη-μέλη της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης (Αρμενία, Λευκορωσία, Καζακστάν, Κιργιστάν), καθώς επίσης και σημαντικές Ασιατικές χώρες, όπως η Ινδία, το Πακιστάν και το Ιράν. Μετά το Brexit μένει να αποδειχθεί αν η πολιτική και οικονομική ηγεσία της ΕΕ απαλλαγμένη(;) από την τροχοπέδη του Ατλαντικού παράγοντα επιλέξει να συμμετάσχει και αυτή στην Ευρασιατική ολοκλήρωση δημιουργώντας έναν τεράστιο ενιαίο οικονομικό χώρο από τη Λισσαβώνα ως το Βλαδιβοστόκ ή αν επιμείνει στη λογική της σύγκρουσης με τη Ρωσία.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί, αντί επιλόγου, ότι σε αντίθεση με την κατεστημένη ακαδημαϊκή αντίληψη ο γράφων εκτιμά ότι οι πιθανότεροι νικητές στον αγώνα για την παγκόσμια κυριαρχία στον 21ο αιώνα είναι οι χερσαίες δυνάμεις (Ρωσία και Κίνα) και όχι οι ναυτικές δυνάμεις (ΗΠΑ). Για του λόγου το αληθές αρκεί να μελετήσει κανείς την Ιστορία και να εξάγει τα ορθά γεωπολιτικά συμπεράσματα. Ποια δύναμη π.χ. νίκησε τον Πελοποννησιακό Πόλεμο (431-404 π.Χ). Η Σπάρτη (χερσαία δύναμη) ή η Αθήνα (ναυτική δύναμη); Η Ιστορία έχει δώσει την απάντηση…
*O Ανδρέας Γ. Μπανούτσος είναι Ιδρυτής και Πρόεδρος Δ.Σ. ΚΕΔΙΣΑ.
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια