Τη μεγάλη παγίδα που κρύβουν οι εξετάσεις DNA αποκαλύπτει νέα αμερικανική εγκληματολογική μελέτη
Το DNA του υπόπτου πάνω στο όπλο του εγκλήματος αποδεικνύει την ενοχή του, θα πίστευαν οι περισσότεροι ένορκοι και δικαστές. Κι όμως, αυτό δεν συμβαίνει πάντα, αποκαλύπτει μελέτη εγκληματολόγων στις ΗΠΑ.
Η έρευνα ξεκίνησε όταν οι ερευνητές της Strand Diagnostics, ενός ιδιωτικού εγκληματολογικού εργαστηρίου που συνεργάζεται με τις αμερικανικές αρχές, εντόπισαν μέσα στους χώρους του εργαστηρίου DNA ανθρώπων που δεν είχαν επισκεφθεί ποτέ το χώρο -γενετικό υλικό που προερχόταν από τα παιδιά των ίδιων των ερευνητών.
Τα νέα ευρήματα
Στη νέα μελέτη, ερευνητές της Strand και του Πανεπιστημίου της Ιντιανάπολις αποκαλύπτουν την εξήγηση: το DNA ενός ανθρώπου μπορεί να μεταφερθεί σε άσχετα αντικείμενα από άλλους ανθρώπους με τους οποίους το άτομο αυτό είχε έρθει σε επαφή. Με άλλα λόγια, κάποιος που αγγίζει έναν άνθρωπο ή προσωπικά του αντικείμενα μπορεί να μεταφέρει το γενετικό υλικό του ανθρώπου αυτού σε ό,τι αγγίζει.
Οι ερευνητές ζήτησαν από ζευγάρια εθελοντές να κρατήσουν τα χέρια ενωμένα σε χειραψία για δύο λεπτά και στη συνέχεια να πιάσουν ο καθένας από ένα μαχαίρι.
Στο 85% των περιπτώσεων, DNA του εθελοντή που δεν είχε πιάσει το μαχαίρι ανιχνεύθηκε σε επαρκείς ποσότητες ώστε να είναι δυνατή η γενετική ταυτοποίηση. Ακόμα πιο εντυπωσιακή ήταν η διαπίστωση ότι στο ένα πέμπτο των περιπτώσεων ήταν ανιχνεύσιμο μόνο το DNA του εθελοντή που δεν είχε πιάσει το μαχαίρι και όχι το DNA αυτού που το είχε πιάσει.
Μέχρι σήμερα, επισημαίνει η ερευνητική ομάδα, ο κίνδυνος δευτερογενούς μόλυνσης με ξένο DNA θεωρούνταν θεωρητικός μόνο κίνδυνος.
Οι ερευνητές τονίζουν πάντως ότι δικαστές και ένορκοι, οι οποίοι συνήθως ενημερώνονται μόνο για την αξιοπιστία των γενετικών εξετάσεων, πρέπει να είναι ενήμεροι για αυτό το φαινόμενο.
Αυτό ευτυχώς συνέβη στην περίπτωση ενός άνδρα που συνελήφθη το 2013 στην Καλιφόρνια κατηγορούμενος για φόνο, έπειτα από την ανίχνευση του γενετικού υλικού του πάνω στο θύμα.
Οι κατηγορίες τελικά αποσύρθηκαν όταν διαπιστώθηκε ότι το DNA είχε μεταφερθεί στο θύμα από το πλήρωμα ασθενοφόρου που είχε έρθει νωρίτερα σε επαφή με τον αθώο ύποπτο.
Το πρόβλημα, επισημαίνουν οι ερευνητές, πιθανότατα έχει γίνει σοβαρότερο τα τελευταία χρόνια λόγω της ανάπτυξης τεχνικών που ταυτοποιούν τον ύποπτο από λίγα μόνο κύτταρα, τα οποία εύκολα μπορούν να μεταφερθούν δευτερογενώς.
Η μελέτη δημοσιεύεται στο «Journal of Forensic Sciences».
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια