Γράφει η Νικόλ Λειβαδάρη
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Το ντιμπέιτ ναυάγησε στα αβαθή της πολιτικής άμυνας και των
διακομματικών «κανόνων», οι επτά αρχηγοί απεμπόλησαν την μοναδική –
ατελή έστω – ευκαιρία για απ’ ευθείας διάλογο μεταξύ τους κι η ιστορία
καταδικάζεται να γράψει ως κορυφαίες στιγμές της χθεσινής τηλεοπτικής,
και καθόλου πολιτικής, βραδιάς το… δώρο του Mega προς τον Αλέξη Τσίπρα
και την κορόνα Καμμένου περί «υπόδικου» Μεϊμαράκη.
Η – άνευρη – μάχη εντοπίστηκε εξ αρχής σε «δίδυμα», άπαντες ωστόσο επέλεξαν να προφυλάξουν τα νώτα τους και τα, άκρως ευάλωτα, κεκτημένα των δημοσκοπήσεων μετατρέποντας πολύ γρήγορα το ντιμπέιτ σε κλεφτοπόλεμο οπισθοφυλακής. Ήταν χαρακτηριστικός ο περίφημος πέμπτος γύρος όπου οι αρχηγοί είχαν τη δυνατότητα να απευθύνουν απ’ ευθείας ερωτήσεις ο ένας στον άλλον, ουδείς όμως το επιχείρησε και το τόλμησε και όλοι προτίμησαν τα ασφαλή, όσο και αδιάφορα, ύδατα ενός ακόμη «μίνι» διαγγέλματος.
Ως εκ τούτου η κόντρα κορυφής Τσίπρα – Μεϊμαράκη περιορίστηκε στα προβλέψιμα επικοινωνιακά μηνύματα της προεκλογικής ατζέντας, με τον μεν πρώην πρωθυπουργό να υπεραμύνεται της διαπραγμάτευσης και του ιστορικού συμβιβασμού στην Ευρώπη, τον δε αρχηγό της ΝΔ να παίζει και πάλι το χαρτί της συναίνεσης, της σταθερότητας και του κεντρώου χώρου. Η καλύτερη στιγμή του Αλέξη Τσίπρα μάλλον ήταν το «δώρο» της Όλγας Τρέμη - η, εκτός κανονισμών και κανόνων, αντίδραση της δημοσιογράφου του Mega όταν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επαναβεβαίωνε την πρόθεσή του να επιμείνει στο νέο πλαίσιο αδειοδότησης των ιδιωτικών καναλιών και στον πόλεμο κατά της διαπλοκής . Στον αντίποδα, στις όχι και τόσο εύστοχες στιγμές του, ήταν η έτερη (επανα)διαβεβαίωση ότι ως κυβέρνηση θα (ξανα)καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ.
Το επικοινωνιακό peak του Βαγγέλη Μεϊμαράκη ήρθε όταν φορώντας το προσφιλές του και άνετο «λαϊκό» προφίλ ρώτησε τον Αλέξη Τσίπρα «εάν έχει χρόνο να πάει να τον δει στην Κουμουνδούρου» για να μιλήσουν για την επόμενη μέρα των εκλογών και τις κυβερνητικές συνεργασίες. Στις απολύτως ατυχείς στιγμές του, ήταν ο έντονος εκνευρισμός του – εντός και εκτός πλατό – όταν ο Πάνος Καμμένος έβαλε το (αναμενόμενο) μπουρλότο, εμπλέκοντάς τον στην υπόθεση των εξοπλιστικών και αποκαλώντας τον «υπόδικο».
Στο νέο δίδυμο της Αριστεράς, η μάχη Δημήτρη Κουτσούμπα και Παναγιώτη Λαφαζάνη εστίασε στον προσεταιρισμό των απογοητευμένων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Ο γραμματέας του ΚΚΕ απέκρουσε ψύχραιμα την εφόρμηση Λαφαζάνη στα ταξικά μπλοκ της παραδοσιακής Αριστεράς, ενώ ο επικεφαλής της Λαϊκής Ενότητας επανέφερε το δίλημμα «μνημονιακών και αντιμνημονιακών». Ατύχησε, ωστόσο, όταν κλήθηκε να δείξει ρεαλιστικό δρόμο επιστροφής στο εθνικό νόμισμα παραπέμποντας απλώς, εν είδει τηλεπαρουσιαστή, στο επόμενο σποτ της… σειράς «Νομισματοκοπείο».
Σταύρος Θεοδωράκης και Φώφη Γεννημματά έδωσαν, από την πλευρά τους, τη μάχη του τρίτου κόμματος υπό το εμφανές άγχος των δημοσκοπήσεων. Ο επικεφαλής του Ποταμιού κέρδισε άνετα – έναντι όλων – τη μάχη των τηλεοπτικών εντυπώσεων μέσα στο «κοστούμι» του ασφυκτικά περιορισμένου χρόνου, το σύνθημά του «πρώτη φορά στα σοβαρά» όμως δεν κόμισε νέο πολιτικό όραμα. Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ πέτυχε το αυτονόητο, να φανεί πιο συμπαθής από τον… Ευάγγελο Βενιζέλο, διαχειρίστηκε μάλλον έντεχνα αν και αόριστα το κεφάλαιο «Γιώργος Παπανδρέου» και επιχείρησε να κλέψει την επικοινωνιακή δόξα. Η ατάκα της, ωστόσο, περί «χρυσού βατόμουρου οικονομίας που απονέμεται στον Αλέξη Τσίπρα» μάλλον ελέγχεται ως προς το βάθος του χιούμορ της.
Ο Πάνος Καμμένος τέλος, μόνος εναντίον του… εαυτού του, έπραξε το αναμενόμενο: Ψάρεψε παντού, από τους ένστολους έως τους νεοφιλελεύθερους και κεντρώους, έριξε χειροβομβίδες παντός καιρού και στόχου (με εμφανή προτίμηση τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη και τη ΝΔ όπου και κατευθύνονται οι περισσότερες διαρροές των ΑΝ.ΕΛ), κι έδειξε καθαρά ότι θα δώσει μέχρι τέλους και με κάθε μέσο τον αγώνα για την είσοδό του στη Βουλή.
Κατόπιν αυτών, σχεδόν όλοι οι αρχηγοί, είτε οn camera, είτε off camera, δεν παρέλειψαν φεύγοντας να διαμαρτυρηθούν για τον τρόπο και τους κανόνες διεξαγωγής του ντιμπέιτ. «Συμπαρίσταμαι στους Έλληνες που παρακολούθησαν μια συζήτηση χωρίς ενδιαφέρον» ήταν η χαρακτηριστική δήλωση του Σταύρου Θεοδωράκη. Εκείνο όμως που άπαντες – οι αρχηγοί - παρέλειψαν ήταν να θυμίσουν ότι και τους κανόνες και την διαδικασία του (ανύπαρκτου) τηλεοπτικού διαλόγου τους επέλεξαν και τους καθόρισαν, με απόλυτη ομοφωνία, οι εκπρόσωποι των δικών τους κομμάτων…
Η – άνευρη – μάχη εντοπίστηκε εξ αρχής σε «δίδυμα», άπαντες ωστόσο επέλεξαν να προφυλάξουν τα νώτα τους και τα, άκρως ευάλωτα, κεκτημένα των δημοσκοπήσεων μετατρέποντας πολύ γρήγορα το ντιμπέιτ σε κλεφτοπόλεμο οπισθοφυλακής. Ήταν χαρακτηριστικός ο περίφημος πέμπτος γύρος όπου οι αρχηγοί είχαν τη δυνατότητα να απευθύνουν απ’ ευθείας ερωτήσεις ο ένας στον άλλον, ουδείς όμως το επιχείρησε και το τόλμησε και όλοι προτίμησαν τα ασφαλή, όσο και αδιάφορα, ύδατα ενός ακόμη «μίνι» διαγγέλματος.
Ως εκ τούτου η κόντρα κορυφής Τσίπρα – Μεϊμαράκη περιορίστηκε στα προβλέψιμα επικοινωνιακά μηνύματα της προεκλογικής ατζέντας, με τον μεν πρώην πρωθυπουργό να υπεραμύνεται της διαπραγμάτευσης και του ιστορικού συμβιβασμού στην Ευρώπη, τον δε αρχηγό της ΝΔ να παίζει και πάλι το χαρτί της συναίνεσης, της σταθερότητας και του κεντρώου χώρου. Η καλύτερη στιγμή του Αλέξη Τσίπρα μάλλον ήταν το «δώρο» της Όλγας Τρέμη - η, εκτός κανονισμών και κανόνων, αντίδραση της δημοσιογράφου του Mega όταν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επαναβεβαίωνε την πρόθεσή του να επιμείνει στο νέο πλαίσιο αδειοδότησης των ιδιωτικών καναλιών και στον πόλεμο κατά της διαπλοκής . Στον αντίποδα, στις όχι και τόσο εύστοχες στιγμές του, ήταν η έτερη (επανα)διαβεβαίωση ότι ως κυβέρνηση θα (ξανα)καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ.
Το επικοινωνιακό peak του Βαγγέλη Μεϊμαράκη ήρθε όταν φορώντας το προσφιλές του και άνετο «λαϊκό» προφίλ ρώτησε τον Αλέξη Τσίπρα «εάν έχει χρόνο να πάει να τον δει στην Κουμουνδούρου» για να μιλήσουν για την επόμενη μέρα των εκλογών και τις κυβερνητικές συνεργασίες. Στις απολύτως ατυχείς στιγμές του, ήταν ο έντονος εκνευρισμός του – εντός και εκτός πλατό – όταν ο Πάνος Καμμένος έβαλε το (αναμενόμενο) μπουρλότο, εμπλέκοντάς τον στην υπόθεση των εξοπλιστικών και αποκαλώντας τον «υπόδικο».
Στο νέο δίδυμο της Αριστεράς, η μάχη Δημήτρη Κουτσούμπα και Παναγιώτη Λαφαζάνη εστίασε στον προσεταιρισμό των απογοητευμένων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Ο γραμματέας του ΚΚΕ απέκρουσε ψύχραιμα την εφόρμηση Λαφαζάνη στα ταξικά μπλοκ της παραδοσιακής Αριστεράς, ενώ ο επικεφαλής της Λαϊκής Ενότητας επανέφερε το δίλημμα «μνημονιακών και αντιμνημονιακών». Ατύχησε, ωστόσο, όταν κλήθηκε να δείξει ρεαλιστικό δρόμο επιστροφής στο εθνικό νόμισμα παραπέμποντας απλώς, εν είδει τηλεπαρουσιαστή, στο επόμενο σποτ της… σειράς «Νομισματοκοπείο».
Σταύρος Θεοδωράκης και Φώφη Γεννημματά έδωσαν, από την πλευρά τους, τη μάχη του τρίτου κόμματος υπό το εμφανές άγχος των δημοσκοπήσεων. Ο επικεφαλής του Ποταμιού κέρδισε άνετα – έναντι όλων – τη μάχη των τηλεοπτικών εντυπώσεων μέσα στο «κοστούμι» του ασφυκτικά περιορισμένου χρόνου, το σύνθημά του «πρώτη φορά στα σοβαρά» όμως δεν κόμισε νέο πολιτικό όραμα. Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ πέτυχε το αυτονόητο, να φανεί πιο συμπαθής από τον… Ευάγγελο Βενιζέλο, διαχειρίστηκε μάλλον έντεχνα αν και αόριστα το κεφάλαιο «Γιώργος Παπανδρέου» και επιχείρησε να κλέψει την επικοινωνιακή δόξα. Η ατάκα της, ωστόσο, περί «χρυσού βατόμουρου οικονομίας που απονέμεται στον Αλέξη Τσίπρα» μάλλον ελέγχεται ως προς το βάθος του χιούμορ της.
Ο Πάνος Καμμένος τέλος, μόνος εναντίον του… εαυτού του, έπραξε το αναμενόμενο: Ψάρεψε παντού, από τους ένστολους έως τους νεοφιλελεύθερους και κεντρώους, έριξε χειροβομβίδες παντός καιρού και στόχου (με εμφανή προτίμηση τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη και τη ΝΔ όπου και κατευθύνονται οι περισσότερες διαρροές των ΑΝ.ΕΛ), κι έδειξε καθαρά ότι θα δώσει μέχρι τέλους και με κάθε μέσο τον αγώνα για την είσοδό του στη Βουλή.
Κατόπιν αυτών, σχεδόν όλοι οι αρχηγοί, είτε οn camera, είτε off camera, δεν παρέλειψαν φεύγοντας να διαμαρτυρηθούν για τον τρόπο και τους κανόνες διεξαγωγής του ντιμπέιτ. «Συμπαρίσταμαι στους Έλληνες που παρακολούθησαν μια συζήτηση χωρίς ενδιαφέρον» ήταν η χαρακτηριστική δήλωση του Σταύρου Θεοδωράκη. Εκείνο όμως που άπαντες – οι αρχηγοί - παρέλειψαν ήταν να θυμίσουν ότι και τους κανόνες και την διαδικασία του (ανύπαρκτου) τηλεοπτικού διαλόγου τους επέλεξαν και τους καθόρισαν, με απόλυτη ομοφωνία, οι εκπρόσωποι των δικών τους κομμάτων…
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια