Ασφαλείς θεωρούνται η ακτινοθεραπεία και η χημειοθεραπεία για
την ανάπτυξη του εμβρύου, όταν η μητέρα πρέπει να υποβληθεί σε αυτές
κατά τη διάρκεια της κύησης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα δύο ερευνών που
παρουσιάστηκαν στο διεθνές συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ιατρικής
Ογκολογίας (ESMO 2014), στη Μαδρίτη.
Μέχρι τώρα, οι ανησυχίες για τις πιθανές επιπτώσεις της αντικαρκινικής θεραπείας στο έμβρυο, έχει κάνει διστακτικούς πολλούς ογκολόγους ως προς την υποβολή της εγκύου σε ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία. Ωστόσο, οι δύο νέες μελέτες αποδεικνύουν ότι, οι φόβοι τελικά δεν είναι δικαιολογημένοι.
Στην πρώτη μελέτη, επιστημονική ομάδα του Καθολικού Πανεπιστημίου και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Λουβέν στο Βέλγιο, με επικεφαλής τον Δρ Φρεντερίκ Αμάντ, συνέκρινε 38 έμβρυα που είχαν εκτεθεί σε χημειοθεραπεία, με άλλα 38 που δεν είχαν εκτεθεί σε αντικαρκινική θεραπεία κατά τη διάρκεια της κύησης.
Η αξιολόγηση της υγείας και των δύο ομάδων έγινε μετά τη γέννησή τους, σε ηλικία δύο ετών, και δεν διαπιστώθηκε κάποια διαφορά μεταξύ τους, ούτε όσον αφορά τη νευρική - εγκεφαλική ανάπτυξή τους, ούτε την καρδιακή τους υγεία.
«Όταν η χημειοθεραπεία γίνεται μετά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, δεν μπορούμε να διακρίνουμε οποιοδήποτε πρόβλημα στα παιδιά», εξήγησε ο Δρ Αμάντ και συμπλήρωσε ότι «οι φόβοι για τους κινδύνους της χημειοθεραπείας δεν πρέπει να αποτελούν λόγο για τον τερματισμό μιας εγκυμοσύνης, την καθυστέρηση της αντικαρκινικής θεραπείας για τη μητέρα ή τον σκόπιμο πρόωρο τοκετό».
Στη δεύτερη μελέτη, από την ίδια επιστημονική ομάδα, στόχος ήταν να εντοπιστούν οι πιθανές συνέπειες της ακτινοθεραπείας. Το δείγμα αφορούσε σε 16 παιδιά που είχαν εκτεθεί σε ακτινοθεραπεία, κατά το στάδιο της κύησης. Η αξιολόγηση τους μετά την γέννηση έδειξε ότι, τόσο η γενική υγεία τους, όσο και ειδικότερα η υγεία τους από νευροψυχολογική και συμπεριφορική άποψη, βρισκόταν εντός των φυσιολογικών ορίων σχεδόν σε όλα τα παιδιά.
Οι επιστήμονες πάντως διευκρινίζουν ότι, η ακτινοθεραπεία θα πρέπει να γίνεται με επιφύλαξη, ιδίως στο τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης.
Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή
Μέχρι τώρα, οι ανησυχίες για τις πιθανές επιπτώσεις της αντικαρκινικής θεραπείας στο έμβρυο, έχει κάνει διστακτικούς πολλούς ογκολόγους ως προς την υποβολή της εγκύου σε ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία. Ωστόσο, οι δύο νέες μελέτες αποδεικνύουν ότι, οι φόβοι τελικά δεν είναι δικαιολογημένοι.
Στην πρώτη μελέτη, επιστημονική ομάδα του Καθολικού Πανεπιστημίου και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Λουβέν στο Βέλγιο, με επικεφαλής τον Δρ Φρεντερίκ Αμάντ, συνέκρινε 38 έμβρυα που είχαν εκτεθεί σε χημειοθεραπεία, με άλλα 38 που δεν είχαν εκτεθεί σε αντικαρκινική θεραπεία κατά τη διάρκεια της κύησης.
Η αξιολόγηση της υγείας και των δύο ομάδων έγινε μετά τη γέννησή τους, σε ηλικία δύο ετών, και δεν διαπιστώθηκε κάποια διαφορά μεταξύ τους, ούτε όσον αφορά τη νευρική - εγκεφαλική ανάπτυξή τους, ούτε την καρδιακή τους υγεία.
«Όταν η χημειοθεραπεία γίνεται μετά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, δεν μπορούμε να διακρίνουμε οποιοδήποτε πρόβλημα στα παιδιά», εξήγησε ο Δρ Αμάντ και συμπλήρωσε ότι «οι φόβοι για τους κινδύνους της χημειοθεραπείας δεν πρέπει να αποτελούν λόγο για τον τερματισμό μιας εγκυμοσύνης, την καθυστέρηση της αντικαρκινικής θεραπείας για τη μητέρα ή τον σκόπιμο πρόωρο τοκετό».
Στη δεύτερη μελέτη, από την ίδια επιστημονική ομάδα, στόχος ήταν να εντοπιστούν οι πιθανές συνέπειες της ακτινοθεραπείας. Το δείγμα αφορούσε σε 16 παιδιά που είχαν εκτεθεί σε ακτινοθεραπεία, κατά το στάδιο της κύησης. Η αξιολόγηση τους μετά την γέννηση έδειξε ότι, τόσο η γενική υγεία τους, όσο και ειδικότερα η υγεία τους από νευροψυχολογική και συμπεριφορική άποψη, βρισκόταν εντός των φυσιολογικών ορίων σχεδόν σε όλα τα παιδιά.
Οι επιστήμονες πάντως διευκρινίζουν ότι, η ακτινοθεραπεία θα πρέπει να γίνεται με επιφύλαξη, ιδίως στο τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης.
Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή
health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ
0 Σχόλια