Sponsor

ATHENS WEATHER

Ο αστεροειδής των δεινοσαύρων «διαμόρφωσε τα σημερινά δάση»

Τα σημερινά δάση κυριαρχούνται είτε από κωνοφόρα είτε από φυλλοβόλα δέντρα, και η κυριαρχία αυτή δεν αποκλείεται να είναι αποτέλεσμα μιας προϊστορικής αποκάλυψης: η πρόσκρουση του αντικειμένου που εξαφάνισε τους δεινόσαυρους φαίνεται ότι ευνόησε τα φυλλοβόλα είδη.

Ερευνητές διαφόρων αμερικανικών ιδρυμάτων εξέτασαν περισσότερα από 1.000 απολιθωμένα φύλλα που βρέθηκαν στην περιοχή της σημερινής Βόρειας Ντακότα και καλύπτουν διάστημα 2,2 εκατομμυρίων ετών, πριν και μετά την πρόσκρουση.

Η ανάλυση έδειξε ότι πριν από το καταστροφικό συμβάν τα φύλλα των δέντρων είχαν κατά μέσο όρο παχύτερα φύλλα με λιγότερα νεύρα (αγγεία), σε σχέση με τα φύλλα που χρονολογήθηκαν μετά την πρόσκρουση.

Τα λεπτά, νευρώδη φύλλα είναι τυπικό χαρακτηριστικό των φυλλοβόλων δέντρων. Απορροφούν ταχύτερα το διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και επιτρέπουν έτσι στο φυτό να μεγαλώνει γρήγορα όσο οι καιρικές συνθήκες είναι ικανοποιητικές.

Αντίθετα, τα αειθαλή αγγειόσπερμα φυτά μεγαλώνουν πιο αργά και συχνά απαιτούν πιο σταθερές συνθήκες.

Αυτό φαίνεται ότι καταδίκασε τα αειθαλή δάση αγγειόσπερμων δέντρων, έπειτα από την πτώση ενός αστεροειδούς των 10 χιλιομέτρων στη χερσόνησο Γιουκατάν του Μεξικού, πριν από περίπου 65 εκατομμύρια χρόνια.

Τα φυλλοβόλα είδη είχαν πια το πλεονέκτημα, αφού μπορούσαν να επιζήσουν τον παγκόσμιο χειμώνα που προκάλεσε η σκίαση της ηλιακής ακτινοβολίας από τη σκόνη της πρόσκρουσης.

Ακόμα και σήμερα, επισημαίνουν οι ερευνητές, σχεδόν κανένα δάσος του πλανήτη δεν κυριαρχείται από αειθαλή αγγειόσπερμα δέντρα.

Τα αγγειόσπερμα, η μεγαλύτερη ομάδα φυτών, περιλαμβάνει είδη που παράγουν πραγματικά άνθη.

Τα κωνοφόρα, τα οποία είναι μεν αειθαλή αλλά δεν διαθέτουν πραγματικά άνθη, δεν καλύπτονται από τη νέα μελέτη. Τα δέντρα αυτά, ιδιαίτερα ανθεκτικά, κυριαρχούν ακόμα και σήμερα στα βόρεια δάση, εκεί όπου τα αγγειόσπερμα δεν αντέχουν τoν παρατεταμένο, βαρύ χειμώνα.

Η μελέτη για την επίδραση της πρόσκρουσης στην οικολογία των δασών δημοσιεύεται στην ανοιχτή επιθεώρηση PLoS Biology.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια