Του Δρ. Κωνσταντίνου Γρίβα
Ο ενεργειακός πλούτος της χώρας μας εκτιμάται ότι αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα χαρτιά που θα έχουν στα χέρια τους οι κυβερνήσεις του μέλλοντος ώστε να βοηθήσουν την Ελλάδα να ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης. Όμως μέχρι στιγμής οι σχετικές αναλύσεις περιορίζονται στην εμπορική αξία των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων (πετρελαίου και φυσικού αερίου) του ελλαδικού χώρου.
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει πρώτα να προσδιοριστούν ποιοτικά και ποσοτικά τα κοιτάσματα αυτά και εν συνεχεία να ξεκινήσει η αξιοποίησή τους ώστε να αρχίσουν να μπαίνουν λεφτά στα κρατικά ταμεία.
Η προσέγγιση αυτή, κατά την άποψη του γράφοντος είναι παραπλανητικά περιοριστική και θα πρέπει να συμπληρωθεί με μία πιο σύνθετη στρατηγική αξιοποίησης των κοιτασμάτων που θα δίνει έμφαση στη γεωπολιτική τους αξία, η οποία είναι πολύ ευρύτερο μέγεθος από την εμπορική.
Το σχιστολιθικό φυσικό αέριο
Κατά φαινομενικά παράδοξο τρόπο η γεωπολιτική αξία των ελληνικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων πιθανώς να αυξηθεί από την ενδεχόμενη στο μέλλον σταδιακή είσοδο στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά ανταγωνιστικών πηγών των συμβατικών υδρογονανθράκων, ιδιαίτερα δε του σχιστολιθικού αερίου.
Το σχιστολιθικό φυσικό αέριο βρίσκεται εγκλωβισμένο μέσα σε σχιστολιθικά πετρώματα, σε αντίθεση με το «φυσιολογικό» φυσικό αέριο που βρίσκεται σε μεγάλους υπόγειους θύλακες. Εξάγεται δε από τα πετρώματα αυτά με μία τεχνική που καλείται «υδραυλική ρωγμάτωση» (hydraulic facturing). Συγκεκριμένα, μέσα από ένα πηγάδι εκτοξεύεται νερό με μεγάλη πίεση, αναμειγμένο με άμμο και διάφορες χημικές ουσίες, το οποίο δημιουργεί ένα πλέγμα μικροσκοπικών ρωγμών μέσα στο βράχο (κάτι σαν ένα είδος νευρικού δικτύου), απ’ όπου το φυσικό αέριο μαζεύεται σταδιακά στο κεντρικό πηγάδι και εν συνεχεία ανασύρεται στην επιφάνεια και συλλέγεται. Υπάρχει, φυσικά, και σχιστολιθικό πετρέλαιο που εξάγεται με την ίδια μέθοδο. Το σχιστολιθικό φυσικό αέριο αποτελεί τη μεγάλη ελπίδα των Ηνωμένων Πολιτειών για τα επόμενα χρόνια ώστε να καταστούν ενεργειακά ανεξάρτητες.
Εδώ, με μία πρώτη ανάγνωση, μπορεί να υποθέσει κανείς ότι η είσοδος μεγάλων ποσοτήτων σχιστολιθικού αερίου στη διεθνή αγορά προερχομένων από τις ΗΠΑ θα λειτουργήσει ανταγωνιστικά έναντι των συμβατικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, κατά συνέπεια και των ελληνικών. Στην πραγματικότητα όμως ενδέχεται να συμβεί το ακριβώς αντίθετο.
Νέο ενεργειακό σύστημα χωρισμένο σε ημιανεξάρτητες περιφέρειες
Αυτό οφείλεται σε μία σειρά από λόγους, ένας και μόνον εκ των οποίων είναι ότι το φυσικό αέριο είναι ένα περιφερειακό (regional) αγαθό, σε αντίθεση με το πετρέλαιο που είναι παγκοσμιοποιημένο (global) και γι αυτό δεν έχει διεθνή τιμή, ενώ το πετρέλαιο έχει. Αν αγοράσεις ένα βαρέλι πετρελαίου, αυτό, ανάλογα με το είδος του, έχει μία φιξ τιμή για όλο τον πλανήτη που αλλάζει κάθε μέρα. Είτε το παραγγείλεις στη Κοπεγχάγη είτε στο Όκλαντ της Νέας Ζηλανδίας, η τιμή του για τη συγκεκριμένη μέρα είναι η ίδια. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει για το φυσικό αέριο και ένας λόγος γι αυτό είναι ότι η μετακίνησή του είναι μία πολύ πιο δύσκολη υπόθεση από αυτή του πετρελαίου.
Έτσι, η τιμή του φυσικού αερίου ορίζεται ανά περίσταση. Κατά συνέπεια, ακόμη και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες καταφέρουν πράγματι να παράξουν τεράστιες ποσότητες σχιστολιθικού αερίου, πολύ δύσκολα θα μπορέσουν να τις διοχετεύσουν στη Δυτική Ευρώπη με βιώσιμο οικονομικά τρόπο, ακόμη και αν βελτιωθούν εντυπωσιακά οι μέθοδοι υπερπόντιας μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου σε ειδικά πλοία.
Έτσι, η έκρηξη του σχιστολιθικού αερίου (στην περίπτωση που αυτή πράγματι συμβεί) ενδέχεται να οδηγήσει σε έναν πιο πολυκερματισμένο ενεργειακά κόσμο σε σχέση με σήμερα, ο οποίος θα αποτελείται από ημιανεξάρτητες μεταξύ τους περιφέρειες. Η τάση αυτή αναμένεται να ενισχυθεί και από την ενδεχόμενη αύξηση των αντανακλαστικών απομονωτισμού των ΗΠΑ, χάρη και στην ενεργειακή ανεξαρτησία, την οποία θα τους προσφέρουν οι σχιστολιθικοί υδρογονάνθρακες.
Εξάρτηση από Ρωσία και Μέση Ανατολή
Επομένως, η Δυτική Ευρώπη αναμένεται να παραμείνει ενεργειακά εξαρτημένη από την εντελώς απρόβλεπτη Μέση Ανατολή, η οποία έχει μετατραπεί σε γεωπολιτική μαύρη τρύπα με την περιβόητη «αραβική άνοιξη», καθώς και από την Ρωσία, η οποία μετά τα γεγονότα στην Ουκρανία τείνει να αντιμετωπιστεί από τους Ευρωπαίους εκ νέου σαν εχθρός. Επιπροσθέτως, μετά την συμφωνία – «μαμούθ» μεταξύ Ρωσίας και Κίνας για την αγορά τεράστιων ποσοτήτων ρωσικού φυσικού αερίου, η εξάρτηση της Ρωσίας από την δυτικο-ευρωπαϊκή αγορά μειώνεται δραστικά, ενώ αντιστοίχως αυξάνεται η δυνατότητα των Ρώσων να χρησιμοποιούν τη ροή ενέργειας προς την Ευρώπη ως μέσον εκβιασμού για να επιτύχουν γεωπολιτικούς σκοπούς.
Κι όλα αυτά τη στιγμή που η πολεμική μηχανή των Ηνωμένων Πολιτειών –σημαντικά συρρικνωμένη με το παρελθόν- δεν θα έχει τη δυνατότητα να ελέγχει στρατιωτικά τη Μέση Ανατολή, ώστε να καλύπτει τα ευρωπαϊκά ενεργειακά συμφέροντα σε περίπτωση ακραίων κρίσεων, έχοντας επικεντρωθεί στον Ειρηνικό Ωκεανό και την Κίνα.
Γενικότερα οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να είναι πολύ λιγότερο πρόθυμες να εμπλακούν σε περιπέτειες για χάρη της Ευρώπης σε σχέση με το παρελθόν, χάρη και στην καινούργια τους ενεργειακά ασφάλεια και αυτάρκεια που θα τους προσφέρει το εγχώριο σχιστολιθικό αέριο και πετρέλαιο.
Η γεωπολιτική αξία του ελληνικού ενεργειακού ταμιευτήρα
Άρα, ενεργειακοί ταμιευτήρες όπως αυτός της Ελλάδας, αποκτούν ιδιαίτερη γεωπολιτική σημασία για την ενεργειακή ασφάλεια και γεωπολιτική λειτουργία της Ευρώπης.
Εδώ μπορεί κάποιος να αντιτάξει δύο επιχειρήματα που υποστηρίζουν το αντίθετο. Το πρώτο είναι ότι δύσκολα τα ελληνικά ενεργειακά κοιτάσματα θα είναι τέτοιου μεγέθους ώστε πράγματι να μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Το δεύτερο, ότι και τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη θα μπορέσουν να επενδύσουν σε σχιστολιθικά κοιτάσματα ή σε άλλες ενεργειακές πηγές ώστε να μην χρειάζονται ούτε τη Ρωσία ούτε την Ελλάδα ούτε κανέναν.
Και τα δύο αυτά επιχειρήματα ενδέχεται να είναι εν μέρει σωστά. Ωστόσο, πάλι κατά παράδοξο τρόπο, ο συνδυασμός τους μπορεί να αυξήσει αντί να μειώσει τη γεωπολιτική αξία των ελληνικών ενεργειακών κοιτασμάτων.
Καταρχάς, θα πρέπει να πούμε ότι για πολιτικούς, οικολογικούς και άλλους λόγους είναι δύσκολο στην Ευρώπη να γίνει μεγάλης κλίμακας εκμετάλλευση των όποιων σχιστολιθικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Πάντως, είναι μια εν δυνάμει νέα μορφή ενέργειας, η οποία σε συνδυασμό με νέες μορφές ενέργειας, όπως μπορεί να είναι τα συνθετικά καύσιμα, τα βιοκαύσιμα, πράσινες μορφές ενέργειας κ.λ.π., ενδέχεται να ενισχύσει σημαντικά την ενεργειακή αυτονομία της Ευρώπης και συνεπακόλουθα να μειώσει την εξάρτηση από την απρόβλεπτη Μέση Ανατολή και την εν δυνάμει εχθρική Ρωσία. Και εδώ θα πρέπει να συνυπολογισθεί η πιθανή είσοδος σχιστολιθικού πετρελαίου και φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ.
Όμως στον ορατό χρονικό ορίζοντα όλες αυτές οι πηγές μάλλον δεν θα είναι σε θέση να καλύψουν πλήρως τις ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης και αναμένεται να προκύψει ένα κενό το οποίο θα κληθούν να καλύψουν συμβατικοί υδρογονάνθρακες. Και αν οι υδρογονάνθρακες αυτοί προέρχονται από μία ευρωπαϊκή χώρα, από γεωπολιτικής άποψης θα είναι ιδανικό.
Άρα, νέες ενεργειακές πηγές μπορεί όντως να καλύψουν σημαντικό ποσοστό των ευρωπαϊκών ενεργειακών αναγκών αλλά και πάλι θα μείνει ένα σοβαρό κενό, το οποίο ενδεχομένως να μπορεί να καλυφθεί σε σημαντικό ποσοστό από τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες. Αντιθέτως, αν δεν υπήρχαν άλλες εναλλακτικές ενεργειακές πηγές και η Ευρώπη βασίζονταν μόνο στους συμβατικούς υδρογονάνθρακες, τα ελληνικά κοιτάσματα μάλλον δεν θα ήταν σε θέση να καλύψουν τις ανάγκες της και κατά συνέπεια η γεωπολιτική τους αξία θα απομειώνονταν, μία και δεν θα μπορούσαν να συνεισφέρουν αποφασιστικά στην ενεργειακή ανεξαρτησία της Ευρώπης. Αντιθέτως, τώρα μπορεί να αποτελέσουν το κρίσιμο συμπλήρωμα ώστε η Ευρώπη να καταστεί ενεργειακά ανεξάρτητη, επομένως και γεωστρατηγικά ασφαλής.
Με άλλα λόγια, οι διεθνείς εξελίξεις στη γεωγραφία της ενέργειας ενδέχεται να τοποθετήσουν τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου της Ελλάδας, ακόμη κι αν αυτά αποδειχτούν σχετικώς μικρά, στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ενεργειακής ασφάλειας. Κι αυτό μπορεί να αποτελέσει ένα κρίσιμης σημασίας χαρτί στα χέρια των ελληνικών κυβερνήσεων του κοντινού μέλλοντος ώστε να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο και τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη, με βάση τα γεωπολιτικά και όχι περιοριστικά χρηματοοικονομικά κριτήρια.
* Ο Κωνσταντίνος Γρίβας διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Ας Μιλήσουμε Επιτέλους
Ο ενεργειακός πλούτος της χώρας μας εκτιμάται ότι αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα χαρτιά που θα έχουν στα χέρια τους οι κυβερνήσεις του μέλλοντος ώστε να βοηθήσουν την Ελλάδα να ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης. Όμως μέχρι στιγμής οι σχετικές αναλύσεις περιορίζονται στην εμπορική αξία των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων (πετρελαίου και φυσικού αερίου) του ελλαδικού χώρου.
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει πρώτα να προσδιοριστούν ποιοτικά και ποσοτικά τα κοιτάσματα αυτά και εν συνεχεία να ξεκινήσει η αξιοποίησή τους ώστε να αρχίσουν να μπαίνουν λεφτά στα κρατικά ταμεία.
Η προσέγγιση αυτή, κατά την άποψη του γράφοντος είναι παραπλανητικά περιοριστική και θα πρέπει να συμπληρωθεί με μία πιο σύνθετη στρατηγική αξιοποίησης των κοιτασμάτων που θα δίνει έμφαση στη γεωπολιτική τους αξία, η οποία είναι πολύ ευρύτερο μέγεθος από την εμπορική.
Το σχιστολιθικό φυσικό αέριο
Κατά φαινομενικά παράδοξο τρόπο η γεωπολιτική αξία των ελληνικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων πιθανώς να αυξηθεί από την ενδεχόμενη στο μέλλον σταδιακή είσοδο στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά ανταγωνιστικών πηγών των συμβατικών υδρογονανθράκων, ιδιαίτερα δε του σχιστολιθικού αερίου.
Το σχιστολιθικό φυσικό αέριο βρίσκεται εγκλωβισμένο μέσα σε σχιστολιθικά πετρώματα, σε αντίθεση με το «φυσιολογικό» φυσικό αέριο που βρίσκεται σε μεγάλους υπόγειους θύλακες. Εξάγεται δε από τα πετρώματα αυτά με μία τεχνική που καλείται «υδραυλική ρωγμάτωση» (hydraulic facturing). Συγκεκριμένα, μέσα από ένα πηγάδι εκτοξεύεται νερό με μεγάλη πίεση, αναμειγμένο με άμμο και διάφορες χημικές ουσίες, το οποίο δημιουργεί ένα πλέγμα μικροσκοπικών ρωγμών μέσα στο βράχο (κάτι σαν ένα είδος νευρικού δικτύου), απ’ όπου το φυσικό αέριο μαζεύεται σταδιακά στο κεντρικό πηγάδι και εν συνεχεία ανασύρεται στην επιφάνεια και συλλέγεται. Υπάρχει, φυσικά, και σχιστολιθικό πετρέλαιο που εξάγεται με την ίδια μέθοδο. Το σχιστολιθικό φυσικό αέριο αποτελεί τη μεγάλη ελπίδα των Ηνωμένων Πολιτειών για τα επόμενα χρόνια ώστε να καταστούν ενεργειακά ανεξάρτητες.
Εδώ, με μία πρώτη ανάγνωση, μπορεί να υποθέσει κανείς ότι η είσοδος μεγάλων ποσοτήτων σχιστολιθικού αερίου στη διεθνή αγορά προερχομένων από τις ΗΠΑ θα λειτουργήσει ανταγωνιστικά έναντι των συμβατικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, κατά συνέπεια και των ελληνικών. Στην πραγματικότητα όμως ενδέχεται να συμβεί το ακριβώς αντίθετο.
Νέο ενεργειακό σύστημα χωρισμένο σε ημιανεξάρτητες περιφέρειες
Αυτό οφείλεται σε μία σειρά από λόγους, ένας και μόνον εκ των οποίων είναι ότι το φυσικό αέριο είναι ένα περιφερειακό (regional) αγαθό, σε αντίθεση με το πετρέλαιο που είναι παγκοσμιοποιημένο (global) και γι αυτό δεν έχει διεθνή τιμή, ενώ το πετρέλαιο έχει. Αν αγοράσεις ένα βαρέλι πετρελαίου, αυτό, ανάλογα με το είδος του, έχει μία φιξ τιμή για όλο τον πλανήτη που αλλάζει κάθε μέρα. Είτε το παραγγείλεις στη Κοπεγχάγη είτε στο Όκλαντ της Νέας Ζηλανδίας, η τιμή του για τη συγκεκριμένη μέρα είναι η ίδια. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει για το φυσικό αέριο και ένας λόγος γι αυτό είναι ότι η μετακίνησή του είναι μία πολύ πιο δύσκολη υπόθεση από αυτή του πετρελαίου.
Έτσι, η τιμή του φυσικού αερίου ορίζεται ανά περίσταση. Κατά συνέπεια, ακόμη και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες καταφέρουν πράγματι να παράξουν τεράστιες ποσότητες σχιστολιθικού αερίου, πολύ δύσκολα θα μπορέσουν να τις διοχετεύσουν στη Δυτική Ευρώπη με βιώσιμο οικονομικά τρόπο, ακόμη και αν βελτιωθούν εντυπωσιακά οι μέθοδοι υπερπόντιας μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου σε ειδικά πλοία.
Έτσι, η έκρηξη του σχιστολιθικού αερίου (στην περίπτωση που αυτή πράγματι συμβεί) ενδέχεται να οδηγήσει σε έναν πιο πολυκερματισμένο ενεργειακά κόσμο σε σχέση με σήμερα, ο οποίος θα αποτελείται από ημιανεξάρτητες μεταξύ τους περιφέρειες. Η τάση αυτή αναμένεται να ενισχυθεί και από την ενδεχόμενη αύξηση των αντανακλαστικών απομονωτισμού των ΗΠΑ, χάρη και στην ενεργειακή ανεξαρτησία, την οποία θα τους προσφέρουν οι σχιστολιθικοί υδρογονάνθρακες.
Εξάρτηση από Ρωσία και Μέση Ανατολή
Επομένως, η Δυτική Ευρώπη αναμένεται να παραμείνει ενεργειακά εξαρτημένη από την εντελώς απρόβλεπτη Μέση Ανατολή, η οποία έχει μετατραπεί σε γεωπολιτική μαύρη τρύπα με την περιβόητη «αραβική άνοιξη», καθώς και από την Ρωσία, η οποία μετά τα γεγονότα στην Ουκρανία τείνει να αντιμετωπιστεί από τους Ευρωπαίους εκ νέου σαν εχθρός. Επιπροσθέτως, μετά την συμφωνία – «μαμούθ» μεταξύ Ρωσίας και Κίνας για την αγορά τεράστιων ποσοτήτων ρωσικού φυσικού αερίου, η εξάρτηση της Ρωσίας από την δυτικο-ευρωπαϊκή αγορά μειώνεται δραστικά, ενώ αντιστοίχως αυξάνεται η δυνατότητα των Ρώσων να χρησιμοποιούν τη ροή ενέργειας προς την Ευρώπη ως μέσον εκβιασμού για να επιτύχουν γεωπολιτικούς σκοπούς.
Κι όλα αυτά τη στιγμή που η πολεμική μηχανή των Ηνωμένων Πολιτειών –σημαντικά συρρικνωμένη με το παρελθόν- δεν θα έχει τη δυνατότητα να ελέγχει στρατιωτικά τη Μέση Ανατολή, ώστε να καλύπτει τα ευρωπαϊκά ενεργειακά συμφέροντα σε περίπτωση ακραίων κρίσεων, έχοντας επικεντρωθεί στον Ειρηνικό Ωκεανό και την Κίνα.
Γενικότερα οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να είναι πολύ λιγότερο πρόθυμες να εμπλακούν σε περιπέτειες για χάρη της Ευρώπης σε σχέση με το παρελθόν, χάρη και στην καινούργια τους ενεργειακά ασφάλεια και αυτάρκεια που θα τους προσφέρει το εγχώριο σχιστολιθικό αέριο και πετρέλαιο.
Η γεωπολιτική αξία του ελληνικού ενεργειακού ταμιευτήρα
Άρα, ενεργειακοί ταμιευτήρες όπως αυτός της Ελλάδας, αποκτούν ιδιαίτερη γεωπολιτική σημασία για την ενεργειακή ασφάλεια και γεωπολιτική λειτουργία της Ευρώπης.
Εδώ μπορεί κάποιος να αντιτάξει δύο επιχειρήματα που υποστηρίζουν το αντίθετο. Το πρώτο είναι ότι δύσκολα τα ελληνικά ενεργειακά κοιτάσματα θα είναι τέτοιου μεγέθους ώστε πράγματι να μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Το δεύτερο, ότι και τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη θα μπορέσουν να επενδύσουν σε σχιστολιθικά κοιτάσματα ή σε άλλες ενεργειακές πηγές ώστε να μην χρειάζονται ούτε τη Ρωσία ούτε την Ελλάδα ούτε κανέναν.
Και τα δύο αυτά επιχειρήματα ενδέχεται να είναι εν μέρει σωστά. Ωστόσο, πάλι κατά παράδοξο τρόπο, ο συνδυασμός τους μπορεί να αυξήσει αντί να μειώσει τη γεωπολιτική αξία των ελληνικών ενεργειακών κοιτασμάτων.
Καταρχάς, θα πρέπει να πούμε ότι για πολιτικούς, οικολογικούς και άλλους λόγους είναι δύσκολο στην Ευρώπη να γίνει μεγάλης κλίμακας εκμετάλλευση των όποιων σχιστολιθικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Πάντως, είναι μια εν δυνάμει νέα μορφή ενέργειας, η οποία σε συνδυασμό με νέες μορφές ενέργειας, όπως μπορεί να είναι τα συνθετικά καύσιμα, τα βιοκαύσιμα, πράσινες μορφές ενέργειας κ.λ.π., ενδέχεται να ενισχύσει σημαντικά την ενεργειακή αυτονομία της Ευρώπης και συνεπακόλουθα να μειώσει την εξάρτηση από την απρόβλεπτη Μέση Ανατολή και την εν δυνάμει εχθρική Ρωσία. Και εδώ θα πρέπει να συνυπολογισθεί η πιθανή είσοδος σχιστολιθικού πετρελαίου και φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ.
Όμως στον ορατό χρονικό ορίζοντα όλες αυτές οι πηγές μάλλον δεν θα είναι σε θέση να καλύψουν πλήρως τις ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης και αναμένεται να προκύψει ένα κενό το οποίο θα κληθούν να καλύψουν συμβατικοί υδρογονάνθρακες. Και αν οι υδρογονάνθρακες αυτοί προέρχονται από μία ευρωπαϊκή χώρα, από γεωπολιτικής άποψης θα είναι ιδανικό.
Άρα, νέες ενεργειακές πηγές μπορεί όντως να καλύψουν σημαντικό ποσοστό των ευρωπαϊκών ενεργειακών αναγκών αλλά και πάλι θα μείνει ένα σοβαρό κενό, το οποίο ενδεχομένως να μπορεί να καλυφθεί σε σημαντικό ποσοστό από τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες. Αντιθέτως, αν δεν υπήρχαν άλλες εναλλακτικές ενεργειακές πηγές και η Ευρώπη βασίζονταν μόνο στους συμβατικούς υδρογονάνθρακες, τα ελληνικά κοιτάσματα μάλλον δεν θα ήταν σε θέση να καλύψουν τις ανάγκες της και κατά συνέπεια η γεωπολιτική τους αξία θα απομειώνονταν, μία και δεν θα μπορούσαν να συνεισφέρουν αποφασιστικά στην ενεργειακή ανεξαρτησία της Ευρώπης. Αντιθέτως, τώρα μπορεί να αποτελέσουν το κρίσιμο συμπλήρωμα ώστε η Ευρώπη να καταστεί ενεργειακά ανεξάρτητη, επομένως και γεωστρατηγικά ασφαλής.
Με άλλα λόγια, οι διεθνείς εξελίξεις στη γεωγραφία της ενέργειας ενδέχεται να τοποθετήσουν τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου της Ελλάδας, ακόμη κι αν αυτά αποδειχτούν σχετικώς μικρά, στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ενεργειακής ασφάλειας. Κι αυτό μπορεί να αποτελέσει ένα κρίσιμης σημασίας χαρτί στα χέρια των ελληνικών κυβερνήσεων του κοντινού μέλλοντος ώστε να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο και τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη, με βάση τα γεωπολιτικά και όχι περιοριστικά χρηματοοικονομικά κριτήρια.
* Ο Κωνσταντίνος Γρίβας διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Ας Μιλήσουμε Επιτέλους
0 Σχόλια