Εκφράζονται φόβοι πως το φάντασμα των άκρων και του λαϊκισμού βρίσκεται ξανά προ των πυλών. Πως ένα νέο κίνημα αγανακτισμένων γεννιέται. Με άλλες αφορμές και άλλες αιτίες. Αλλά με την ίδια δυναμική που μπορεί να οδηγήσει σε πολιτικές τερατογενέσεις. Ωστόσο οι συνθήκες διαφέρουν ριζικά.
Η καταστροφή του μνημείου που έχει ανεγερθεί για να θυμόμαστε τα θύματα του εμπρησμού της Marfin Bank, την Αγγελική Παπαθανασοπούλου, τον Επαμεινώνδα Τσάκαλη και την Παρασκευή Ζούλια, κατά τη διάρκεια των επεισοδίων που συνόδεψαν την πορεία που ακολούθησε τη 24ωρη απεργία της ΑΔΕΔΥ, μας μετέφερε πίσω στο χρόνο. 13 χρόνια πριν.
Ήταν τότε τον Μάιο του 2010, όταν ψηφιζόταν το πρώτο μνημόνιο και η Αθήνα παραδινόταν στις φλόγες εκατοντάδων βομβών μολότοφ, μια εκ των οποίων πήρε τη ζωή των τριών νέων τραπεζικών υπαλλήλων. Με το πρώτο μνημόνιο είχε καταργηθεί ο 13ος και 14ος μισθός, είχαν περικοπεί οι μισθοί στο δημόσιο, είχε μειωθεί ο κατώτατος μισθός, είχαν αυξηθεί τα όρια των απολύσεων και το όριο ηλικίας της συνταξιοδότησης είχε τεθεί στα 65 χρόνια. Ήταν τότε που η τυφλή «αγανάκτηση» άνοιγε διάπλατα το δρόμο προς την αντισυστημικότητα και τα άκρα.
Η ιστορία έχει γράψει πως το 2010, μόνο του το ΠΑΣΟΚ είχε σηκώσει το βάρος του πρώτου μνημονίου. Χαρακτηριζόμενο σαν μνημονιακό κόμμα, έχοντας απέναντι του τότε, τόσο τη Νέα Δημοκρατία, όσο και το Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς του οποίου η εκλογική δύναμη βρισκόταν κάτω από το 5%.
Στην ψηφοφορία στη Βουλή το πρώτο μνημόνιο είχε ψηφιστεί από 172 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και του ΛΑΟΣ, ενώ μέρος των άρθρων είχε ψηφιστεί και από τη βουλευτή της Ν.Δ. Ντόρα Μπακογιάννη. Ακολούθησε το 2011, η εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου προγράμματος 2012 – 2015, όπου αυτό είχε υπερψηφιστεί μόνο από τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και την βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Έλσα Παπαδημητρίου.
Το δίπολο Μνημόνιο - Αντιμνημόνιο, δημιούργησε το κίνημα των Αγανακτισμένων «αντισυστημικών» της «πάνω» και «κάτω» Πλατείας Συντάγματος. Η «πάνω» Πλατεία αποτέλεσε τη μήτρα που γέννησε το τέρας της Χρυσής Αυγής. Η «κάτω» Πλατεία, στης οποίας τις εκδηλώσεις πρωτοστατούσαν ηγετικά ονόματα του τότε Συνασπισμού, όπως ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο Γιάννης Βαρουφάκης και ο Γιώργος Κατρούγκαλος, ήταν αυτή που προσέφερε τα μέγιστα στην αύξηση των ποσοστών του Σύριζα στις εκλογές που ακολούθησαν.
Ήταν η εποχή που ο λαϊκισμός είχε απογειωθεί, καθώς τέλειωνε το όνειρο που είχε ζήσει η Ελλάδα από το 1981 μέχρι και το 2009. Κάτι που ήταν δύσπεπτο σαν συνειδητοποίηση και επώδυνο σαν αντιμετώπιση. Παράλληλα ήταν η εποχή που έθρεψε τα άκρα και τις αντισυστημικές δυνάμεις.
Οι ευαγγελιστές της σύγκρουσης με την Ευρώπη είχαν ένα ανοικτό πεδίο δράσης. Το πιο εύκολο πράγμα για την κοινωνία ήταν να υιοθετήσει το λεγόμενο “blame game”, δηλαδή να αναζητήσει ξένους υπαίτιους της κρίσης. Ήταν πιο εύκολο να μουτζώνεις, να καις, να απορρίπτεις το «σύστημα» και την πολιτική, να υιοθετείς φαντασιώσεις και οράματα, να ενστερνίζεσαι σενάρια και να ταξιδεύεις πάνω σε φρούδες ελπίδες, παρά να κοιταχτείς τον καθρέφτη και να αντιμετωπίσεις την πραγματικότητα.
Και δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το ΠΑΣΟΚ ήταν τότε μόνο του και δακτυλοδεικτούμενο. Με το σύνολο των υπόλοιπων πολιτικών κομμάτων να βρίσκονται απέναντι.
Σήμερα όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το πέρασμα αυτών των 13 ετών, οδήγησε σε αλλαγές που λίγοι περίμεναν. Οι αντισυστημικές δυνάμεις έχουν μειωθεί. Η τετραετής διακυβέρνηση της χώρας από το κόμμα του Σύριζα και των Ανεξάρτητων Ελλήνων, κατά τη διάρκεια της οποίας το όνειρο της δραχμής έσβησε, το «όχι» του δημοψηφίσματος έγινε στην πράξη «ναι» και υπερψηφίστηκε το τρίτο μνημόνιο, ενέταξε το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα στις λεγόμενες μνημονιακές και συστημικές δυνάμεις, στα μάτια των ακραίων και των λαϊκιστών.
Δεν μπορεί σήμερα ο Σύριζα να καταφερθεί κατά των ιδιωτικοποιήσεων, όταν ο ίδιος έχει υπογράψει την ιδιωτικοποίηση των περιφερειακών αεροδρομίων και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Δεν μπορεί να προσφέρει μαγικές λύσεις, αφού οι πολιτικές που τελικά εφάρμοσε ήταν αρκετά κοντά στα πλαίσια του ρεαλισμού. Ο αντισυστημισμός του Σύριζα έχει καταρρεύσει στην πράξη. Ωστόσο με νύχια και δόντια προσπαθεί με την πρώτη ευκαιρία να ενεργοποιήσει το θυμικό των μεγαλύτερων και την οργή των νεότερων.
Η Ελλάδα σήμερα έχει αλλάξει. Δεν έχει την παραμικρή σχέση με την Ελλάδα του 2010. Η οικονομία πηγαίνει πολύ καλύτερα. Η ανεργία έχει αποκλιμακωθεί. Η οικονομία διαθέτει επαρκείς πόρους για να ασκεί κοινωνικές πολιτικές εν μέσω των υγειονομικών και ενεργειακών κρίσεων. Η χώρα είναι αμυντικά θωρακισμένη. Διαθέτει ένα ισχυρό γεωπολιτικό αποτύπωμα. Υπό αυτήν την έννοια δεν υπάρχει ούτε η «καύσιμη ύλη», ούτε το πρόσφορο έδαφος που απαιτούνται για την εκδήλωση ενός νέου κύματος αγανάκτησης, πάνω στο οποίο θα πατήσουν οι δυνάμεις του λαϊκισμού και των άκρων.
Η ελληνική κοινωνία έχει πληρώσει με το παραπάνω το γεγονός ότι παραδόθηκε στο λαϊκισμό, στις ψεύτικες υποσχέσεις και στις εύκολες λύσεις. Ο πόνος των πολιτών για την τραγωδία των Τεμπών, είναι βαθύς και ουσιαστικός. Απαιτεί απαντήσεις και λύσεις. Δεν αναζητά ανακύκλωση των παλαιών ξεπερασμένων συνταγών, ούτε ακραίες κραυγές και λαϊκίστικες συνταγές.
Κωνσταντίνος Χαροκόπος
0 Σχόλια