Κατά τους πιο συγκρατημένους αναλυτές, πρόκειται για τη σημαντικότερη από τις εκλογικές αναμετρήσεις που θα διεξαχθούν φέτος ανά τον κόσμο. Για όσους, πάλι, εκφράζονται πιο απελευθερωμένα, πρόκειται ενδεχομένως για τις τελευταίες δημοκρατικές εκλογές που θα γνωρίσει η Τουρκία – στην πραγματικότητα, ένα δημοψήφισμα υπέρ ή κατά της ενός ανδρός αρχής.
Ο βρετανικός "Economist" εκφράζει παραστατικά τη διαρκώς εντεινόμενη ανησυχία στη Δύση για την επαπειλούμενη μετατροπή της γειτονικής μας χώρας σε δικτατορία – και τη δυσφορία ασφαλώς για το γεγονός ότι η δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη της Ατλαντικής Συμμαχίας έχει μετατραπεί σε γεωπολιτικό "ελεύθερο σκοπευτή", που δεν διστάζει μπροστά στις περιπέτειες εκτός συνόρων.
Διόλου τυχαία, η μετατροπή της Τουρκίας σε πολυκομματική δημοκρατία το 1946 και η ένταξή της στο ΝΑΤΟ λίγα χρόνια αργότερα αποτελούσαν αλληλένδετες διαδικασίες. Όμως η δημοκρατία αυτή δοκιμάσθηκε επανειλημμένα, ενώ τα κορυφαία ερωτήματα σχετικά με την ταυτότητα και τη συνοχή της χώρας παραμένουν αναπάντητα. Εκατό ακριβώς χρόνια μετά την ίδρυσή της, η Τουρκική Δημοκρατία βρίσκεται μπροστά σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι.
Ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν, πρωθυπουργός από το 2003 και πρόεδρος της Δημοκρατίας από το 2014, δίνει μια μάχη πραγματικά υπαρξιακή. Λίγοι τον έχουν ικανό να συμφιλιωθεί με την ιδέα της δημοκρατικής εναλλαγής και να αποχωρήσει αθόρυβα από το προσκήνιο. Άλλωστε, οι υποψίες διαφθοράς που τον περιβάλλουν και οι ποινικές περιπέτειες που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν καθιστούν το στοίχημα πολύ προσωπικό.
Στημένο "γήπεδο"
Εξού και οι "κανόνες του παιχνιδιού" διαρκώς αλλάζουν – με κορυφαίες τις μεθοδεύσεις αυτών των ημερών ως προς την ίδια τη συνταγματικότητα μιας τρίτης προεδρικής υποψηφιότητας Ερντογάν. Σύμφωνα με το άρθρο 101 του Συντάγματος, ο αρχηγός του κράτους δικαιούται να υπηρετήσει μόνο δύο πενταετείς θητείες – και ο Ερντογάν ήδη ολοκληρώνει τη δεύτερη. Ωστόσο, οι υποστηρικτές του ισχυρίζονται ότι η μετατροπή του πολιτεύματος σε προεδρικό, μέσω δημοψηφίσματος, το 2017 "μηδενίζει το κοντέρ". Στο ίδιο πνεύμα, και η επίσπευση του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών τον Μάιο αντί του Ιουνίου έρχεται να λειτουργήσει ως πρόσχημα μη ολοκλήρωσης της δεύτερης θητείας του ισχυρού άνδρα της Άγκυρας.
Προηγουμένως είχε αλλάξει ο εκλογικός νόμος, ώστε αφενός το όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης να μειωθεί από το 10% στο 7% (προκειμένου να διασωθούν οι εθνικιστές σύμμαχοι του Ερντογάν), αφετέρου να δυσκολέψει η απόσπαση εδρών από μικρότερα κόμματα που εντάσσονται σε εκλογικούς συνασπισμούς.
Η τουρκική αντιπολίτευση, πολύ χαρακτηριστικά, καταγγέλλει τα όσα συμβαίνουν, αλλά δεν προτίθεται να τα αμφισβητήσει θεσμικά, διότι, όπως ανέφερε ο αρχηγός του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (CHP), Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, η προσπάθεια θα ήταν μάταιη, με δεδομένο τον έλεγχο του Κεντρικού Εκλογικού Συμβουλίου από τους κυβερνώντες. Προβάλλοντας περισσότερο ηρωικό πρόσωπο, η επικεφαλής του "Καλού Κόμματος" (IP), Μεράλ Ακσενέρ, δηλώνει: "Τον Ερντογάν θέλουμε να τον νικήσουμε στην κάλπη".
Ασφυκτικό πλαίσιο
Ωστόσο ούτε το θεσμικό πλαίσιο διεξαγωγής των εκλογών προσιδιάζει σε εύρωστη φιλελεύθερη δημοκρατία, ούτε όμως και η τύχη του Ερντογάν στην κάλπη είναι προδιαγεγραμμένη.
Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016, περίπου 130.000 δημόσιοι υπάλληλοι απολύθηκαν και 80.000 άτομα συνελήφθησαν, σύμφωνα με τη Human Rights Watch. Η δε Διεθνής Αμνηστία αναφέρει ότι στην Τουρκία έχουν απαγορευθεί 180 μέσα ενημέρωσης, ενώ το ένα τρίτο των φυλακισμένων δημοσιογράφων παγκοσμίως βρίσκεται στη γειτονική χώρα. Από τα εν λειτουργία μέσα, υπολογίζεται ότι το 90% ελέγχεται από επιχειρηματικούς συμμάχους των κυβερνώντων.
Ο φόβος της εκλογικής νοθείας είναι πάντοτε παρών, ενώ ακόμα περισσότερο σκοτεινές σκέψεις γεννά η πιθανότητα μετεκλογικής κινητοποίησης παραστρατιωτικά οργανωμένων τμημάτων της βάσης του κυβερνώντος κόμματος, όπως είχε συμβεί κατά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016. Ο δε στρατός και η αστυνομία έχουν πλέον κομματικοποιηθεί, αν και πιθανώς εξομαλυντικό παράγοντα αποτελούν οι φιλοδοξίες των πολιτικών προϊσταμένων τους: ο υπουργός Άμυνας, στρατηγός ε.α. Χουλουσί Ακάρ διατηρεί την αυτονομία του, ενώ ο (καταγγελλόμενος για σχέσεις με το οργανωμένο έγκλημα) Σουλεϊμάν Σοϊλού δεν θα ήταν δυστυχής με μιαν αποχώρηση του Ερντογάν, που θα άνοιγε τον δικό του δρόμο προς την κορυφή.
Η "χείρα" της Δικαιοσύνης
Το πώς γίνεται αντιληπτό το εκλογικό παιχνίδι στην Τουρκία το εικονογραφεί η τύχη αυτού που έχει καταφέρει τη μόνη μεγάλη νίκη επί του ερντογανισμού τα τελευταία χρόνια. Ο εκ του CHP προερχόμενος Εκρέμ Ιμάμογλου όχι μόνο χρειάστηκε να δώσει δύο φορές τη μάχη για να κατακτήσει τον μητροπολιτικό Δήμο της Κωνσταντινούπολης το 2019 (εφόσον η πρώτη νίκη του ακυρώθηκε από το Εκλογικό Συμβούλιο), αλλά πλέον βρίσκεται αντιμέτωπος με στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, εάν τελεσιδικήσει η πρωτόδικη καταδίκη του σε φυλάκιση δυόμισι ετών για δυσφήμιση του Συμβουλίου αυτού. Και πρόκειται για τον πολιτικό με τις καλύτερες δημοσκοπικές επιδόσεις έναντι του Ερντογάν, εάν κέρδιζε το χρίσμα του εξακομματικού μετώπου της αντιπολίτευσης στις προεδρικές εκλογές.
Κατά μία έννοια, ο Ιμάμογλου είναι τυχερός. Διότι ο Σελαχατίν Ντεμίρτας, συνιδρυτής του τρίτου κοινοβουλευτικού κόμματος, του φιλοκουρδικού HDP, έχει συμπληρώσει έξι χρόνια στη φυλακή. Και το κόμμα του, που επιτυγχάνει πάντα διψήφια ποσοστά και αποτελεί αντικειμενικά τον "κριτή" των εκλογών, απειλείται με συνολική απαγόρευση από το Συνταγματικό Δικαστήριο.
Ποιο ρόλο θα παίξουν το Κουρδικό και η οικονομία
Η επικέντρωση στα "βρώμικα κόλπα" που μπορεί να επιστρατεύσει ο Ερντογάν αποσπά, όμως, το ενδιαφέρον από κάτι εξίσου σημαντικό: το γεγονός, δηλαδή, ότι ο ισχυρός άνδρας της γείτονος κάθε άλλο παρά πολιτικά "ξεδοντιασμένος" είναι. Είναι, βέβαια, αλήθεια ότι τα είκοσι χρόνια της εξουσίας του έχουν προκαλέσει "κόπωση" και ότι η νέα γενιά δεν βλέπει το μέλλον της στην ερντογανική Τουρκία (εξού και στις δημοσκοπήσεις δείχνει ενθουσιασμό για την προοπτική μετανάστευσης). Ομοίως ισχύει ότι η βαθιά οικονομική κρίση των προηγούμενων ετών έχει προσγειώσει προς το 40% το αθροιστικό ποσοστό του κυβερνώντος κόμματος και των εθνικιστών συμμάχων του. Ωστόσο, τα χειρότερα της οικονομικής κρίσης μοιάζει να έχουν παρέλθει και οι αλλεπάλληλες παροχές που έχει εξαγγείλει ο Ερντογάν (από την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 94% και την άμεση συνταξιοδότηση 2 εκατ. πολιτών μέχρι την υπόσχεση για νέες μειώσεις των επιτοκίων) φέρνουν αποτελέσματα: η δημοσκοπική ψαλίδα με την αντιπολίτευση κλείνει από τον Αύγουστο και μετά.
Βασικότερο πλεονέκτημα του Ερντογάν, πάντως, είναι οι αντίπαλοί του. Η εξακομματική αντιπολίτευση δεν θα ανακοινώσει τον κοινό υποψήφιό της παρά στις 13 Φεβρουαρίου – με τον άχρωμο Κιλιτσντάρογλου να αποκτά προβάδισμα έναντι του Ιμάμογλου, τον οποίο θα προτιμούσε η Ακσενέρ. Η δε εμμονή επί θεσμικών ζητημάτων (επαναφορά του προεδρευόμενου πολιτεύματος κ.ο.κ.) αφήνει ρηχό το λοιπό προγραμματικό περιεχόμενο της εξακομματικής αντιπολίτευσης, την ώρα που ο Ερντογάν δεν σταματά να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες εντός και εκτός συνόρων.
Και το κυριότερο: η κεμαλιστική-εθνικιστική "αλλεργία" της αντιπολίτευσης προς το HPD φέρνει μοιραία διαίρεση στο 60% του εκλογικού σώματος που θα ήθελε την αλλαγή. Στις 2.400 λέξεις του προεκλογικού μανιφέστου των "Έξι" το επίθετο "κουρδικός" δεν εμφανίζεται πουθενά...
0 Σχόλια