Αν ο Κωνσταντίνος ζούσε άλλον έναν χρόνο και έφτανε στο 2024 θα συμπληρωνόταν μισός αιώνας από την χρονιά που η χώρα άλλαξε πολίτευμα με το δημοψήφισμα του 1974 και εξήντα χρόνια από την ώρα της ενθρόνισής του. Τα μίση και τα πάθη της δεκαετίας του ‘60 έχουν προ πολλού ξεπεραστεί, η Ιστορία έχει ήδη αποφανθεί και για τον τέως βασιλιά και για το πολιτικό προσωπικό εκείνης της εποχής. Τι μένει; Μία χαμένη ευκαιρία
Μπορούσε η Ελλάδα των αρχών του ‘60 – μία χώρα καθημαγμένη από τον εμφύλιο που είχε τελειώσει μόλις 11 χρόνια πριν – να ακολουθήσει τον βηματισμό των υπολοίπων χωρών της Δύσης; Ας μην ξεχνάμε ότι εκείνη την εποχή, τα παιδιά που γεννήθηκαν μέσα στον Β! Παγκόσμιο πόλεμο, είχαν περάσει στην μετεφηβεία. Η γενιά του '40, ήταν 20χρονοι το 1960 κι εκείνοι που γεννήθηκαν το '44, ήταν 20άρηδες το 1964, την χρονιά της ενθρόνισης του Κωνσταντίνου. Ίσως και να μπορούσε, αλλά δεν είχε την ευκαιρία.
Για την Βρετανία, ήταν η έκρηξη της pop μουσικής, με τους Beatles και τους Stones. Οι ΗΠΑ είχαν προηγηθεί με τον Έλβις Πρίσλεϊ. Η Ελλάδα απέκτησε το νέο κύμα, τις μπουάτ και την μελοποίηση των ποιητών – αλλά και τα ραντεβού των νέων, που άλλαξαν, τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις, τις κοινωνικές συνήθειες: την προίκα και το συνοικέσιο.
Την ίδια ώρα, η Ελλάδα «μάτωνε» καθημερινά από νέα κύματα μετανάστευσης προς την Ευρώπη, την Αυστραλία και τις ΗΠΑ: «Στις φάμπρικες της Γερμανίας» και στου Βελγίου τις στοές, τραγουδούσε ο Στέλιος Καζαντζίδης το 1961, την χρονιά των εκλογών της «βίας και νοθείας», που κράτησαν στην εξουσία τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Η Ιστορία δεν γράφεται με «αν» και «ενδεχομένως» - ό,τι γράφει, δεν ξεγράφει. Ενδεχομένως, για κάποιους ανθρώπους, η μοίρα είναι προδιαγεγραμμένη από τις καταστάσεις – και ίσως ο Κωνσταντίνος να βρέθηκε στον λάθος τόπο, τη λάθος στιγμή. Όμως αυτό δεν αλλάζει τα γεγονότα, όπως δεν μπορεί να αλλάξει το αποτέλεσμα: η ουσία είναι ότι δύο χρόνια μετά από την ενθρόνισή του, η Ελλάδα ήταν μία χώρα σε κρίση ανάλογη με εκείνη του 2011, τα πρώτα χρόνια των Μνημονίων, όταν οι μετοχές των πολιτικών στελεχών είχαν πέσει στο ναδίρ. Και μετά από έναν χρόνο, ήλθε η χούντα των συνταγματαρχών.
Τα σενάρια του Αλέκου Σακελλάριου μιλούσαν για τον λοχία που θα έσωζε την Ελλάδα – και δεν ήταν κάποια πολιτική παραξενιά του συγγραφέα, αλλά η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής. Ποια είναι η ευθύνη του τέως βασιλιά για αυτό; Και ποια η ευθύνη του Γεωργίου Παπανδρέου; Του Παναγιώτη Κανελλόπουλου; Της ΕΔΑ; Των εκδοτών της εποχής, όταν δεν υπήρχε το internet και οι πάντες ενημερώνονταν από τις εφημερίδες, άντε και το κρατικό ραδιόφωνο;
Τα τελευταία 50 χρόνια, δηλαδή τον μισό αιώνα από την αποκαθήλωση της βασιλείας, η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά άλματα: η δημοκρατία είναι πλέον κάτι δεδομένο, όσο κι αν κάποιοι επιμένουν να μιλούν για «καθεστώς», είτε στην εξουσία είναι η Δεξιά είτε η Αριστερά. Ο Κωνσταντίνος είχε την ευκαιρία να μιμηθεί τους συγγενείς του στη Δανία και να γίνει ένας «διακοσμητικός» μονάρχης κατά τα σκανδιναβικά πρότυπα, ακόμα και να ακολουθήσει την συνταγή του προπάπου του, του Γεωργίου Α!, ο οποίος ήλθε άγνωστος μεταξύ αγνώστων και έγινε αγαπητός επειδή ακολούθησε τις επιταγές του Ελευθέριου Βενιζέλου και παράλληλα ζούσε σαν – περίπου – κοινός θνητός, αλλά την κλώτσησε με το «καλημέρα».
Η Ελλάδα μπορούσε να αρπάξει την ευκαιρία στις αρχές της δεκαετίας του ΄60 – και να γίνει πιο σύντομα μία «κανονική» χώρα της Δύσης. Αυτό δεν συνέβη και οι ευθύνες βαρύνουν όσους είχαν «τα γένια και τα χτένια» εκείνη την περίοδο. Ωστόσο, ίσως η ακυβερνησία του 1966 και η χούντα του 1967 να ήταν ο «φόρος» που έπρεπε να πληρώσει η χώρα για να μπει σε διαφορετική τροχιά. Σε κάθε περίπτωση, όλα είναι περασμένα – αλλά όχι και ξεχασμένα...
Στέφανος Τζανάκης
0 Σχόλια