Σε πεδίο δραστηριοποίησης αεροπλανοφόρων που διαθέτουν συγκεντρωμένη δύναμη πυρός μεγαλύτερη από τις αεροναυτικές δυνατότητες πολλών μεμονωμένων κρατών της Ε.Ε. έχει μετατραπεί τους τελευταίους μήνες η Μεσόγειος. Τη συγκεκριμένη τάση, η οποία ενισχύθηκε μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, ενίσχυσε η πρόσφατη μεγάλης έκτασης αεροναυτική άσκηση της Συμμαχίας.
Αυτήν τη στιγμή στη Μεσόγειο επιχειρούν τρία αεροπλανοφόρα, το αμερικανικό «USS George H.W. Bush», η γαλλική ναυαρχίδα «FS Charles de Gaulle» και το ιταλικό «ITS Cavour». Tα τρία αυτά πλοία συμμετείχαν στην άσκηση του ΝΑΤΟ σε συνδυασμό με το αμερικανικό «USS Gerald R. Ford», το νεότερο αεροπλανοφόρο των ΗΠΑ, που θεωρείται και το πιο μεγάλο πολεμικό πλοίο του κόσμου, και το βρετανικό αεροπλανοφόρο «HMS Queen Elizabeth», τη νέα ναυαρχίδα του βρετανικού στόλου, που επιχειρούν από τη Βόρεια Θάλασσα.
«Τα αεροπλανοφόρα είναι σημαντικός ανατρεπτικός παράγοντας και κρατούν ανοιχτές τις θαλάσσιες γραμμές επικοινωνίας. Η πυγμή μας στέλνει ξεκάθαρο μήνυμα πως το ΝΑΤΟ θα υπερασπισθεί κάθε εκατοστό συμμαχικής γης», ανέφερε η εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ Οάνα Λουνγκέσκου.
Το αμερικανικό Πεντάγωνο τόνισε τη σημασία της άσκησης ως ένδειξη όχι μόνο της ενότητας του ΝΑΤΟ, αλλά και της διαλειτουργικότητας των συμμαχικών δυνάμεων. Υψιστο παράδειγμα του τελευταίου άλλωστε είναι η προσνήωση και απονήωση γαλλικών μαχητικών Rafale στο «George H.W. Bush» στο Ιόνιο πέλαγος. Το «Charles de Gaulle», στο πλαίσιο της αεροναυτικής άσκησης «Antares», βρέθηκε στα νότια της Κρήτης, όπου έγιναν κοινές ασκήσεις με μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού, της Πολεμικής Αεροπορίας και των Ειδικών Δυνάμεων.
Την τρέχουσα περίοδο στην περιοχή επιχειρούν τρία αεροπλανοφόρα, το αμερικανικό «USS George H.W. Bush», η γαλλική ναυαρχίδα «FS Charles de Gaulle» και το ιταλικό «ITS Cavour».
Η Ανατολική Μεσόγειος έχει αναδειχθεί σε κρίσιμο «μέτωπο» του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία, καθώς η ρωσική βάση της Ταρτούς στη Συρία συνεχίζει να απειλεί τη νοτιοανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας και τα αεροπλανοφόρα λειτουργούν ως κύρια ασπίδα της.
Το «George H.W. Bush», που είχε καταπλεύσει στη Σούδα τον Οκτώβριο, είναι το τελευταίο από τα δέκα αεροπλανοφόρα τύπου Nimitz που κατασκεύασαν οι ΗΠΑ. Από την εμφάνισή τους και μέχρι την κατασκευή του νέου τύπου αεροπλανοφόρου «USS Gerald Ford», τα Nimitz, βασικός φορέας προβολής δυνάμεων των ΗΠΑ, ήταν τα μεγαλύτερα πολεμικά πλοία στον πλανήτη. Ενδεικτικά, το εκτόπισμά τους υπολογίζεται ότι ξεπερνάει τους 100.000 τόνους. Με μήκος πάνω από 300 μέτρα, τα επιβλητικά αμερικανικά αεροπλανοφόρα είναι στην ουσία πλωτές πόλεις μιας και το πλήρωμά τους αγγίζει τους 5.000 ναύτες, αξιωματικούς και ιπταμένους, καθώς το καθένα φέρει επίσης και περίπου 65 αεροσκάφη. Χάριν σύγκρισης, το ανώτατο όριο του πληρώματος μιας ΜΕΚΟ φρεγάτας του Πολεμικού Ναυτικού υπολογίζεται γύρω στους 180 ναύτες και αξιωματικούς, ενώ στην πράξη επιβαίνουν πολύ λιγότεροι.
Ως επί το πλείστον οι μοίρες που επιχειρούν επί του «George H.W. Bush» (ενδεικτικά, η VFA-103, η VFA-143 και η VFA-86) πετούν μαχητικά τύπου F/A-18E/F Super Hornet, αλλά προβλέπεται η αντικατάστασή τους με πέμπτης γενιάς μαχητικά τύπου F-35C.
Μικρότερη αλλά εξίσου τρομακτικής συγκεντρωμένης ισχύος είναι η γαλλική ναυαρχίδα «Charles de Gaulle», κατασκευασμένη από τη Naval Group στις αρχές του αιώνα. Με εκτόπισμα που υπολογίζεται γύρω στους 40.000 τόνους και μήκος γύρω στα 260 μέτρα, το πλοίο έχει και πολύ μικρότερο πλήρωμα (γύρω στους 2.000 ναύτες, αξιωματικούς και ιπταμένους). Από τα περίπου 40 αεροσκάφη που επιχειρούν από το «Charles de Gaulle», η μεγάλη πλειονότητα είναι μαχητικά Rafale τύπου M, τροποποιημένα για επιχειρήσεις από αεροπλανοφόρα.
Το ιταλικό «Cavour» είναι το μικρότερο από τα τρία, με συνολικό εκτόπισμα που υπολογίζεται γύρω στους 30.000 τόνους. Εχει μήκος 244 μέτρα και συνολικό πλήρωμα γύρω στους 800 ναύτες, αξιωματικούς και ιπταμένους. Εχει και πολύ μικρότερη χωρητικότητα σε αεροσκάφη, τα οποία όμως θα είναι μαχητικά F-35.
0 Σχόλια