Πάλι στα πρόθυρα πολέμου Ρωσία και Ουκρανία;


Του Alexander Baunov

Για άλλη μία φορά, ο κόσμος συζητά το ενδεχόμενο η Ρωσία να διεξάγει πόλεμο εναντίον της Ουκρανίας. Αυτή τη φορά ωστόσο, οι συνθήκες είναι ακραίες.

Την άνοιξη, η συγκέντρωση ρωσικών στρατευμάτων για στρατιωτικές ασκήσεις κοντά στα ουκρανικά σύνορα, έληξε με μια σειρά επαφών μεταξύ του Αμερικάνου προέδρου και των ηγετών της Ρωσίας και της Ουκρανίας, και ακολούθησε η σύνοδος κορυφής αυτό το καλοκαίρι μεταξύ του Πούτιν και του Μπάιντεν. Τότε, η έξαρση των εντάσεων αποδόθηκε στην επιθυμία να τοποθετηθεί η σύγκρουση στο Ντονμπάς σταθερά στην ατζέντα του νέου προέδρου και για να ξεκινήσουν νέες συνομιλίες για το θέμα.

Ο Πούτιν από την πλευρά του ζήτησε "σοβαρές, μακροπρόθεσμες εγγυήσεις που διασφαλίζουν την ασφάλεια της Ρωσίας σε αυτή την περιοχή (στα δυτικά της σύνορα), διότι η Ρωσία δεν μπορεί να σκέφτεται συνεχώς τι θα μπορούσε να συμβεί εκεί αύριο”.

Δεν είναι σαφές ποια μορφή θα έχουν αυτές οι εγγυήσεις, αλλά είναι πιθανό ότι εν όψει μιας άλλης πιθανής συνόδου κορυφής μεταξύ Πούτιν και Μπάιντεν, η Μόσχα θα ήθελε να λάβει διαβεβαιώσεις παρόμοιες με εκείνες που δόθηκαν στο Πεκίνο. Να μην βρεθεί σε ανοιχτή σύγκρουση με την Κίνα, και να μην προσπαθήσει να αλλάξει το κινεζικό πολιτικό σύστημα. Αντί τέτοιων διαβεβαιώσεων ωστόσο, η Ρωσία έχει δει δυτικά στρατιωτικά πλοία κοντά στα σύνορα της, και ένα ψήφισμα από το αμερικανικό Κογκρέσο που θα κήρυττε αυτομάτως την εξουσία του Πούτιν παράνομη, μετά από τις εκλογές του 2024.

Η ενέργεια της Ρωσίας να αποδεσμεύσει τη διπλωματική αλληλογραφία και η έκκληση του Πούτιν για εγγυήσεις, μπορούν να ερμηνευθούν με δύο τρόπους. Είτε η Μόσχα έχει πληροφορίες ότι το Κιέβο εξετάζει σοβαρά μια στρατιωτική λύση στο πρόβλημα των αυτονομιστών του Ντονμπάς, ή η Ρωσία η ίδια είναι προετοιμασμένη για μια στρατιωτική επιχείρηση στην Ανατολική Ουκρανία, και αυτές οι ακραίες δηλώσεις είναι μια προσπάθεια να απαλλάξει τον εαυτό της από την ευθύνη για μελλοντικές ενέργειες: δυστυχώς, η Μόσχα είχε προειδοποιήσει για την επερχόμενη καταιγίδα, και ζήτησε δράση, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Το πρόβλημα είναι πως εάν εφαρμοστεί το πρώτο σενάριο με την Ουκρανία να παίρνει πίσω το Ντονμπάς με τη βία, θα υλοποιούνταν αμέσως το δεύτερο: της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οι δυτικοί δημοσιογράφοι και πολιτικοί δεν θα είχαν αρκετό χρόνο να αποφασίσουν ποιος το ξεκίνησε, ούτε το κίνητρο, αφού η Ουκρανία θα ενεργούσε σε έδαφος που διεθνώς αναγνωρίζεται ως δικό της, σε αντίθεση με τη Ρωσία, η οποία αναπόφευκτα θα χαρακτηριζόταν ως επιτιθέμενη.

Ακόμη και αν η Ρωσία ανταποκρινόταν απλώς στις όποιες ενέργειες της Ουκρανίας, και πάλι θα φαινόταν σαν εισβολή: κάτι για το οποίο είχε προειδοποιήσει η Δύση. Το να καθοριστεί πόσο αναλογική θα ήταν μια απάντησε στη χρήση βίας, αποτελεί μια μακρά και δύσκολη διαδικασία.

Εάν η Δύση βλέπει τις οποιεσδήποτε εξελίξει στο Ντονμπάς στο ευρύτερο πλαίσιο μιας ρωσικής επίθεσης στην εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, και ακόμη και με την αποκατάσταση της ρωσικής αυτοκρατορίας, πολλοί στη Μόσχα βλέπουν αυτές τις ίδιες εξελίξεις ως μια επίθεση από τις αρχές του Κιέβου, στην ακεραιότητα των Ρώσων. Σε ένα πρόσφατο άρθρο του για την ουκρανική ιστορία, ο Πούτιν έγραψε με σκληρούς όρους για την εξαφάνιση εκατοντάδων χιλιάδων Ρώσων, συγκρίνοντας την με τη χρήση όπλων μαζικής καταστροφής. Ένας άνθρωπος που έχει τέτοιες απόψεις είναι απίθανο απλώς να φύγει από τη θέση του χωρίς καν να προσπαθήσει να σταματήσει μια τόσο δυσμενή τροπή των γεγονότων. Τι θα έλεγαν οι διάδοχοι του; άλλωστε στην Ουκρανία προσφέρθηκε η αξιοπρεπής επιλογή των συμφωνιών του Μινσκ και της εθελοντικής ομοσπονδοποίησης, ενώ στη Δύση προσφέρθηκε η ουκρανική ουδετερότητα. Οι επιλογές που απομένουν είναι οι κακές.

Η Ρωσία από την πλευρά της, ανακαλύπτει τη δική της χειρότερη επιλογή. Για τρεις δεκαετίες, ο μεγαλύτερος φόβος της ρωσικής ηγεσίας ήταν πως η Ουκρανία (και η Λευκορωσία) θα ενταχθούν στο ΝΑΤΟ και δυτικές στρατιωτικές υποδομές θα μετακινηθούν ακριβώς στα σύνορα με τη Ρωσία. Τώρα φαίνεται ότι αυτό μπορεί να συμβεί ακόμη και χωρίς το ΝΑΤΟ, και με πιο πραγματικούς και μακροπρόθεσμους και λιγότερο προβλέψιμους τρόπους. Μια χώρα που έχει θιγεί, και που χτίζει όλη της την ταυτότητα στην απόρριψη κάθε τι ρωσικού, είναι πολύ πιο εύκολο να μετατραπεί σε οχυρωμένη περιοχή στα σύνορα της Ρωσίας, παρά σε μια χώρα που περιορίζεται από τις διαδικασίες του ΝΑΤΟ. Ελλείψει εγγυήσεων ασφαλείας από μια Ένωση, η χώρα θα είναι έτοιμη να υποδεχθεί ξένα αεροσκάφη, πλοία και στρατό, και να εξοπλίσει τον δικό της στρατό, ορμώντας στη δράση λόγω φόβου.

Οι στρατιωτικές προετοιμασίες της Ρωσίας, η δημοσίευση της αλληλογραφίας και οι εκκλήσεις του Πούτιν για εγγυήσεις στο νοτιοδυτικό της άκρο, σηματοδοτούν ότι η Μόσχα έχει αναγνωρίσει τον κίνδυνο να συνυπάρξει με μια τέτοια περιοχή-φρούριο, και δεν θέλει να το αποδεχτεί, αλά ακόμη δεν ξέρει τι να κάνει για αυτό.

Για την ώρα, η Μόσχα και το Κιέβο επιλέγουν να αυξήσουν τη σημασία τους δείχνοντας -με τη συγκρατημένη και υπεύθυνη συμπεριφορά τους- ότι σώζουν την ανθρωπότητα από τον κίνδυνο μιας παγκόσμιας σύγκρουσης στην οποία η αντίθεση πλευρά θα παρέσερνε εύκολα τον κόσμο.

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: https://carnegiemoscow.org/commentary/85892


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια