Οι ιθύνοντες των ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι ιεραρχούν για λογαριασμό των
πολιτών τη σπουδαιότητα των θεμάτων δημοσίου ενδιαφέροντος που
παρουσιάζονται στην ειδησεογραφία και τα ρεπορτάζ. Η ιεράρχηση που
επιλέγεται συνεπάγεται ότι ορισμένα ζητήματα κυριαρχούν στην επικαιρότητα,
χωρίς απαραιτήτως να τους αρμόζει αυτή η θέση. Αντιστρόφως, άλλα σοβαρότερα
ζητήματα που θα όφειλαν να δημοσιοποιούνται και να προβάλλονται σε πρώτη
γραμμή, αντί να πριμοδοτούνται στη δημοσιογραφική ιεράρχηση,
«εξαφανίζονται».
Σε αυτό το σημείο, τίθενται το εξής βασικό ερώτημα: Ποιος έχει την εξουσία ή
ποιος αποφασίζει τελικά για τα κρίσιμα και τα επίμαχα ζητήματα και τα
περιεχόμενα της τρέχουσας πολιτικής.
Σε τούτη την εποχή της διαμεσολαβούμενης πολιτικής, η εξουσία και η λαϊκή
αποδοχή είναι σε σημαντικό βαθμό, επικοινωνιακές κατασκευές που πρέπει να
τις ελέγχουν και να τις διατηρούν οι άρχουσες οικονομικο-πολιτικές ελίτ.
Στην εμπειρία των περισσοτέρων ανθρώπων, η πολιτική πραγματικότητα
περιλαμβάνει σύμβολα και εικόνες με τις οποίες έρχεται κανείς σε επαφή από
«δεύτερο χέρι», μέσω των ειδησεογραφικών και ψυχαγωγικών ΜΜΕ.
Αν πρόκειται να επιβληθούν οικονομικές επιβαρύνσεις και φόροι, να ψηφιστούν
νόμοι και να διατηρηθούν τα ποσοστά λαϊκής αποδοχής, τότε είναι πολιτική
επιταγή να κατασκευαστούν και να διατηρηθούν σχετικά αφηγήματα και εικόνες
που θα πείθουν τον κόσμο.
Για να συλλάβουμε πλήρως τον άρρηκτο δεσμό ανάμεσα στην εξουσία και στην
επικοινωνία, πρέπει να παραιτηθούμε από κάθε αντίληψη που θέλει τις ειδήσεις
να βρίσκονται δήθεν έξω από την πολιτική και να παρακολουθούν απλά το
εσωτερικό της. Οι ειδήσεις είναι οργανικό τμήμα των πολιτικών διεργασιών.
Συνεπεία των τεχνολογιών της στρατηγικής επικοινωνίας (δημοσκοπήσεις,
έρευνες αγοράς, διαχείριση των ειδήσεων και της δημόσιας εικόνας),οι
ειδήσεις δεν αποτελούν απλή καταγραφή γεγονότων, αλλά αποτελούν ένα γεγονός
της πολιτικής διαδικασίας που συνδέει τους πολιτικούς και τον λαό στον αγώνα
για την κυβερνητική εξουσία.
Πολλοί από εμάς ζούμε με την ελπίδα ότι οι ειδήσεις θα μπορέσουν κατά κάποιο
τρόπο να προσφέρουν αντικειμενική ενημέρωση και ότι η αλήθεια στο τέλος θα
υπερισχύσει των πολιτικών προκαταλήψεων και οικονομικών συμφερόντων. Αυτές
οι ιδέες όχι μόνο ουτοπικές είναι, αλλά παραβλέπουν και το γεγονός ότι οι
αντιφατικές, οι συναισθηματικά φορτισμένες και παραπλανητικές ειδήσεις,
αποτελούν τον πυρήνα της ουσίας της πολιτικής.
Ελέγχοντας τη ροή του «ποιος» και «τι» περνάνε μέσα από τις πύλες της
δημόσιας πληροφόρησης, τα Μέσα αποκτούν τεράστια δύναμη στο πολιτικό
σύστημα. Φανταστείτε τι επίδραση θα είχατε σε οποιαδήποτε κατάσταση αν
ελέγχατε το ποιος μιλάει, πόσο μιλάει, πόσο αξιόπιστη ήταν η παρουσίαση και
για ποιο θέμα θα μιλήσει. Ο κόσμος θα σας αποκαλούσε τύραννο ή δικτάτορα.
Κανένας όμως δεν θεωρεί τις ειδήσεις τυραννικές ή δικτατορικές. Οι
δημοσιογράφοι ασκούν την εξουσία τους με ένα χαμηλό σε ένταση τρόπο που
δείχνει ότι δεν παίρνουν το μέρος κανενός. Η εικόνα της ουδετερότητας
επιτυγχάνεται γράφοντας τις ειδήσεις με έναν τρόπο, ώστε να εκφράζονται
παραδοσιακά πολιτικά πιστεύω και το κάνουν ήσυχα και σε συμφωνία με τα
πρότυπα του μέσου πολίτη για το πως πρέπει να λειτουργεί η δημοκρατία, ποιες
φωνές πρέπει να ακούγονται δημόσια και τι επιτρέπεται να λένε.
Εικάζεται, εύλογα, ότι η επικοινωνία οργανώνεται έτσι ώστε να τελείται μόνο
η μετάδοση των επιθυμητών μηνυμάτων και να μονοπωλείται η άσκηση της
επιρροής από τις άρχουσες οικονομικο-πολιτικές ελίτ. Εν ολίγοις,
αντιλαμβάνονται την επικοινωνία ως όχημα χειραγώγησης και προπαγάνδας.
Τις τελευταίες ημέρες ταλανίζει την πολιτική επικαιρότητα, η περίφημη έκθεση
των καταξιωμένων ιατρών Τσιόδρα-Λύτρα που υποστηρίζει ότι υπάρχει μεγάλο
ποσοστό θνητότητας ασθενών εκτός ΜΕΘ και λόγω της μη ενίσχυσης του δημόσιου
συστήματος υγείας, χάθηκαν αδίκως χιλιάδες συνάνθρωποι μας. Είναι μια έκθεση
που κοινοποιήθηκε στους αρμοδίους, από τον περασμένο Μάϊο.
Κατά ένα «παράδοξο» τρόπο, παρότι πρόκειται για ένα κρίσιμο ζήτημα για
πληροφόρηση και προβολή του, απουσιάζει από την πλειοψηφία των συστημικών
ΜΜΕ και φαίνεται να υπάρχει απόφαση να «αφανιστεί» από την δημοσιότητα. Δεν
πρέπει να εκφεύγει της προσοχής μας, ότι αν υπήρχε ανάλογη υπόθεση σε μια
δημοκρατική και ευνομούμενη χώρα της υφηλίου, θα υπήρχαν μαζικές παραιτήσεις
κυβερνητικών αξιωματούχων, αν όχι της ίδιας της κυβέρνησης.
Είναι λυπηρό να κατεβάζουμε τις ειδήσεις από το δημοκρατικό βάθρο και να τις
υποβιβάζουμε σε ένα ασύνδετο, ασυνάρτητο κοινωνικό προϊόν. Η αναγνώριση του
ότι δεν υπάρχει εγγύηση πως οι ειδήσεις εξυπηρετούν τις ανάγκες της
δημοκρατίας γεννάει ένα ανησυχητικό ερώτημα: γιατί το κοινό και οι επίσημες
αρχές δεν ασχολούνται σχεδόν καθόλου με μια συζήτηση με σκοπό να
επαναπροσδιορίσουν και να βελτιώσουν αυτό το σημαντικό προϊόν, ώστε να
μπορεί να υπηρετεί τις ενημερωτικές ανάγκες της δημοκρατίας;
* Δικηγόρος-Ιστορικός
0 Σχόλια