Οι κυβερνητικοί ακολουθούν τη γνώριμη μέθοδο της στήριξης των
προωθούμενων αποφάσεων, χωρίς ωστόσο να δίνουν ιδιαίτερες μάχες για την
υλοποίησή τους
Στο ποδόσφαιρο πολλές φορές ακούμε «πέταξε την μπάλα στην εξέδρα». Συνήθως
αυτό συμβαίνει κατά την εξέλιξη μιας δύσκολης φάσης. Και προκειμένου να
αποφευχθούν τα δυσάρεστα, επιλέγεται η πιο ανώδυνη κίνηση.
Τηρουμένων των αναλογών, κάτι τέτοιο παρατηρείται και στην προσωπική και
δημόσια ζωή. Αρκετά συχνά, κάποιοι προτιμούν να μη μιλούν ευθέως, αλλά διά
της τεθλασμένης. Κάπως έτσι η θολή και αμφίσημη συμπεριφορά τους γίνεται
στάση ζωής.
Μάλιστα, όταν βρεθούν μπροστά σε ζόρικες καταστάσεις, καταφεύγουν σε
διφορούμενο λόγο και αντιφατικές πράξεις. Με αυτόν τον τρόπο θεωρούν πως θα
μπορέσουν να ικανοποιήσουν τους πάντες. Ακόμη κι αν όλοι αντιλαμβάνονται ότι
η πρακτική τους υπαγορεύεται από ανομολόγητες επιδιώξεις. Και το χειρότερο,
μερικές φορές δεν απέχει πολύ από την εξαπάτηση.
Στο πεδίο της πολιτικής κυρίαρχη είναι η προσπάθεια ορισμένων να μετακυλούν
τη συζήτηση σε περισσότερο πρόσφορα γι’ αυτούς ζητήματα. Είτε γιατί
αρνούνται να πάρουν καθαρή θέση σε επίμαχα προβλήματα. Είτε διότι
σκαρφίζονται διάφορα τεχνάσματα για να κρυφθούν. Ανάλογα, βέβαια, από ποια
πλευρά στέκεται ο καθένας.
Οι κυβερνητικοί ακολουθούν τη γνώριμη μέθοδο της στήριξης των προωθούμενων
αποφάσεων, χωρίς ωστόσο να δίνουν ιδιαίτερες μάχες για την υλοποίησή τους.
Από τη μια δεν θέλουν να πάνε κόντρα σε κεντρικές επιλογές. Κι από την άλλη
σφυρίζουν αδιάφορα για ψηφοθηρικούς και μικροπολιτικούς λόγους. Οι
περιπτώσεις είναι πολλές. Κορυφαία, η σιωπηρή ανοχή κάποιων βουλευτών της
συμπολίτευσης απέναντι στους αντιεμβολιαστές. Στο πρόσωπό τους βλέπουν εν
δυνάμει ψηφοφόρους.
Το ίδιο πράττουν και ως προς τις μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στην Παιδεία,
στην Εργασία, στην Ενέργεια. Αν και η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών έχει την
αποδοχή της συντριπτικής πλειονότητας της κοινής γνώμης, εκείνοι
αποφεύγουν να την υποστηρίξουν, φοβούμενοι ότι θα έρθουν σε αντίθεση με τις
ποικιλώνυμες συντεχνίες, καθώς και με όσους αντιδρούν στη μείωση των
εισακτέων στα πανεπιστήμια.
Άλλο παράδειγμα είναι το Πρόγραμμα Απολιγνιτοποίησης. Μολονότι το ψήφισαν,
οι περισσότεροι στις περιφέρειές τους συντάσσονται με τις μικρές μειοψηφίες
των διαφωνούντων στο φιλόδοξο σχέδιο του Κυριάκου Μητσοτάκη για στροφή στις
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Τη στιγμή δε που η κλιματική κρίση έχει ήδη
ενσκήψει, εμφανίζοντάς μας μια νέα ζοφερή πραγματικότητα.
Την τακτική να «πετούν την μπάλα αλλού» μετέρχονται οι αντιπολιτευόμενοι.
Μόνιμη επωδός τους, οι κατηγορίες περί διχασμού των πολιτών. Εγκαλούν την
κυβέρνηση για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τους αρνητές των
εμβολίων. Φαίνεται να συμμερίζονται την αντίδρασή τους, επιδεικνύοντας
υπέρμετρη κατανόηση. Αντιστρατεύονται την ατομική ευθύνη, επειδή πιστεύουν
πως η επίκλησή της ευνοεί τα σχέδια των κυβερνώντων.
Αποκαλυπτική υπήρξε και η στάση που κράτησαν ως προς τις αλλαγές στον χώρο
της Παιδείας. Ταύτισαν την αξιολόγηση με την προώθηση ημετέρων. Τη
θεσμοθέτηση της κατώτατης βάσης στις πανελλαδικές εξετάσεις με την
εξυπηρέτηση των ιδιωτικών ΙΕΚ. Σε κάθε κυβερνητική πρωτοβουλία αντικρίζουν
το φάντασμα του νεοφιλελευθερισμού και της άκρατης υποστήριξης των ισχυρών
επιχειρηματικών ομίλων. Το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί γι’ αυτούς τον ιμάντα
του μεγάλου ιδιωτικού κεφαλαίου. Οι πράσινες ευαισθησίες τους, τις οποίες
διατυμπανίζουν, δεν έχουν πρακτικό αντίκρισμα.
Τον ανορθολογισμό, ο οποίος εναντιώνεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
δεν τον ανέχονται απλώς, αλλά τον πλειοδοτούν όπου έχει εστίες έκφρασης.
Επώνυμα στελέχη τους κυκλοφορούν αγκαζέ με όλους εκείνους που σχεδιάζουν
αντάρτικα στις πόλεις και στα βουνά, κατά της ηλιακής και αιολικής
ενέργειας. Οι δε ηγεσίες τους «την κάνουν γαργάρα», κατά τα κοινώς λεγόμενα.
Παρά την πολύχρονη οικονομική κρίση και την τωρινή υγειονομική, οι
παθογένειες της πολιτικής ζωής παραμένουν κραταιές. Συμπολιτευόμενες και
αντιπολιτευόμενες δυνάμεις, στην πλειονότητά τους, αποφεύγουν τη διατύπωση
καθαρών πολιτικών θέσεων. Περιορίζονται σε γενικολογίες και διακηρύξεις. Δεν
παρέχουν την απαιτούμενη στήριξη σε αυτονόητες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις.
Προτάσσουν για άλλη μια φορά το προσωπικό και κομματικό όφελος, έχοντας το
βλέμμα στραμμένο στις εκλογικές τους δεξαμενές. Με στρογγυλεμένο πολιτικό
λόγο εννοούν τα πάντα χωρίς να λένε τίποτα. Με φληναφήματα επιχειρούν να
καλλιεργήσουν προσδοκίες ή να διασκεδάσουν εντυπώσεις.
0 Σχόλια