Ευοίωνο και θετικό μοιάζει να είναι το διεθνές και το εθνικό κλίμα για την οικονομία σύμφωνα με τις προβλέψεις του Παγκόσμιου Τύπου και των Χρηματοοικονομικών Μεγάλων Οίκων. Μοιάζει, αλλά πόσο στ’ αλήθεια είναι; Για να μην κάνουμε το λάθος που έκανε ο… λαίμαργος ποντικός που είδε το τυρί, αλλά δεν είδε τη φάκα, θα πρέπει να μη βιαστούμε να χαρούμε, αλλά να μελετήσουμε όλους τους παράγοντες.
Γράφει ο Παναγιώτης Κόκκορης *
Στην πραγματικότητα οι συνθήκες που διαμορφώνονται για τα δύο επόμενα χρόνια 2022 και 2023 στην ελληνική οικονομία μόνο απλές δεν είναι και η ρεαλιστική τους απεικόνιση μπορεί να γίνει μόνο αν απλωθούν όλα τα δεδομένα στον χάρτη της έρευνας και της επιστημονικής ανάλυσης. Η σωστή ανάγνωση για την ελληνική οικονομία και οι όποιες προβλέψεις για το εγγύς, αλλά και το μεσοπρόθεσμο μέλλον βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τρεις βασικούς παράγοντες:
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ (ο κύριος και βασικός) αφορά την ΑΝΑΠΤΥΞΗ και φαίνεται ότι τουλάχιστον για φέτος και ως το 2022 είναι σε καλό δρόμο. Ο τουρισμός πηγαίνει καλύτερα σε σχέση με το 2020, λόγω των χαμηλών επιτοκίων το Δημόσιο Χρέος είναι διαχειρίσιμο, δεν υπάρχει μέχρι και το 2022 ασφυκτική δημοσιονομική πειθαρχία και μέτρα κατά των ελλειμμάτων, το ευρωομόλογο κινείται και αυτό εντυπωσιακά (μέρισμα κερδίζει και η χώρα μας), όλο το διεθνές περιβάλλον έχει ανοδική πορεία γεγονός που επηρεάζει επίσης θετικά τις εξαγωγές μας.
Ως εδώ καλά! Το… δωρεάν τυρί στο πιάτο μοιάζει ελκυστικό και ότι μπορεί ο καθένας να το απολαύσει χωρίς κινδύνους. Είναι όμως πράγματι έτσι;
Πρέπει να καταλάβουμε ότι στην εποχή μας, μια εποχή πλήρως παγκοσμιοποιημένη, όπως απέδειξε εξάλλου και η ταχύτητα εξάπλωσης της πανδημίας, σε μια εποχή που η οικονομία και το κέρδος έχουν υπερκεράσει την πολιτική και πολλές φορές και την ίδια την κοινωνία, τίποτε δεν είναι δωρεάν εκτός ίσως από το… τυρί στην φάκα!
Συνεπώς αφού είδαμε το τυρί, ας ψάξουμε να βρούμε τη φάκα, που όσο καλά κι αν είναι κρυμμένη δεν παύει να μας απειλεί.
Πριν εξετάσουμε τι μέλλει γενέσθαι το κρίσιμο 2023, όταν οι συνθήκες θα αλλάξουν δραματικά καθώς αναμένεται τα χαμηλά επιτόκια να μετατραπούν σε υψηλά, γεγονός που θα αλλάξει πλήρως την εικόνα εξυπηρέτησης του εθνικού χρέους, ας δούμε τη σκοτεινή πλευρά του άμεσου μέλλοντος. Στο σημείο αυτό να σημειωθεί παρά τις ευοίωνες για το τρέχον και το επόμενο έτος προοπτικές ότι η γενική εικόνα είναι αρκετά έως πολύ ανησυχητική: το δημοσιονομικό έλλειμμα με βάση την ΕΛΣΤΑΤ ανήλθε στο 9,7 % του ΑΕΠ το 2020, ενώ το δημόσιο χρέος παραμένει ακλόνητο στα 341 δις ευρώ και στο 205,6%του Α.Ε.Π. Η συγκριτική –επί το χείρον- διαφορά με άλλες χώρες που έχουν την ίδια εικόνα των ελλειμμάτων στην ευρωπαϊκή ένωση, είναι ότι η Ελλάδα επιβαρύνεται από το υπερβολικά υψηλό δημόσιο χρέος και από ένα παρελθόν μνημονίων με πολύ μικρότερα δημοσιονομικά μεγέθη.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος όμως για την περίοδο που διανύουμε (2021, αλλά και το 2022) έχει να κάνει αφενός με τους άλλους δύο (τους έμμεσους) παράγοντες που επηρεάζουν την οικονομία -συνεπώς και τους δείκτες της ανάπτυξης.
Ο ΕΝΑΣ αφορά την εσωτερική -κατά κάποιο τρόπο – απειλή της πανδημίας. Δυστυχώς παρά την καλή αρχική εκκίνηση, σήμερα οι αριθμοί σταμάτησαν να μας ευνοούν. Η Ελλάδα η οποία στο πρώτο κύμα της πανδημίας είχε τις καλύτερες επιδόσεις στην Ευρώπη (με τον χαμηλότερο αριθμό θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκων) σήμερα βρίσκεται στην 20η θέση! Με 580 θανάτους/εκατομμύριο κατοίκων όταν στην Ευρώπη ο μέσος όρος είναι 433, βρισκόμαστε σε καλύτερη θέση μόνο συγκριτικά με τα βαλκάνια και κάποιες πρώην κομμουνιστικές χώρες όταν η Ισπανία, που ήταν σε δεινή θέση τους έχει περιορίσει στους 243, ενώ η Βρετανία σε 76, η Πορτογαλία σε 77 και το Ισραήλ σε 73!
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ παράγοντας είναι η εξωτερική απειλή και αφορά τις διαρκώς αυξανόμενες απαιτήσεις της Τουρκίας, γεγονός που σημαίνει ότι και οι ανάγκες για την διαρκή ενίσχυση της άμυνας, συνεπώς και για την αιμορραγία της οικονομίας προς αυτή την κατεύθυνση θα συνεχιστεί. Βεβαίως η ελληνική διπλωματία έχει στο πλευρό της τη Γαλλία του Μακρόν και τις ΗΠΑ του Μπάϊντεν, αλλά όλοι γνωρίζουμε ότι οι συνθήκες στην εξωτερική πολιτική είναι μια ρουλέτα, ένας τζόγος που πολλές φορές έχει απρόβλεπτες συνέπειες.
Το συμπέρασμα είναι ότι και τώρα, αλλά και μετά, όταν έρθει το κρίσιμο 2023 όπου το σίγουρο είναι ότι τα υψηλά επιτόκια θα μας περιορίσουν πολύ, ένας είναι ο πραγματικός σύμμαχός μας και μόνο σε αυτόν μπορούμε να βασιστούμε: στον Έλληνα και στην Ελληνική Οικονομία! ΑΥΤΗ πρέπει να στηρίξουμε με όλες μας τις δυνάμεις, σε ΑΥΤΟΝ πρέπει να δώσουμε τα κίνητρα και τα εφόδια να προχωρήσει μπροστά. Αν υπάρχει κάτι που οφείλουμε και πρέπει να κάνουμε – και μπορούμε να το κάνουμε αν κινηθούμε σωστά- είναι να παράγουμε σε υψηλότερους και ποιοτικότερους ρυθμούς από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Το πώς θα το πετύχουμε θα το αναλύσω προσεχώς σε ένα επόμενο άρθρο μου, το ότι μπορούμε να το πετύχουμε θα το υποστηρίξω επικαλούμενος τη ρήση του μεγάλου συγγραφέα μας Νίκου Καζαντάκη – αν και θα προτιμούσα η κατάσταση να μην φτάσει ποτέ μέχρι εκεί- ότι “οι Έλληνες είναι ικανοί για το καλύτερο, όταν τα πράγματα έχουν φτάσει στο… χειρότερο”.
* Ο κ. Παναγιώτης Κόκκορης είναι Οικονομολόγος – Πρώην ΓΓ Κοιν Ασφαλίσεων ΥΠ-Εργασίας
Στην πραγματικότητα οι συνθήκες που διαμορφώνονται για τα δύο επόμενα χρόνια 2022 και 2023 στην ελληνική οικονομία μόνο απλές δεν είναι και η ρεαλιστική τους απεικόνιση μπορεί να γίνει μόνο αν απλωθούν όλα τα δεδομένα στον χάρτη της έρευνας και της επιστημονικής ανάλυσης. Η σωστή ανάγνωση για την ελληνική οικονομία και οι όποιες προβλέψεις για το εγγύς, αλλά και το μεσοπρόθεσμο μέλλον βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τρεις βασικούς παράγοντες:
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ (ο κύριος και βασικός) αφορά την ΑΝΑΠΤΥΞΗ και φαίνεται ότι τουλάχιστον για φέτος και ως το 2022 είναι σε καλό δρόμο. Ο τουρισμός πηγαίνει καλύτερα σε σχέση με το 2020, λόγω των χαμηλών επιτοκίων το Δημόσιο Χρέος είναι διαχειρίσιμο, δεν υπάρχει μέχρι και το 2022 ασφυκτική δημοσιονομική πειθαρχία και μέτρα κατά των ελλειμμάτων, το ευρωομόλογο κινείται και αυτό εντυπωσιακά (μέρισμα κερδίζει και η χώρα μας), όλο το διεθνές περιβάλλον έχει ανοδική πορεία γεγονός που επηρεάζει επίσης θετικά τις εξαγωγές μας.
Ως εδώ καλά! Το… δωρεάν τυρί στο πιάτο μοιάζει ελκυστικό και ότι μπορεί ο καθένας να το απολαύσει χωρίς κινδύνους. Είναι όμως πράγματι έτσι;
Πρέπει να καταλάβουμε ότι στην εποχή μας, μια εποχή πλήρως παγκοσμιοποιημένη, όπως απέδειξε εξάλλου και η ταχύτητα εξάπλωσης της πανδημίας, σε μια εποχή που η οικονομία και το κέρδος έχουν υπερκεράσει την πολιτική και πολλές φορές και την ίδια την κοινωνία, τίποτε δεν είναι δωρεάν εκτός ίσως από το… τυρί στην φάκα!
Συνεπώς αφού είδαμε το τυρί, ας ψάξουμε να βρούμε τη φάκα, που όσο καλά κι αν είναι κρυμμένη δεν παύει να μας απειλεί.
Πριν εξετάσουμε τι μέλλει γενέσθαι το κρίσιμο 2023, όταν οι συνθήκες θα αλλάξουν δραματικά καθώς αναμένεται τα χαμηλά επιτόκια να μετατραπούν σε υψηλά, γεγονός που θα αλλάξει πλήρως την εικόνα εξυπηρέτησης του εθνικού χρέους, ας δούμε τη σκοτεινή πλευρά του άμεσου μέλλοντος. Στο σημείο αυτό να σημειωθεί παρά τις ευοίωνες για το τρέχον και το επόμενο έτος προοπτικές ότι η γενική εικόνα είναι αρκετά έως πολύ ανησυχητική: το δημοσιονομικό έλλειμμα με βάση την ΕΛΣΤΑΤ ανήλθε στο 9,7 % του ΑΕΠ το 2020, ενώ το δημόσιο χρέος παραμένει ακλόνητο στα 341 δις ευρώ και στο 205,6%του Α.Ε.Π. Η συγκριτική –επί το χείρον- διαφορά με άλλες χώρες που έχουν την ίδια εικόνα των ελλειμμάτων στην ευρωπαϊκή ένωση, είναι ότι η Ελλάδα επιβαρύνεται από το υπερβολικά υψηλό δημόσιο χρέος και από ένα παρελθόν μνημονίων με πολύ μικρότερα δημοσιονομικά μεγέθη.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος όμως για την περίοδο που διανύουμε (2021, αλλά και το 2022) έχει να κάνει αφενός με τους άλλους δύο (τους έμμεσους) παράγοντες που επηρεάζουν την οικονομία -συνεπώς και τους δείκτες της ανάπτυξης.
Ο ΕΝΑΣ αφορά την εσωτερική -κατά κάποιο τρόπο – απειλή της πανδημίας. Δυστυχώς παρά την καλή αρχική εκκίνηση, σήμερα οι αριθμοί σταμάτησαν να μας ευνοούν. Η Ελλάδα η οποία στο πρώτο κύμα της πανδημίας είχε τις καλύτερες επιδόσεις στην Ευρώπη (με τον χαμηλότερο αριθμό θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκων) σήμερα βρίσκεται στην 20η θέση! Με 580 θανάτους/εκατομμύριο κατοίκων όταν στην Ευρώπη ο μέσος όρος είναι 433, βρισκόμαστε σε καλύτερη θέση μόνο συγκριτικά με τα βαλκάνια και κάποιες πρώην κομμουνιστικές χώρες όταν η Ισπανία, που ήταν σε δεινή θέση τους έχει περιορίσει στους 243, ενώ η Βρετανία σε 76, η Πορτογαλία σε 77 και το Ισραήλ σε 73!
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ παράγοντας είναι η εξωτερική απειλή και αφορά τις διαρκώς αυξανόμενες απαιτήσεις της Τουρκίας, γεγονός που σημαίνει ότι και οι ανάγκες για την διαρκή ενίσχυση της άμυνας, συνεπώς και για την αιμορραγία της οικονομίας προς αυτή την κατεύθυνση θα συνεχιστεί. Βεβαίως η ελληνική διπλωματία έχει στο πλευρό της τη Γαλλία του Μακρόν και τις ΗΠΑ του Μπάϊντεν, αλλά όλοι γνωρίζουμε ότι οι συνθήκες στην εξωτερική πολιτική είναι μια ρουλέτα, ένας τζόγος που πολλές φορές έχει απρόβλεπτες συνέπειες.
Το συμπέρασμα είναι ότι και τώρα, αλλά και μετά, όταν έρθει το κρίσιμο 2023 όπου το σίγουρο είναι ότι τα υψηλά επιτόκια θα μας περιορίσουν πολύ, ένας είναι ο πραγματικός σύμμαχός μας και μόνο σε αυτόν μπορούμε να βασιστούμε: στον Έλληνα και στην Ελληνική Οικονομία! ΑΥΤΗ πρέπει να στηρίξουμε με όλες μας τις δυνάμεις, σε ΑΥΤΟΝ πρέπει να δώσουμε τα κίνητρα και τα εφόδια να προχωρήσει μπροστά. Αν υπάρχει κάτι που οφείλουμε και πρέπει να κάνουμε – και μπορούμε να το κάνουμε αν κινηθούμε σωστά- είναι να παράγουμε σε υψηλότερους και ποιοτικότερους ρυθμούς από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Το πώς θα το πετύχουμε θα το αναλύσω προσεχώς σε ένα επόμενο άρθρο μου, το ότι μπορούμε να το πετύχουμε θα το υποστηρίξω επικαλούμενος τη ρήση του μεγάλου συγγραφέα μας Νίκου Καζαντάκη – αν και θα προτιμούσα η κατάσταση να μην φτάσει ποτέ μέχρι εκεί- ότι “οι Έλληνες είναι ικανοί για το καλύτερο, όταν τα πράγματα έχουν φτάσει στο… χειρότερο”.
* Ο κ. Παναγιώτης Κόκκορης είναι Οικονομολόγος – Πρώην ΓΓ Κοιν Ασφαλίσεων ΥΠ-Εργασίας
Πηγή Το Βήμα
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια