Η αγωνία ενός πολιτικού στην «δύση» της πορείας του να προστατεύσει την υστεροφημία του ,όταν μάλιστα αμφιλεγόμενες στιγμές για την πορεία της χώρας συνδέθηκαν με το όνομα του, είναι θεμιτή.
Δεκαεπτά (17) χρόνια μετά την απόσυρση του Κώστα Σημίτη από την πολιτική και μετά από μια οκταετή θητεία στην πρωθυπουργία της χώρας, κυκλοφορεί μια έκδοση με τίτλο «Η στρατηγική του Ελσίνκι, 20+1 χρόνια μετά», όπου με πρώτο τον πρώην πρωθυπουργό, πρωταγωνιστές της εποχής επιχειρούν να προβάλουν την Σύνοδο Κορυφής του Ελσίνκι ως «μια επιτυχία που δεν ολοκληρώθηκε».
Είναι προφανές ότι τα Ίμια, το «ευχαριστώ» στους Αμερικανούς, η τραγική για τα εθνικά συμφέροντα συμφωνία απεμπλοκής στα ΄Ιμια, με την εγκατάλειψη της ελληνικής σημαίας στην τύχη του «ανέμου, η υπογραφή της Συμφωνίας της Μαδρίτης με το γκριζάρισμα του Αιγαίου και νομιμοποίηση των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο, η απόφαση του Ελσίνκι που αποδέχθηκε και σε ευρωπαϊκό επίπεδο την ύπαρξη «συνοριακών διαφορών» έναντι της αίολης αναφοράς σε δυνητική παραπομπή στην Χάγη, η διαδικασία των διερευνητικών που ακολούθησε που κατ΄ ομολογία των πρωταγωνιστών είχε μετατραπεί σε διαπραγμάτευση των ελληνικών χωρικών υδάτων με την Τουρκία και τέλος η δέσμευση ότι θα επιβάλλονταν στην Κύπρο το Σχέδιο Ανάν, είναι ένα κεφάλαιο που πολλοί θέλουν να διαγραφεί από την ιστορική μνήμη.
΄Η τουλάχιστον να διαστρεβλωθεί το περιεχόμενο του ώστε να εμφανισθεί όλη αυτή η αλληλουχία ότι θα κατέληγε σε μεγάλη και περηφανή εθνική νίκη, την οποία όμως ατυχώς δεν θέλησαν να …εισπράξουν ο Κώστας Καραμανλής και ο Πέτρος Μολυβιάτης και χάθηκε έτσι η «ιστορική ευκαιρία» που είχε δήθεν διαμορφώσει ο Κώστας Σημίτης.
Η Ιστορία και τα γεγονότα, είναι αμείλικτα και μετά από τόσα χρόνια είναι όλα γνωστά.
Η ατολμία στον χειρισμό της κρίσης των Ιμίων, το φοβικό σύνδρομο του τότε πρωθυπουργού, η ευκολία με την οποία δέχθηκε την συμφωνία για γκριζάρισμα των Ιμίων, με την Συμφωνία απεμπλοκής των Αμερικανών, η ελαφρότητα με την οποία έσπευσε να αποδεχθεί την αναγνώριση των «νόμιμων και ζωτικών συμφερόντων της Τουρκίας στο Αιγαίο» και την αποδοχή πρακτικά του casus belli με την δέσμευση αποφυγής «μονομερών ενεργειών» όπως θεωρούσε η Τουρκία το δικαίωμα της χώρας για επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων της δεν καλύπτονται με εφευρήματα της στιγμής.
Ο κ. Σημίτης δεν οδήγησε, αλλά παγιδεύτηκε στο Ελσίνκι υπό την πίεση όσων είχαν προηγηθεί. Και αποδέχθηκε το καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρας για την Τουρκία χωρίς να έχει υπάρξει καμία υπαναχώρηση από την χώρα αυτή, αντιθέτως υπήρξε σε ευρωπαϊκό επίπεδο αναγνώριση ύπαρξης «συνοριακών διαφορών». Το υποτιθέμενο «αντάλλαγμα» της αποσύνδεσης της λύσης του Κυπριακού από την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε., είχε υποθηκευτεί με την δέσμευση ότι θα προχωρήσει και θα καταλήγει σε λύση το Σχέδιο Ανάν…
Υποστηρίζει ο πρώην πρωθυπουργός στο άρθρο που δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ, ότι τον Δεκέμβριο του 2004 στην Σύνοδο Κορυφής εγκαταλείφθηκε η στρατηγική του από τον Κώστα Καραμανλή και τον Πέτρο Μολυβιάτη και έτσι δεν …κερδίσαμε την παραπομπή στην Χάγη των ελληνοτουρκικών «συνοριακών διαφορών». Πέραν τη κριτικής που μπορεί να ασκηθεί για την αδράνεια ή την αποστροφή σε λύσεις του Κυπριακού και των ελληνοτουρκικών με το καλημέρα μιας νέας κυβέρνησης κάθε άλλο παρά έχουν σχέση με την πραγματικότητα οι εικασίες του πρώην πρωθυπουργού.
Κατ’ αρχήν η απόφαση του Ελσίνκι προέβλεπε ότι το 2004 (μετά δηλαδή από πέντε χρόνια ανέφελης ευρωπαϊκής πορείας και εξωραϊσμού της Τουρκίας) σε περίπτωση που δεν είχε υπάρξει Συμφωνία, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα εξέταζε την παραπομπή των διαφορών στην Χάγη.. Όμως είναι γνωστό και σε πρωτοετή φοιτητή ότι η παραπομπή μιας διαφοράς στην Χάγη δεν αποφασίζεται από έναν διεθνή οργανισμό με τον οποίο μάλιστα η συγκεκριμένη χώρα, η Τουρκία, δεν έχει οργανική σχέση. Το περισσότερο που θα προσπαθούσε να επιτύχει ένας Έλληνας πρωθυπουργός στην Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου του 2004 θα ήταν ίσως μια απόφαση ευχολόγιο για την Χάγη και τίποτε περισσότερο.
Το λάθος της κυβέρνησης Καραμανλή ήταν φυσικά ότι δεν επέμεινε να εμποδίσει την συνέχιση της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε το περιβάλλον στο οποίο συνήλθε η Σύνοδος Κορυφής του Δεκεμβρίου 2004, οκτώ μήνες μετά το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν και την πανηγυρική απόρριψη του από τους Ελληνοκύπριους, κάτι που ο κ. Σημίτης δεν είχε υπολογίσει όταν ουσιαστικά έδινε την μάχη του για επίλυση του Κυπριακού το οποίο ήταν και το βασικό στοιχείο της απόφασης του 1999 για την αποσύνδεση της λύσης του Κυπριακού με την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.
Όσα βιβλία και εάν εκδοθούν, όσα άρθρα και γραφτούν τα γεγονότα δεν αλλάζουν. Η ελληνική σημαία δεν κυματίζει στα Ίμια, η Τουρκία έγινε υποψήφια προς ένταξη στην Ε.Ε. χωρίς να κάνει ένα βήμα πίσω από το casus belli και την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας και η Κύπρος θα ήταν σήμερα τουρκικό προτεκτοράτο με το Σχέδιο Ανάν για το οποίο έδωσε μάχη η τότε ελληνική ηγεσία, εάν δεν όρθωνε το ανάστημα του για μια ακόμη φορά ο κυπριακός ελληνισμός.
Όσο γι’ αυτό που διαβάσαμε στο άρθρο του Κώστα Σημίτη, το Ελσίνκι δεν ήταν «μια επιτυχία που δεν ολοκληρώθηκε», αλλά μάλλον ένα «συμβόλαιο» το οποίο ευτυχώς δεν εκτελέσθηκε ποτέ, όπως είχε σχεδιασθεί, με την αποδοχή του Σχεδίου Ανάν στην Κύπρο, την υποβολή στην έγκριση της Τουρκίας του μονομερούς δικαιώματος της Ελλάδας για επέκταση των χωρικών υδάτων της και παραπομπή με συνυποσχετικό στην Χάγη με τις ευλογίες της Ε.Ε., των «συνοριακών διαφορών» με την Ελλάδα…
Όσες προσπάθειες κι αν καταβληθούν, όσες επιχειρήσεις χειραγώγησης της κοινής γνώμης κι αν εκδηλωθούν, όσο κι αν παραποιηθούν τα γεγονότα, η Ιστορία δεν μπορεί να ξεγελασθεί….
Ειδικός συνεργάτης
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της
αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια