Ο πρόεδρος Ερντογάν καλείται να διορθώσει τα φάλτσα της πολιτικής του στο
εσωτερικό. Κατά γενική ομολογία, το δεύτερο εξάμηνο του 2021 θα είναι ακόμη
πιο απαιτητικό για τον τούρκο ηγέτη. Αρα, αν δεν βελτιώσει τις συνθήκες
εγκαίρως, η διαχείριση των ανοιχτών ζητημάτων θα είναι δυσχερέστερη.
Στο εσωτερικό, η μάχη είναι πολυδιάστατη και διασυνδεόμενη. Το ελλειμματικό
κράτος δικαίου, η ανελευθερία της έκφρασης, η καταπίεση των αντίθετων φωνών,
η εξάρτηση της δικαστικής από την εκτελεστική εξουσία, η υποβάθμιση του
ρόλου του κοινοβουλίου, οι διώξεις και οι φυλακίσεις που έχουν επιδράσει στη
λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, πρέπει με κάποιον τρόπο και έστω σε
σχετικό βαθμό να αναστραφούν. Για δύο λόγους: ώστε οι υποστηρικτές της
Τουρκίας στη Δύση να το χρησιμοποιήσουν ως ένδειξη αλλαγής κατεύθυνσης από
πλευράς του καθεστώτος Ερντογάν για να πιέσουν να του δοθεί συγχωροχάρτι
αλλά και προκειμένου να «μαλακώσουν» οι αγορές και να κατορθώσει η χώρα να
προσελκύσει και πάλι ξένες επενδύσεις, που είναι το οξυγόνο για την τουρκική
οικονομία. Σε αυτό ακριβώς αποσκοπούσε το σχέδιο δράσης ανθρωπίνων
δικαιωμάτων, με έμφαση στην ανεξιθρησκία και τις μειονότητες, που παρουσίασε
ο Ερντογάν την περασμένη Τρίτη – θα ακολουθήσουν και άλλες ανακοινώσεις στην
κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού, αν και σχεδόν όλες οι ενέργειές του
συνηγορούν για το αντίθετο. Για οικονομικούς λόγους, άλλωστε, χρειάζεται
καλά νέα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, σε διαφορετική περίπτωση δεν θα
αποκατασταθεί η απαραίτητη εμπιστοσύνη, που οδηγεί σε απόσυρση ή πάγωμα
επενδύσεων.
Στο σκέλος της κοινωνίας, οι αναταράξεις του περασμένου έτους, ειδικότερα η
υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, καθώς και η επιμονή Ερντογάν στα χαμηλά
επιτόκια κόντρα στην αύξηση του πληθωρισμού, οδήγησαν σε ανατίμηση πολλών
προϊόντων, κυρίως βασικών αγαθών, όπως το ψωμί και το γάλα, αλλά και σε
απώλειες στα εισοδήματα. Βέβαια, αυτή η κατάσταση εξελισσόταν από το 2016
και μετά, με αποτέλεσμα το κατά κεφαλήν εισόδημα να πέφτει συνεχώς από τότε,
μέχρι που σήμερα έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2007. Ενα ακόμη πρόβλημα
είναι η ανεργία και μάλιστα στους νέους το ποσοστό εκτινάσσεται στο 25%. Για
τη νέα γενιά, ο Ερντογάν είναι καθεστώς, καθώς το ΑΚΡ κυβερνά από το 2002
και οι αντιδράσεις για τον διορισμό του πρύτανη στο πανεπιστήμιο του
Βοσπόρου εξέφρασαν τη συσσωρευμένη οργή σε βάρος του.
Δημοσκοπικά ο τούρκος πρόεδρος πιέζεται. Το άθροισμα των ποσοστών του AKP
και του κόμματος του Μπαχτσελί υπολείπεται των αντίστοιχων των σχηματισμών
του συνόλου της αντιπολίτευσης, ενώ ο τούρκος πρόεδρος χάνει από τον Γιαβάς,
δήμαρχο της Αγκυρας και σε κάποιες μετρήσεις και από τον Ιμάμογλου, δήμαρχο
Κωνσταντινούπολης. Αυτό σημαίνει ότι οι «περιπέτειες» στο εγγύς εξωτερικό
(Συρία, Ιράκ, Ανατολική Μεσόγειος) και οι συνεχείς βερμπαλισμοί σε βάρος της
Δύσης δεν έχουν αποδώσει δημοσκοπικούς καρπούς. Ετσι, με εξαίρεση τον
«χαρτοπόλεμο» στο Αιγαίο και την προσπάθεια δειλής επαναπροσέγγισης με τη
Δύση, το ενδιαφέρον στρέφεται στους εμβολιασμούς και τον τουρισμό. Η ελπίδα
του Ερντογάν είναι ότι το κλίμα σε εσωτερικό και εξωτερικό μπορεί να
ανατραπεί τους επόμενους μήνες ώστε κατόπιν να προωθήσει τις αναγκαίες αλλά
αντιδημοφιλείς αποφάσεις προκειμένου να ανακάμψει η οικονομία.
* Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι εκτελεστικός διευθυντής ΙΔΙΣ &
αναλυτής του Ant1
0 Σχόλια