Με αφορμή την αγωγή Τσίπρα, τα στελέχη και οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ για μια ακόμα φορά μιλούν για ένα σύστημα ενημέρωσης στα χέρια των ολιγαρχών
Η αριστερά στον τόπο μας έχει μια μοναδική ικανότητα να στρώνει το χαλί σε πολιτικές που κατ’ εξοχήν εχθρεύεται. Ας πούμε με την πανεπιστημιακή αστυνομία. Κανείς δεν θα υποστηρίξει ότι είναι η ιδανική λύση. Για πολλούς, μαθημένους στις ιεροτελεστίες της μεταπολίτευσης, θα μοιάζει με ιεροσυλία. Πώς να συμβαδίσει το Πολυτεχνείο με τις ένστολες περιπολίες; Κι όμως, αν κάτι προκαλεί εντύπωση είναι το 63% των πολιτών που συμφωνεί. Ακόμα μεγαλύτερη εντύπωση όμως προκαλεί ο μεγάλος αριθμός των ίδιων των πανεπιστημιακών που στηρίζουν τις κυβερνητικές επιλογές. Είναι οι απαυδισμένοι που παρακολουθούν δεκαετίες τώρα, κάποιοι με οδυνηρές προσωπικές εμπειρίες, όλες αυτές τις ομάδες που διεκδικούν μια ιδιότυπη ασυλία σε παρανομίες ή συμπεριφορές που δεν έχουν καμία σχέση με τη διακίνηση των ιδεών. Από τη διαπόμπευση καθηγητών ως τη συστηματική υποβάθμιση και τις καταστροφές στους χώρους των πανεπιστημίων. Χωρίς αυτά τα φαινόμενα καμιά κυβέρνηση δεν θα τολμούσε να προτείνει τον σημερινό νόμο. Η αριστερά, ωστόσο, δεν παρακολουθούσε μόνο απαθής. Φρόντιζε να παρεμποδίζει κάθε προσπάθεια μέσα από την ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα να τα αντιμετωπίσει. Ήταν ζήτημα χρόνου να υπάρξει αντίδραση και οι οιμωγές για δεξιά παλινόρθωση ή επιστροφή στον αυταρχισμό, απλώς δεν συγκινούν πια κανέναν.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τα μέσα ενημέρωσης. Με αφορμή την αγωγή Τσίπρα, τα στελέχη και οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ για μια ακόμα φορά μιλούν για ένα σύστημα ενημέρωσης στα χέρια των ολιγαρχών. Ποιοι όμως πολέμησαν το παλιό σύστημα και ποιοι εργάστηκαν για να αναδείξουν τους νέους ολιγάρχες του τύπου; Πολλά από όσα έγιναν θα είχαν ίσως γίνει έτσι κι αλλιώς. Η κρίση στον τύπο δεν είχε προηγούμενο. Η αριστερά, ωστόσο, -όχι μόνη της, είναι αλήθεια- έκανε ό,τι μπορούσε για να πλήξει την αξιοπιστία των εφημερίδων και της τηλεόρασης. Το παράδοξο είναι ότι ως την οικονομική κρίση, τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης ήταν δυσανάλογα ανοιχτά στην αριστερά. Στις περισσότερες εφημερίδες ένας σημαντικός αριθμός δημοσιογράφων και αρθρογράφων προερχόταν από τις τάξεις της, ενώ και η κάλυψη των κομμάτων της αριστεράς δεν είχε καμιά σχέση με την εκλογική τους δύναμη. Για τους παλιούς αριστερούς αυτό ήταν ένα στοιχείο υπερηφάνειας. Θωρούσαν ότι μαρτυρούσε την απήχηση των ιδεών τους. Όταν όμως τα παλιά συγκροτήματα έκλεισαν, οι ίδιοι που σήμερα είναι στα κάγκελα, τότε πανηγύριζαν.
Δεν ξέρω σε ποιο βαθμό φταίνε οι ειδικές συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα, η αριστερή ιδεολογία ή τα πρόσωπα γι’ αυτή την αυτοκαταστροφικότητα. Αυτό που μένει όμως είναι μια νοοτροπία ρεσάλτου, είτε πρόκειται για την προστασία των δικών μας φέουδων στην παιδεία, είτε για τη δημιουργία δικών μας βαρόνων στα μίντια. Η αριστερή πολιτική αρχίζει και τελειώνει εκεί, χωρίς την παραμικρή προγραμματική αντίληψη. Δεν υπάρχει πρόταση, μόνο αντίδραση, καμιά προσπάθεια σύνθεσης ή συνεννόησης. Φυσικά όλα αυτά ντυμένα με την απαραίτητη θεωρητική θολούρα. Έτσι η παιδεία είναι πρωτίστως χώρος παραγωγής κοινωνικής συνείδησης. Πώς θα μάθουν τα παιδιά γράμματα, από πού θα προκύψει η καινοτομία χωρίς την αριστεία, πώς θα δεθεί το πανεπιστήμιο με την ανάπτυξη, ούτε κουβέντα. Όσο για τα μέσα ενημέρωσης είναι εξ ορισμού μέρος του συστήματος, μέσα χειραγώγησης των πολιτών, δημιουργοί fake news. Το ότι σε αυτή την κριτική συμπίπτουν με τον Τραμπ και τους δεξιούς συνωμοσιολόγους δεν τους απασχολεί. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα είναι φυσικό να βρίσκεις παντού εχθρούς. Και βέβαια να νομίζεις ότι λειτουργείς έξω από το σύστημα, όταν στην πραγματικότητα το σύστημα θέλεις να είσαι εσύ. Όπως έγραψε πρόσφατα μια εφημερίδα, ο ΣΥΡΙΖΑ του 4% είναι εδώ.
0 Σχόλια