Οι πολιτικές ηγεσίες ανά τον κόσμο πρέπει να δράσουν άμεσα για να αποτρέψουν την κυοφορούμενη κρίση χρέους που μπορεί να καταστρέψει τις οικονομίες τους όταν θα έχει λήξει η πανδημία. Την έκκληση αυτή απευθύνουν στις πολιτικές ηγεσίες ανά τον κόσμο δύο πρώην κεντρικοί τραπεζίτες ο Μάριο Ντράγκι, τέως πρόεδρος της ΕΚΤ και ο Ραγκουράμ Ρατζάν, πρώην επικεφαλής της Τράπεζας της Ινδίας. Τη διατυπώνουν μέσω έκθεσης σχετικής με την αντιμετώπιση της κρίσης την οποία εξεπόνησε η G30, ομάδα οικονομολόγων και ηγετικών στελεχών του χρηματοπιστωτικού κλάδου που εμβαθύνει στην κατανόηση παγκόσμιων προβλημάτων.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της εν λόγω έκθεσης, ο τεράστιος όγκος ρευστότητας που προσφέρθηκε στις οικονομίες, προκειμένου να αποτρέψει πτωχεύσεις εταιρειών, δεν είναι βιώσιμος. Οι συντάκτες της προειδοποιούν, έτσι, πως ανοίγεται μπροστά σε όλες τις οικονομίες ο «γκρεμός» της υπερχρέωσης και βρίσκεται πολύ κοντά μας καθώς εξαντλείται η χρηματοδότηση των προγραμμάτων στήριξης και συσσωρεύονται ζημίες.
«Η κρίση υπερχρέωσης υπονομεύει ήδη την ισχύ των επιχειρήσεων σε πολλές χώρες», τονίζει η έκθεση. Κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, υπογραμμίζοντας πως το πρόβλημα είναι χειρότερο από όσο φαίνεται στην επιφάνεια, καθώς «καλύπτουν την κλίμακά του, αφενός η εκτεταμένη ρευστότητα και αφετέρου, η σύγχυση που προκαλεί η άνευ προηγουμένου φύση της τρέχουσας κρίσης». Συνιστά, έτσι, στις πολιτικές ηγεσίες να κινηθούν με άξονες τρεις βασικές αρχές:
Πρώτα απ’ όλα να διασφαλίσουν τη μακροπρόθεσμη υγεία των επιχειρήσεων που προϋποθέτει τη μετάβαση από την οριζόντια στήριξη σε όλον ανεξαιρέτως τον κλάδο, στις στοχευμένες δράσεις.
Δεύτερον, να μεριμνήσουν για την κάλλιστη αξιοποίηση των πόρων κατά τον πλέον παραγωγικό τρόπο. Αυτό προϋποθέτει ότι θα βασιστούν σε μια αξιολόγηση της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων που θα προκύπτει από την εμπειρία του ιδιωτικού τομέα, ενώ παράλληλα θα κατοχυρώνουν κοινωνικούς στόχους όπως τη μετάβαση της οικονομίας στην «πράσινη» ανάπτυξη και την επιτάχυνση της ανάκαμψης.
Τρίτον, να διασφαλίσουν πως είναι υγιές και ισχυρό το χρηματοπιστωτικό σύστημα προκειμένου να αποτραπούν οι παράπλευρες απώλειες.
Στη σχετική έκθεση, οι κεντρικοί τραπεζίτες υπογραμμίζουν πως οι συστάσεις αυτές προϋποθέτουν «δύσκολες επιλογές», όπως για παράδειγμα την ανάκληση των μέτρων στήριξης και τον περιορισμό των κυβερνητικών προγραμμάτων ενίσχυσης σε όποιους τομείς πάσχει η αγορά. Επιλογές, εν ολίγοις, που ενδέχεται να προκαλέσουν πολιτική αστάθεια, διαμαρτυρίες και κινητοποιήσεις.
Παράλληλα, προτείνεται στις πολιτικές ηγεσίες να λάβουν μέτρα που θα διευκολύνουν τη χορήγηση ενέσεων κεφαλαίου σε επιχειρήσεις. Πρόκειται για μια ιδέα που ήδη κυκλοφορεί στους πολιτικούς κύκλους αλλά δεν έχει ακόμη αρκετούς οπαδούς. Παράλληλα, συνιστά στις πολιτικές ηγεσίες τη μεταρρύθμιση των νομοθεσιών για τις πτωχεύσεις προκειμένου να σωθούν όσες επιχειρήσεις «είναι ουσιαστικά υγιείς αλλά εμφανίζουν προβλήματα στους ισολογισμούς τους».
Οι κεντρικοί τραπεζίτες τονίζουν τέλος πως «είναι επείγουσα ανάγκη να δράσουν οι πολιτικές ηγεσίες προτού να είναι πολύ αργά». Υπογραμμίζουν ιδιαίτερα ότι «ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος για να προστατευθεί το βιοτικό επίπεδο σε όλον τον κόσμο είναι η στήριξη του επιχειρηματικού τομέα». Δεν παραλείπουν, όμως, να υπενθυμίσουν στις πολιτικές ηγεσίες ότι οφείλουν παράλληλα να προετοιμάσουν το έδαφος για να διασφαλισθεί πως η οικονομία θα είναι μακροπρόθεσμα ανθεκτική και θα έχει μακροπρόθεσμη ανάπτυξη «από τη στιγμή που θα αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της πανδημίας».
0 Σχόλια