Εκτός από τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, ενδιαφέρον έχει μια ματιά στους εξωτερικούς παρατηρητές. Σε όσους δηλαδή παρακολουθούν και κρίνουν τις εξελίξεις χωρίς να είναι μέρος του παιχνιδιού.
Οι πρώτοι είναι οι «ταλιμπάν». Μια ευάριθμη κατηγορία ανθρώπων που σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ υποφέρει από φανατισμό και ακατάσχετη ιδεοληψία. Αυτοί κανονικά θα προτιμούσαν την ολοκληρωτική «εκδίωξη» του ΣΥΡΙΖΑ από την πολιτική σκηνή. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότεροι της συγκεκριμένης κατηγορίας εμφανίζουν συμπτώματα παραληρήματος μόνο στο άκουσμα του ονόματος του Τσίπρα. Συνοδευόμενο συνήθως από καταστάσεις που προσιδιάζουν σε περιπτώσεις επιληπτικής κρίσης.
Διόλου παράδοξα, οι ίδιοι άνθρωποι συμμετέχουν σε έναν άτυπο διαγωνισμό προσωπολατρίας προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αποδίδοντάς του ιδιότητες που είναι βέβαιο ότι εκπλήσσουν και τον ίδιο τον «τιμώμενο».
Αν η κατηγορία των «ταλιμπάν» δεν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για όσους δεν νιώθουμε ειδικοί της Ψυχιατρικής και της Ψυχοπαθολογίας, ορισμένες άλλες αξίζουν την προσοχή.
Για παράδειγμα, αρκετοί καλοπροαίρετοι άνθρωποι που επιθυμούν γνήσια τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα κανονικό κόμμα της ευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς δεν διακρίνουν τα αναγκαία βήματα. Εύλογα λοιπόν (και υπό την πίεση των «σχιζοειδών» της πρώτης κατηγορίας) αναρωτιούνται αν ο Τσίπρας, πρώτον, θέλει και, δεύτερον, μπορεί να επιτύχει τη μετεξέλιξη.
Είναι προφανές ότι ο μόνος που μπορεί να δώσει τις ακριβείς απαντήσεις είναι ο ίδιος ο Τσίπρας. Ολοι οι άλλοι το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να «διαβάζουμε» τα σήματα που εκπέμπει.
Στο πρώτο ερώτημα (αν δηλαδή «θέλει») η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι θετική. Διακήρυξε τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ από τη βραδιά της εκλογικής ήττας. Ενα χρόνο μετά, σε μια «στοχευμένη» συνέντευξη στο Φόρουμ των Δελφών, οριοθέτησε το στρατηγικό πλαίσιο. Από τη μία ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να επιστρέψει σε μια αντιπολίτευση του τύπου 2010-2012. Από την άλλη όρισε τον πολιτικό χώρο του ΣΥΡΙΖΑ «από το Κέντρο ως την Αριστερά».
Τέλος, λοιπόν, στις φαντασιώσεις των ορφανών του «ΣΥΡΙΖΑ του 3%» που έβλεπαν οράματα για «Πλατείες» και «Αγανακτισμένους». Τέλος στις ονειρώξεις των οπαδών της «αριστερής καθαρότητας». Τέλος επίσης στην αμφισβήτηση αν ο Τσίπρας «θέλει» τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ.
Το στοίχημα λοιπόν που ακολουθεί είναι αν «μπορεί να τα καταφέρει». Το ερώτημα δεν αφορά τις προσωπικές ικανότητες του Τσίπρα, αλλά τις υποκειμενικές δυνατότητες του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα, ως «οικοσύστημα» και ως πολιτικό προσωπικό. Μόνο η πράξη και η πολιτική μπορούν να προσφέρουν τις απαντήσεις.
Απλώς όσοι βιάζονται και επικρίνουν αυστηρά τη μετεκλογική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν χρήσιμο να θυμηθούν το πρόσφατο παράδειγμα της Ν.Δ. Πώς ήταν λοιπόν η Ν.Δ. μετά την ήττα στις εκλογές του 2015; Μια σαμαρική πτέρυγα εγκλωβισμένη στη «δικαίωση του Αντώνη». Οι «καραμανλικοί» στην επιδίωξη μιας συμπολιτευόμενης αντιπολίτευσης. Ενας αρχηγός, ο Μεϊμαράκης, που έκανε αγγαρεία. Κάποιοι δελφίνοι που είδαν... χάος και μπήκαν (Τζιτζικώστας). Η Ντόρα απασχολημένη στο μάδημα της μαργαρίτας. Και ο Κυρ. Μητσοτάκης, ένα αουτσάιντερ που αρχικά λίγοι πόνταραν στις ηγετικές του ικανότητες.
Πότε άλλαξαν όλα; Οταν ο Μητσοτάκης μετά την εκλογή του παρέκαμψε τους δισταγμούς, περιθωριοποίησε τους «αντιρρησίες» και ξεκαθάρισε το πολιτικό σχέδιό του («να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία»). Στη συνέχεια η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ φρόντισε με εγκληματικά λάθη να προσφέρει χορηγίες χωρίς φειδώ στη συγκρότηση του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Τα υπόλοιπα ήρθαν εύκολα.
Θανάσης Τσεκούρας
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.





0 Σχόλια