Του Κώστα Στούπα
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η πρόταση Μακρόν-Μέρκελ για τη δημιουργία ενός κοινού ταμείου ύψους 500 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας είναι ένα βήμα που ενδυναμώνει τις κεντρομόλες δυνάμεις της Ε.Ε. που επιδιώκουν μια στενότερη οικονομική και πολιτική ενοποίηση.
"Η αναγκαιότητα ενός Recovery Fund προκύπτει" σύμφωνα με την καγκελάριο "από το γεγονός ότι η κρίση έχει διαφορετικές επιπτώσεις στα κράτη-μέλη. Αυτές οι διαφορές απειλούν τη συνοχή της ΕΕ", τόνισε, εννοώντας προφανώς τις έντονες αντιδράσεις που προκάλεσε σε χώρες όπως η Ιταλία η γερμανική άρνηση για την έκδοση ευρωομολόγων για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού…
Σύμφωνα με το γαλλογερμανικό σκεπτικό η ανάληψη μακροπρόθεσμων δανείων θα γίνει στις κεφαλαιαγορές από την Κομισιόν εξ ονόματος της ΕΕ.
Αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα με τα προγράμματα ανάταξης της ύφεσης που προκάλεσε η επιδημία από τις κυβερνήσεις και τις Κεντρικές Τράπεζες αυτό έχει να κάνει με τον εθισμό ανθρώπων και επιχειρήσεων στο εύκολο κρατικό χρήμα, γεγονός που οδηγεί στην άμβλυνση της ανάγκης για βελτίωση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας.
Οι πολιτικές και οικονομικές συνέπειες μιας πιθανής διάλυσης της Ε.Ε. θα ήταν πολύ χειρότερες από την αδυναμία προώθησης των μεταρρυθμίσεων προς την κατεύθυνση αυτή...
Αναμφίβολα οικονομίες όπως της Ελλάδας και των υπολοίπων χωρών του νότου θα βοηθηθούν από το μερίδιο που τους αναλογεί από το "πακέτο" Μέρκελ-Μακρόν. Ο κίνδυνος η Ιταλία να ακολουθήσει τα βήματα του Ηνωμένου Βασιλείου απομακρύνεται προς το παρόν.
Οι ηγεσίες της Ευρώπης πρέπει να πάρουν όμως σύντομα κρίσιμες στρατηγικής σημασίας αποφάσεις για το μέλλον της Ε.Ε. καθώς οι συνέπειες της επιδημίας επιτάχυναν τις εξελίξεις. Οι πιέσεις που δέχονται οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών μοιάζουν με προπομπό των εξελίξεων που επωάζονται.
Οι ελληνικές τραπεζικές μετοχές στις αρχές της περασμένης δεκαετίας "προέβλεψαν" αρκετά νωρίτερα από πολλούς άλλους δείκτες τις εξελίξεις που ακολούθησαν...
Η "επιστροφή στην κανονικότητα" που παρουσιάζουν τον τελευταίο μήνα οι διεθνείς αγορές μετά την "καταιγίδα" του Μαρτίου μοιάζει πρόσκαιρη.
Νομίζω πως την κατάσταση στο "πεδίο της μάχης" την περιγράφει αρκετά γλαφυρά ο στρατηγικός αναλυτής της Citigroup , Robert Buckland. Ο S&P 500 έχει κολλήσει μεταξύ δύο ανταγωνιστικών δυνάμεων, λέει ο Μπάκλαντ. "Από τη μία πλευρά, υπάρχουν 6 τρισ. δολάρια αγορών περιουσιακών στοιχείων από τις Κεντρικές Τράπεζες παγκοσμίως που δημιουργούν ζήτηση στις αγορές.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει η προσφορά, η οποία βασίζεται σε μια μείωση 50% στα παγκόσμια κέρδη το 2020. "Προς το παρόν η ζήτηση κερδίζει", γράφει ο Μπάκλαντ. "Αλλά υποψιαζόμαστε ότι η προσφορά δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη".
Το καλύτερο σενάριο θα ήταν η επιδημία να συνεχίσει να υποχωρεί τις επόμενες εβδομάδες και το Φθινόπωρο να διαψευστούν οι περισσότεροι ειδικοί που περιμένουν ένα δεύτερο κύμα της επιδημίας.
Ακόμη και έτσι η παγκόσμια οικονομία θα έχει υποστεί ένα ισχυρό πλήγμα το 2020 το οποίο δεν φαίνεται να έχει αποτυπωθεί στις τιμές των χρηματιστηρίων όταν ο αντιπροσωπευτικότερος δείκτης, ο S&P 500, βρίσκεται μια ανάσα από τις 3.000 μονάδες και το ιστορικό υψηλό των 3.400 μονάδων.
Το χειρότερο σενάριο είναι να έχουμε σε λίγους μήνες ένα δεύτερο κύμα της επιδημίας που θα αποδιοργανώσει καταλυτικά την παγκόσμια οικονομία.
Η αλήθεια είναι πως τα πολλά τρισ. που ρίχνουν στην οικονομία και τις αγορές οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες είναι υπερβολικά πολλά ακόμη και για το χειρότερο σενάριο.
Μοιάζει με υπερβολική δόση ενός φαρμάκου τις παρενέργειες του οποίου δεν γνωρίζουμε...
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια